20 Σεπ 2012

ταξιδιωτικά-οδοιπορικά στα ίχνη της Ελένης /"Αγιαλένης": Αχέροντας-Κέρκυρα (Traveling on marks of Helen/St.Helen from Acheron to Corfu. Ethnografic diary)

Ελένη Ψυχογιού 

Εισαγωγικά (επαναλαμβανόμενα και στις άλλες σχετικές αναρτήσεις των εθνογραφικών ημερολογίων "στα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης  στον ιστότοπο, ως απαραίτητα  για όσους μπαίνουν για πρώτη φορά στις περιηγήσεις)

Καθώς η έρευνά μου για την Ελένη-Αγιαλένη κρατάει πάνω από είκοσι χρόνια τώρα ―και συνεχίζεται― είναι πλέον πολλά τα επιμέρους δημοσιεύματά μου σχετικά με αυτήν, είτε ως επιστημονικά άρθρα και δοκίμια, είτε ως εθνογραφικά ημερολόγια της  επιτόπιας  έρευνας. Αναρωτιέμαι λοιπόν (όπως ίσως και οι τυχόν αναγνώστες της δουλειάς μου) μήπως κινδυνεύω να αποκτήσω, ή και μην έχω ήδη αποκτήσει, κάποια μονομανία ή και ιδεοληψία σχετικά με αυτό το θέμα. Αρχίζοντας όμως στις αρχές της δεκαετίας του 1990 να συγκροτώ αυτή την ερευνητική υπόθεση, δεν  φανταζόμουν το πόσο εκτεταμένη θα προέκυπτε, ούτε ως προς την τοπική έκταση, ούτε ως προς το χρόνο (τόσο ως προς τη διάρκεια της έρευνας όσο και ως προς το χρονικό βάθος των δεδομένων),  ούτε ως προς την πολιτισμική ευρύτητα και ποικιλία των εθνογραφικών και των γραπτών ευρημάτων που οδηγούν τα βήματά μου. Δεδομένης δε και της  ολισθηρότητας της ερμηνείας των μυθικών και των συμβολικών θεμάτων, ιδιαίτερα όταν άπτεται της σχέσης τους με τη διαχρονική διάρκεια των πολιτισμικών φαινομένων, γίνεται ιδιαίτερα δυσχερής η τεκμηρίωση της ερευνητικής υπόθεσης. Για να μπορεί λοιπόν να δομηθεί και να γίνει τεκμαρτή η ερευνητική μου υπόθεση, χρειάζεται το «δείγμα» του φαινόμενου Ελένη/Αγιαλένη να είναι όχι μόνον επαναλαμβανόμενο και εκτεταμένο αλλά και να αφορά τις  πολλές όψεις και πτυχές του, δηλαδή τα χωροταξικά, τοπωνυμικά, ιστορικά, αρχαιολογικά, συμβολικά, μυθικά, αφηγηματικά, συναισθηματικά, παραγωγικά και άλλα ευρήματα που εκτιμώ ότι το δομούν ως τέτοιο.
 Μέσα από αυτό το πρίσμα, η  έρευνα για την Ελένη/Αγιαλένη έχει καταστεί για μένα μια μακροχρόνια, συναρπαστική περιηγητική και πατριδογνωστική περιπέτεια γεμάτη εκπλήξεις, «θαύματα» και κινδύνους και ταυτόχρονα ένα είδος εθνογραφικού θρίλερ, μια παρακινδυνευμένη όσο και γοητευτική/γητευτική περιπλάνηση στον τόπο, στο χρόνο, στην προφορική παράδοση,  στους μύθους και στα σύμβολα, στα παραδοσιακά τραγούδια, στις τελετουργίες, στις παραγωγικές διαδικασίες, στις κατά τόπους κοινότητες που επισκέπτομαι. Κατόπιν αυτών, επιλέγοντας από το πολυποίκιλο υλικό της έρευνας δημοσιεύω τα επιμέρους σχετικά άρθρα και κείμενα (έντυπα αλλά κυρίως ηλεκτρονικά πλέον, υποκύπτοντας στις σειρήνες της μπλογκόσφαιρας) παράλληλα με την εθνογραφική επιτόπια όσο και τη βιβλιογραφική έρευνά μου, επιδιώκοντας να  συγκροτώ  συντωχρόνω την ερευνητική μου υπόθεση και να επιχειρώ σταδιακά την «ανάγνωση» και ερμηνεία των συμβολικών, μυθικών και τελετουργικών ευρημάτων (διασταυρώνοντας τεκμηριωτικά ή αναιρώντας), συνδυαστικά και με τα διαφορετικά πολιτισμικά πεδία που εκτιμώ ότι την αφορούν ―με τις αλλαγές και τις μεταμφιέσεις της μορφής και του μύθου της στη διαχρονία μέσα στις εκάστοτε ιστορικές, θρησκευτικές και κοινωνικές συνθήκες― θέτοντας, κατά την κρίση μου,  νέα ερωτήματα.  Οι επιμέρους αυτές δημοσιεύσεις με εμμονή στην Ελένη/Αγιαλένη αποσκοπούν λοιπόν στο  να αναδεικνύω και να μοιράζομαι τις ποικίλες επιμέρους πτυχές της εκτεταμένης τοπικά και χρονικά αυτής έρευνας και μακρόχρονης εμπειρίας, εφόσον είναι και δύσκολη η ―ευκταία, πλην ανέφικτη μάλλον― συνολική τους δημοσίευση. Επιμένω λοιπόν κατά τις δυνάμεις μου,   εφόσον εκτιμώ (όσο αυτό  είναι αντικειμενικά δυνατόν, κυρίως από τον αριθμό  των βιβλιογραφικών αναφορών σε αυτά όσο και από τις επισκέψεις στις ηλεκτρονικές μηχανές αναζήτησης), ότι τα εν λόγω δημοσιεύματα, προς το παρόν τουλάχιστον, προκαλούν κάποιο ενδιαφέρον.
Η συγκεκριμένη επιτόπια έρευνα «στα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης» έχει την ιδιομορφία ότι γίνεται όχι με την κλασική έννοια της έρευνας πεδίου με την παραμονή του λαογράφου ή ανθρωπολόγου ερευνητή σε ένα συγκεκριμένο τόπο ―όπως ήταν και η δική μου άλλωστε, πριν μπω στα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης―  αλλά είναι έρευνα περιπλάνησης, ταξιδιού από τόπο σε τόπο με συγκεκριμένο θέμα. Ωστόσο πέρα από την εξέλιξη της συγκεκριμένης έρευνας και τον τρόπο που συγκροτείται βήμα-βήμα η ερευνητική μου υπόθεση για την Ελένη/Αγιαλένη και τη σχέση της με την θεά Μητερα-Γη, στα ημερολόγια αναδεικνύεται  και για τους μη ειδικούς η δουλειά του ερευνητή (μεροληπτικά ως ένα βαθμό, μέσα από την οπτική και την κρίση του): οι ερευνητικοί στόχοι,  οι τρόποι που επιλέγει να τους διαχειριστεί και να τους πραγματώσει στο πεδίο, το ερευνητικό ήθος του, οι σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ ερευνητή και συνομιλητών, ο επιτυχημένος ή μη χειρισμός καταστάσεων, οι δυσκολίες, οι περιπέτειες, οι επιτυχίες και τα λάθη του.  Επίσης οι εθνογραφικές πληροφορίες που περιέχονται σε αυτά τα  ημερολόγια -κατ' επιλογή του ερευνητή πάντα και με επίκεντρο την ερευνητική μου υπόθεση- περιγράφουν αφηγηματικά, σχολιάζουν, αποτυπώνουν και απαθανατίζουν φωτογραφικά ιερά ή μη τοπία, οικισμούς, ναούς, ξωκλήσια, τοιχογραφίες, εικόνες και πολλά άλλα πολιτισμικά στοιχεία, χρονολογημένα, όπως τα βρίσκω κατά την έρευνα, πολλά από τα οποία δημοσιεύονται εδώ για πρώτη φορά -ίσως και για τελευταία. Τέλος αποτυπώνονται κάποιες όψεις της εκάστοτε τοπικής θρησκευτικής, τελετουργικής και κοινωνικής καθημερινότητας και οι ανθρώπινες συμπεριφορές που αφορά η λαογραφική έρευνα, στο πλαίσιο και της όποιας  ιστορικής και πολιτικής επικαιρότητας, όσο τουλάχιστον διαρκεί χρονικά  η, έστω σύντομη, επίσκεψή μου σε κάθε τόπο, όσο  βέβαια επιτρέπουν οι δυνάμεις και η όποια εθνογραφική και αφηγηματική μου ικανότητα...



[εθνογραφικό ημερολόγιο επιτόπιας έρευνας 18-26 Ιουλίου 2005] [2]



[Ηλεκτρονική μεταγραφή με κάποια γλωσσική και άλλη επεξεργασία από εμένα την ίδια, του  χειρόγραφου εθνογραφικού ημερολόγιου που έγραψα κατά τον Αύγουστο του 2005, αμέσως μετά  την επιτόπια εμπειρία μου, με βάση και τις φωτογραφίες, τα βίντεο  και τις σημειώσεις που είχα κρατήσει επιτόπου και αυθημερόν κατά περίπτωση κατά τη διάρκεια της «λαογραφικής αποστολής» μου. Τυχαίνει μάλιστα να είναι και η τελευταία μου  ως ερευνήτριας του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας (ΚΕΕΛ) της Ακαδημίας Αθηνών, πριν συναξιοδοτηθώ.   Η επιτόπια έρευνά μου επιτούτου για την "Ελένη-Αγιαλένη" στο πλαίσιο της διαχρονικής αφήγησης για την Μητέρα-γη (εντεταλμένη από την Ακαδημία Αθηνών ή ιδιωτική)  κρατάει πάνω από δεκαπέντε χρόνια. Τα χειρόγραφα ταξιδιωτικά ημερολόγιά μου είναι επομένως αρκετά (βλ. και το blog μου: fiestaperpetuablogspot.com, τα posts "του κύκλου του χρόνου" όπου έχω αναρτήσει ήδη μερικά). Θα τα δημοσιεύω εδώ ή στο παραπάνω blog μου, ανάλογα, όταν καταφέρνω να ολοκληρώσω την ηλεκτρονική μεταγραφή τους, μαζί με τις φωτογραφίες, για όποιον τυχόν ενδιαφέρεται και έχει την υπομονή να τα διαβάσει. 

Οι φωτογραφίες είναι τραβηγμένες από την γράφουσα, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.

Φυσικά η Κέρκυρα διαθέτει άπειρη βιβλιογραφία για τη μακραίωνη, αρχαία και σύγχρονη ιστορία της , την αρχαιολογία, την  εθνογραφία κ.λπ.  Επισημαίνω όμως και εδώ, σε ό,τι αφορά το παρακάτω ταξιδιωτικό-εθνογραφικό κείμενο, ότι πάγια τακτική μου είναι να προσεγγίζω το πεδίο το δυνατόν «αθώα».  Ανεπηρέαστη δηλαδή, το δυνατόν, από τις πληροφορίες που θα μπορούσα να έχω από ιστορικές γραπτές και άλλες πηγές (τις οποίες φυσικά δεν απαξιώνω, κάθε άλλο μάλιστα), ώστε ν’ ανακαλύπτω και να «διαβάζω» τον υπό παρατήρηση  τόπο και τους ανθρώπους με τα "δικά μου" μάτια, μέσα από το πρίσμα της ερευνητικής μου υπόθεσης, στηριζόμενη πρώτα στις  προφορικές μαρτυρίες, στις   άμεσες εντυπώσεις και σκέψεις μου κατά την επαφή μου με αυτόν. Μέθοδος μεροληπτική ίσως και παρακινδυνευμένη, που όμως  έχει αποδειχθεί δημιουργική, πιστεύω και αποτελεσματική. "Ερευνητής σε πανηγύρι" είναι μια παροιμιώδης πλέον φράση που δηλώνει την όποια αποστασιοποίηση του ερευνητή στο πεδίο, ο οποίος, παραμερίζοντας τις προσωπικές του απόψεις, την όποια θρησκευτική πίστη του, τις επιστημονικές ή άλλες προκαταλήψεις του κ.λπ., δέον να μην ταυτίζεται με το αντκείμενο, να μη δέχεται τίποτα ως δεδομένο, να προσπαθεί να "διαβάσει" πίσω από τα επιφαινόμενα,  να ανακαλύπτει, τεκμηριωμένα, τις πιθανόν λανθάνουσες ή κρυμμένες σχέσεις των πραγμάτων. Με αυτή την οπτική και τρόπο δουλειάς, οι συλλογισμοί και τα συμπεράσματα, αν και τεκμηριώνονται κατά την κρίση μου, σε καμιά περίπτωση δεν προτείνονται ως αδιάσειστες "αλήθειες". Κατατίθενται εδώ  σαν προβληματισμοί και ερευνητικές υποθέσεις και όχι ως καταγραμμένη, αλάθητη "ιστορία".    Τέτοια κατάθεση-ημερολόγιο της επικεντρωμένης στην αναζήτηση των ιχνών της Ελένης-Αγιαλένης έρευνάς μου στο νησί, αποπειράται να είναι και το παρόν κείμενο. Οι φωτογραφίες είναι τραβηγμένες από την γράφουσα, εκτός εάν αναφέρεται διαφορετικά].





ΑΧΕΡΟΝΤΑΣ-ΑΓΙΑΛΕΝΗ

Δευτέρα, 18/7/2005

Φεύγω από τη Βόνιτσα προς Ηγουμενίτσα-Κέρκυρα παραλιακά, μέσω και του υποθαλάσσιου τούνελ στο Άκτιο. Στάση στη Θεσπρωτία, στις εκβολές του Αχέροντα ποταμού για την «Αγιαλένη», καθώς την έχω εντοπίσει και σε αυτή την περιοχή, ίσως στο χωριό Αμμουδιά. Για μένα το να εντοπίσω «Αγιαλένη» σε τούτο τον ιερό υγρότοπο των εκβολών του Αχέροντα,  είσοδο του Άδη κατά τους Αρχαίους, από όπου κατά μια εκδοχή του μύθου κατέβηκε η Περσεφόνη στον κάτω κόσμο, αποτελεί ένα ακόμα κλειδί για την τεκμηρίωση του μύθου της  Ελένης-Αγιαλένης-Μαυρηγής.  Η παρουσία μιας ακόμα  Αγιαλένης τόσο κοντά στο αρχαίο νεκρομαντείο επικυρώνει αμφίδρομα για μένα τη σύνδεσή της συμβολικά με το θάνατο, τον κάτω κόσμο  και τους νεκρούς. Μια γυναίκα που έχει μπακάλικο σε αυτό το χωριό, μου επιβεβαιώνει την ύπαρξη του ομώνυμου ξωκλησιού αλλά με πληροφορεί πως βρίσκεται «από ’κεί από το ποτάμι» (στη νότια όχθη των εκβολών του  Αχέροντα δηλαδή) και πως ανήκει στο χωριό Βελανιδοράχη. Για να πάω εκεί πρέπει να κάνω το γύρο βγαίνοντας πάλι στην εθνική οδό, ή να διαβώ με πλωτή σχεδία το, φαρδύτατο σε αυτό το σημείο, ποτάμι. Επιλέγω το πρώτο. Μπερδεύομαι στους «πλωτούς» δρόμους και παράδρομους, στα πολλά  γεφύρια που διασχίζουν τον καταπράσινο από καλαμιές και άλλα υδρόβια φυτά βάλτο που σχηματίζουν οι εκβολές του Αχέροντα. Τελικά βρίσκω το χωριό σκαρφαλωμένο όντως σε μια ράχη, ωστόσο δεν έβλεπα και τις βελανιδιές που αποτελούν  το β΄ συνθετικό της λέξης που ονοματίζει το χωριό, τουλάχιστον τόσες που να δικαιολογούν την ονομασία του.
Σταμάτησα σ’ ένα καφενείο στην κορυφή του χωριού, κοντά στην ενοριακή εκκλησία της Παναγίας.  Έβλεπα το καταπράσινο, βαλτώδες έλος που δημιουργεί ο Αχέροντας πριν καταλήξει στο Ιόνιο να σκιάζεται βορειοανατολικά από τα σκοτεινά βουνά του Σουλίου, όπου και οι πηγές του. Δυτικά, προς την παραλία, ο βαλτώδης αυτός «κάμπος» κλείνεται από δυο λοφοσειρές που είναι και η αιτία της δημιουργίας αυτής της εκτεταμένης πρώην «Αχερουσίας» λίμνης, που καθώς χαμηλώνουν αφήνουν σε εκείνο το σημείο ένα στενό άνοιγμα, το οποίο αποτελεί τον πόρο, τη «μπούκα» του ποταμού προς το Ιόνιο, ώστε τα νερά να βρίσκουν τελικά διέξοδο προς τη θάλασσα. Ανηφορίζοντας είχα δει και μια οδική ταμπέλα που έδειχνε προς μια πλαζ επονομαζόμενη «αλωνάκι», τοπωνύμιο που με έκανε να αναρωτηθώ αν συσχετίζεται συμβολικά και με την «Αγιαλένη»,  που έψαχνα.
 Το καφενείο έχει μεγάλη αυλή, σκιασμένη στις άκρες της από δέντρα. Στη σκιά τους ήταν δυο-τρία τραπέζια με λιγοστούς θαμώνες. Στο πρώτο που πλησίασα, καθόταν ένα νεαρό ζευγάρι. Συστήθηκα και είπα το σκοπό της επίσκεψής μου  αλλά με παρέπεμψαν αμέσως σε έναν ηλικιωμένο άνδρα, πατέρα της κοπέλας, όπως μου είπε η ίδια, που καθόταν σε ένα τραπέζι στην άλλη άκρη της αυλής και που ήταν και ο ιδιοκτήτης του καφενείου. Ηλικιωμένος, κοντοδέματος και ζωηρός άντρας ο καφετζής, είχε κόκκινο πρόσωπο και ολόλευκα μαλλιά.
Του εξήγησα και αυτού ποια είμαι και τι ζητάω. Μου είπε, δείχνοντάς μου ταυτόχρονα με το χέρι το συγκεκριμένο σημείο που φαινόταν από εκεί, πως η «Αγιαλένη» βρίσκεται πάνω στην άκρη του νότιου λόφου που κλείνει το βαλτώδη κάμπο του Αχέροντα προς τη θάλασσα, ακριβώς πάνω στη νότια πλευρά της «μπούκας». Τον ρώτησα μήπως  ήξερε ποιος έχει το κλειδί, για να με οδηγήσει ως εκεί και να μου ανοίξει την εκκλησία. Μου απάντησε πως, πρώτον,  η ώρα ήταν ακατάλληλη (περασμένο μεσημέρι), δεύτερον, ότι κλειδί είχε μόνον ο παπάς και, τρίτον, ότι ο παπάς εκείνες τις ημέρες ήταν άρρωστος και πως, άρα, δεν θα μπορούσε να με εξυπηρετήσει! Εγώ βεβαίως δεν πτοήθηκα και τον ρώτησα πώς πάνε ως εκεί για να δω την «Αγιαλένη» έστω εξωτερικά, αν ήξερε κάποια ιστορία σχετικά με αυτήν, αν εκεί κοντά έσπερναν ποτέ δημητριακά, κ.ο.κ.

Υγρότοπος στις εκβολές του Αχέροντα ποταμού. Στο βάθος, αριστερά και δεξιά, φαίνονται  οι δύο χαμηλοί λόφοι που σχηματίζουν τη "μπούκα" από όπου χύνεται ο ποταμός στο Ιόνιο Πέλαγος (18/7/2005)


Υγρότοπος στις εκβολές του Αχέροντα ποταμού. Ο αριστερός λόφος της "μπούκας,  "το βουνό της Αγιαλένης", στην κορυφογραμμή του οποίου,  στα δεξιά, διακρίνεται το ξωκλήσι της  "Αγιαλένης" (18/7/2005)

Μου απάντησε ότι «εκεί, στο βουνό της Αγιαλένης, λέγανε πως κατοικούσανε παλαιά οι Ελένοι, κάτι γίγαντες, γιατί υπάρχουνε σκαλισμένες στο βουνό κάτι σαρμανίτσες (κούνιες) τρία μέτρα μακριές, άρα, αν τα μωρά τους ήτανε τόοσα, πόσο μεγάλοι θα ήτανε αυτοί»! Επίσης με πληροφόρησε πως εκεί, πάνω στο βουνό της Αγιαλένης (δηλαδή στον νότιο λόφο που κλείνει τη «μπούκα» του ποταμού), σπέρνανε παλιότερα στις πλαγιές,  γιατί κάτω στον κάμπο το έδαφος είναι βαλτώδες.
 Τι άλλο ήθελα να ακούσω!! Μου διευκρίνισε, επίσης, απαντώντας σε σχετική ερώτησή μου, πως το «αλωνάκι» που είχα δει πριν στην οδική ταμπέλα οφείλει το όνομά του στο κυκλικό σχήμα του κολπίσκου κoντά στη «μπούκα» του ποταμού όπου η συγκεκριμένη πλαζ. Τέλος  μου έδωσε οδηγίες για το πώς να πάω στην «Αγιαλένη», προειδοποιώντας με πως ο δρόμος είναι πολύ άσχημος, γεμάτος νεροφαγώματα. 
Τον ευχαρίστησα και ξεκίνησα αμέσως για εκεί, αψηφώντας πλέον τώρα με το μεταχειρισμένο τζιπ που απόκτησα στο τέλος της ερευνητικής σταδιοδρομίας μου, τον όποιο κακό δρόμο, αν και το ίδιο θα είχα κάνει και με το σαραβαλιασμένο μικρό οτομπιάνκι μου, όπως  τα προηγούμενα χρόνια, και που γι’ αυτό είχε πλέον βγει νοκ-άουτ. Οι οδηγίες ήταν σαφείς, έτσι βρήκα εύκολα τον όχι και τόσο δύσβατο εν τέλει χωματόδρομο, που δίπλα-δίπλα  με την αθέατη από τις πυκνές καλαμιές νότια όχθη του Αχέροντα (ή μάλλον της Αχερουσίας λίμνης) με οδήγησε τελικά στην ανηφοριά της λογγωμένης ανατολικής πλαγιάς του «βουνού της Αγιαλένης» και στο ομώνυμο ξωκλήσι. 


Πάνω και κάτω: το ξωκλήσι της "Αγιαλένης" στις εκβολές του Αχέροντα ποταμού, ΒΔ και ΝΔ όψεις (18/7/2005)


Η εκκλησία είναι μεγάλη, για ερημοκλήσι. Ασβεστωμένη, λάμπει κατάλευκη μέσα στην πυκνή πρασινάδα του βόρειου άκρου του λόφου, ακριβώς πάνω στη νότια πλευρά της  «μπούκας» του Αχέροντα, με θέα τόσο στο Ιόνιο, όσο και στον βαλτώδη κάμπο των εκβολών του Αχέροντα. Στο σημείο της «μπούκας», στη βόρεια όχθη του ποταμού και δίπλα στο χωριό Αμμουδιά που είχα επισκεφθεί πρώτο, έβλεπα να δημιουργείται ένας πανέμορφος στρογγυλός όρμος με λευκή άμμο και σμαραγδένια νερά που φιλοξενούσε αρκετά πλεούμενα, μάλλον το «αλωνάκι», υπέθεσα. Στρατηγική η θέση της «Αγιαλένης», καθώς βιγλίζει το Ιόνιο, τις εκβολές του ποταμού αλλά και ολόκληρο τον περίκλειστο από βουνά κάμπο όπου καταλήγοντας φιδοσέρνεται ο Αχέροντας, αθέατος από εκεί πάνω μέσα στην πυκνή υδρόβια βλάστηση. 

Το χωριό Αμμουδιά και ο όρμος  όπως φαίνονται από την "Αγιαλένη" (18/7/2005)

Η κύρια πόρτα του ναού, πάνω στο δυτικό στενό τοίχο, ξύλινη και ενισχυμένη με σιδεροδεσιές, ήταν βεβαίως κλειδαμπαρωμένη, περιστοιχισμένη δεξιά κι αριστερά με πέτρινα πεζούλια για την ανάπαυση των προσκυνητών και άλλες τελετουργικές ίσως χρήσεις. Τα πολύ μικρά, σχετικά με το μέγεθος του ναού παράθυρα, από όπου ερχόμενη είχα ελπίσει ότι ίσως θα μπορούσα να δω το εσωτερικό, είναι τοποθετημένα πολύ ψηλά στους τοίχους, κοντά στην «αστρέχα» της σκεπής.  Έτσι, δυστυχώς για τον κόπο μου, το πήρα απόφαση ότι θα τον έβλεπα μόνο εξωτερικά.





Εκβολές Αχέροντα, ξωκλήσι "Αγιαλένης". Νότια, ΝΑ και ΒΑ πλευρές,  με τα ίχνη παλαιότερων προσκτισμάτων (18/7/2005)

 Παρατηρούσα ότι κατά μήκος του  βόρειου τοίχου του ναού και σε μικρή απόσταση από αυτόν υπάρχουν ίχνη ενός τοιχίου,  που δήλωνε ή ότι το μέγεθος του ναού ήταν ίσως μεγαλύτερο σε προγενέστερη εποχή, ή ότι είχε χτιστεί ως  στήριγμα τού κάπως κατωφερούς εδάφους, αν και η πετρώδης του σύσταση και η κλίση δεν το έκανε απαραίτητο.  Στη νοτιοανατολική όσο και στη βορειοανατολική γωνία της εκκλησίας έβλεπα επίσης υπολείμματα γκρεμισμένων τοίχων που  δηλώνουν ότι παλιότερα υπήρχαν εκεί κάποια προσκτίσματα, κάποια κελιά ίσως, ή αποθηκευτικοί χώροι, ή και κάτι σχετικό με το παραπάνω τοιχίο.  Αυτές οι παρατηρήσεις, συνδυαστικά και με το μέγεθος του ναού,  με έκαναν να σκεφτώ πως η «Αγιαλένη» ήταν κάποτε κάτι παραπάνω από ένα απλό ερημοκλήσι. 

Ξωκλήσι "Αγιαλένης" . Το κατώφλι της νότιας εισόδου (18/7/2005).

Το κατώφλι της βόρειας πόρτας που είναι θεμελιωμένο με μια μαρμάρινη πελεκημένη πέτρα, η οποία φαινόταν σε δεύτερη χρήση αλλά,  λιγότερο, και  κάποια σκόρπια κομμάτια παλαιάς κεραμικής στο έδαφος (που θα μπορούσαν να είναι και σχετικά πρόσφατα, από την αλλαγή της καινούριας, όπως φαινόταν, στέγης του ναού) με έκαναν να αναρωτηθώ  αν έχουν εντοπισθεί αρχαία κτίσματα  σε αυτό το σημείο, σκέψη που ενισχυόταν και από την αφήγηση του καφετζή αλλά και από τα επιτόπια συμφραζόμενα σε τόσες άλλες «Αγιαλένες» που έχω εντοπίσει ως τώρα.  Το αντίθετο, το να μην υπάρχουν δηλαδή (ανεξάρτητα από το αν έχουν ήδη εντοπισθεί αρχαιολογικά ή όχι) θα ήταν για μένα το περίεργο. Πελώριες, πυκνοφυτρωμένες βελανιδιές σκιάζουν το χώρο στα ανατολικά του ναού, κοντά στην ημικυκλική κόγχη του ιερού, ενώ το  κοκκινωπό  έδαφος  γύρω από το ναό είναι πετρώδες, γυμνό από βλάστηση.
Φωτογράφισα το χώρο και την εκκλησία από όλες τις πλευρές, σκασμένη που δεν μπορούσα να την δω και εσωτερικά. Αποφάσισα ότι θα επανερχόμουν στην επιστροφή από την Κέρκυρα, που θα είχα και περισσότερο χρόνο, να βρω τον ιερέα και το κλειδί. Μάλιστα, για να μη βαρεθώ τυχόν να το κάνω, αν επέστρεφα κορεσμένη ερευνητικά και κουρασμένη από την Κέρκυρα, αποφάσισα να μην επισκεφθώ εκείνη την ημέρα το αρχαίο νεκρομαντείο, όπως σκόπευα,  αλλά να το αφήσω για την επιστροφή, ώστε να αναγκαστώ τότε να ψάξω και για το κλειδί της  «Αγιαλένης».

ΑΧΕΡΟΝΤΑΣ-ΝΕΚΡΟΜΑΝΤΕΙΟ

Επιστρέφοντας, μπερδεύτηκα μέσα στους δαιδαλώδεις δρόμους και τα γεφύρια του βαλτώδους κάμπου που έπρεπε να περάσω για να ξαναβγώ στην εθνική οδό προς Ηγουμενίτσα. Χωρίς να το καταλάβω, βρέθηκα έτσι στο Μεσοπόταμο, το χωριό στη συμβολή του Αχέροντα με τον Κωκυτό ποταμό (το «βουβό ποτάμι»), στη βόρεια όχθη της Αχερουσίας λίμνης, όπου εντοπίζεται αρχαιολογικά ο χώρος του νεκρομαντείου. Το θεώρησα ως «οιωνό», ότι δηλαδή το νεκρομαντείο  «με ήθελε» να το επισκεφθώ σήμερα και, αναιρώντας την πρόσφατη απόφασή μου, πάρκαρα στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου, μέσα στην καυτή  ζέστη του προχωρημένου πια μεσημεριού. Είχα επισκεφθεί πάλι το χώρο τουριστικά τριάντα πέντε χρόνια πριν, κατά το 1970, νεαρή, φρέσκια απόφοιτη της Αρχαιολογίας, ανεβαίνοντας συντροφευμένη τότε τον Αχέροντα με πλοιάριο, από την εκβολή του έως εκεί, οπότε θυμόμουν λίγα πράγματα.  Και βέβαια τότε απείχα πολύ από το να ξεκινήσω το ερευνητικό μου ταξίδι στα ίχνη της  Ελένης-«Αγιαλένης».



  Μεσοπόταμος. Από πάνω προς τα κάτω: το (θεωρούμενο ως) το Νεκρομαντείο του Αχέροντα (18/7/2005)

Ο όγκος των αρχαίων κτισμάτων του νεκρομαντείου με τη χριστιανική εκκλησία του άη Γιάννη του Προδρόμου στην κορυφή, μου φάνηκαν τώρα πιο σκούρα και επιβλητικά. Προχώρησα μέσα στους καυτούς από το λιοπύρι, δαιδαλώδεις διαδρόμους, χτισμένους μαστορικά με πολυγωνικούς  ογκόλιθους, ανεβοκατέβηκα τις σιδερένιες σκάλες από τα σκοτεινά υπόγεια ως επάνω, για να φθάσω εντέλει στην κορυφαία εκκλησία του άη-Γιάννη. Η αφιέρωση του ναού πάνω στο νεκρομαντείο (αν δεχτούμε ότι αυτό το κτίσμα ήταν τέτοιο) στον άη-Γιάννη,  δεν υποστηρίζει εκ πρώτης όψεως τη θεωρία μου περί της Ελένης-Αγιαλένης-Μαυρηγής. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα συμβολικά και ναϊκά συμφραζόμενα της έρευνας στα ίχνη της «Αγιαλένης», αν αυτό ήταν το νεκρομαντείο, τότε στη θέση του άη-Γιάννη θα «έπρεπε» να είναι η «Αγιαλένη» (μόνη ή με τον άγιο Κωνσταντίνο) ή κάποιοι «δίδυμοι» άγιοι (Ταξιάρχες, άγιοι Θεόδωροι-άγιοι ψυχοπομποί) ή η Κοίμηση της Παναγίας


 
Μεσοπόταμος,  Νεκρομαντείο του Αχέροντα. Το εκκλησάκι του άη-Γιάννη (18/7/2005)

Μεσοπόταμος, αρχαίο Μαντείο του Αχέροντα. Το εκκλησάκι του άη-Γιάννη, εσωτερικό  (18/7/2005)
Μεσοπόταμος, Νεκρομαντείο του Αχέροντα. Το εκκλησάκι του άη-Γιάννη, ΒΑ γωνία, με λαϊκό στολισμό  των εικόνων (18/7/2005)


Μεσοπόταμος, Νεκρομαντείο του Αχέροντα. Το εκκλησάκι του άη-Γιάννη, δυτική πλευρά και είσοδος (18/7/2005)

Μεσοπόταμος, Νεκρομαντείο του Αχέροντα. Το εκκλησάκι του άη-Γιάννη, η τοιχογραφία με του αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη στο κάτω μέρος του δυτικού τοίχου, δεξιά  (18/7/2005)


Μήπως όμως, σκέφτηκα, η παρουσία του «υδροχαρούς»  άη Γιάννη έχει να κάνει με την παρουσία των δύο ποταμιών που συναντιούνται εδώ στον Μεσοπόταμο και στην κάποτε συνεχόμενη λίμνη αφού χριστιανικά ο Άγιος, ως βαπτιστής, έχει σχέση και με τα νερά και μάλιστα με τα ποτάμια. Ο άη-Γιάννης ωστόσο φέρει και στοιχεία θανάτου άρα και χθονιότητας, όχι μόνο λόγω του αποκεφαλισμού του αλλά και λόγω του ότι η γιορτή της Γέννησής του, στις 24 Ιουνίου  τοποθετείται πάνω στις θερινές τροπές του ήλιου, που σηματοδοτούν και τον κίνδυνο της ξηρασίας και θανάτου της γης από τα ηλιακά καύματα. Στου άη Γιάννη το πηγάδι... τυλίγεται εξάλλου η φοβερή, διφορούμενη Λάμια, για να στείλει τα παγιδευμένα από την ομορφιά της παλικάρια στον κάτω κόσμο (βλ. και το blog μου fiestaperpetuablogspot.com, "του κύκλου του χρόνου-Ημονή της Παναγίας Λάμιας στα Διλινάτα Κεφαλονιάς"). ΄Hταν λοιπόν σαν να βλέπω κυριολεκτικά "του άη-Γιάννη το πηγάδι" εδώ, αφού το εκκλησάκι είναι χτισμένο ακριβώς πάνω στο "πηγάδι" του αρχαίου νεκρομαντείου, που οδηγεί στον κάτω κόσμο και στους νεκρούς. Καθώς μάλιστα κάποιοι αρχαιολόγοι έχουν διατυπώσει αμφιβολίες για το αν το κτίσμα στο Μεσοπόταμο είναι όντως το Νεκρομαντείο, η ύπαρξη του ά-Γιάννη εδώ μπορεί να επιβεβαιώνει την ταύτισή του.   Από την άλλη ο  Γιάννης στα δημοτικά τραγούδια είναι ιερός, διφορούμενος,  ως ένας από τους χθόνιους εραστές της θεονύφης Ελένης (εναλλακτικά και με τον Κωνσταντίνο με τον οποίο έχουν πολλά κοινά στοιχεία), ενώ το όνομά του συνδέεται με γονιμικές, υδατικές, βλαστικές αλλά και ξηραντικές, θανάσιμες ιδιότητες. Δεν μπορούσα να απαντήσω χωρίς έρευνα, αν και πιστεύω πως και για τους ντόπιους θα ήταν δύσκολο ίσως να μου απαντήσουν, μετά από τόσα χρόνια που χτίστηκε η εκκλησία, γιατί απ’ όσο  μπόρεσα λίγο μετά να κρίνω και από τις φθαρμένες, σχεδόν αδιόρατες, τοιχογραφίες στο εσωτερικό του, είναι τουλάχιστον μετα-βυζαντινός ο ναός. Από το ύψος της εκκλησίας του άη-Γιάννη έβλεπα στα δυτικά πάνω στην άκρη του λόφου νότια της «μπούκας» του ποταμού  να ασπρίζει η εκκλησία της «Αγιαλένης», σα μικρή κουκίδα μέσα στην καταπράσινη πλαγιά, σε αντικριστή συνομιλία με τον αη-Γιάννη και το Νεκρομαντείο και αναρωτήθηκα, άραγε μόνον τοπογραφική;  
Η εκκλησία του άη Γιάννη ήταν ευτυχώς ανοιχτή. Ευχάριστα μισοσκότεινη, σχετικά δροσερή και έρημη εκείνη την προχωρημένη μεσημεριανή, απογευματινή μάλλον,  ώρα, ήταν μια ανακούφιση από τον περιηγητικό μου κάματο. Απέριττη, με αψιδωτή οροφή, μονόχωρη, χωρίς τέμπλο, με ένα βαθμιδωτό υπερυψωμένο επίπεδο να ορίζει το χώρο του  ιερού, έχει ελάχιστες κινητές εικόνες και ένα χτιστό πεζούλι κατά μήκος του βόρειου τοίχου. Όλοι οι τοίχοι της ιστορούνται με τοιχογραφίες, πολύ ξεθωριασμένες πλέον. Το ασκημένο μάτι μου ξεχώρισε αμέσως πάνω στον ξεθωριασμένο καμβά της εικονογράφησης την παρουσία της «Αγιαλένης», στην κλασική βέβαια απεικόνισή της μαζί με τον άγιο Κωνσταντίνο, ένθεν και ένθεν του τίμιου Σταυρού, στο βόρειο άκρο του δυτικού τοίχου, δεξιά της εξόδου, στο κάτω διάζωμα. Η «τυπική» αυτή τοποθέτηση της τοιχογραφίας των δύο Αγίων πάνω στον δυτικό τοίχο, ως μέρος της όλης λειτουργικής αφήγησης  του ναού, δεν επέτρεπε να αποδώσω και κάποια άλλη έμφαση στην παρουσία της σχετικά με το νεκρομαντείο και την «Αγιαλένη», αν και δίπλα της, αριστερά της εισόδου, ήταν ιστορημένοι και οι «δίδυμοι» στρατιωτικοί άγιοι Ταξιάρχες, εκ των οποίων ο Μιχαήλ θεωρείται ψυχοπομπός. Φωτογράφισα, ξεκουράστηκα λίγο στο φιλόξενο πεζούλι και ξαναβγήκα στο εκτυφλωτικό φως και στη ζέστη. Αγόρασα από το εκδοτήριο των εισιτηρίων τα αρχαιολογικά βιβλία σχετικά με το χώρο που διέθετε και ξεκίνησα πια για την Ηγουμενίτσα.


Ο Μεσοπόταμος, ο υγρότοπος του Αχέροντα και στο βάθος η "μπούκα με το "βουνό" και το ξωκλήσι της "Αγιαλένης" στα αριστερά, όπως φαίνεται από το Νεκρομαντείο (18/7/2005)



 Ο βαλτότοπος των εκβολών του Αχέροντα, με  τη "μπούκα" και το λόφο όπου η Αγιαλένη  στο βάθος αριστερά (μέσα από πούλμαν  καθ΄ οδόν από   Άρτα προς Πάργα, 29.9.2019)



ΚΕΡΚΥΡΑ

Γευμάτισα στο εστιατόριο του λιμανιού γιατί πεινούσα, αν και όπως το περίμενα, το φαγητό δεν ήταν και τόσο καλό αλλά δεν είχα εκείνη την ώρα περιθώρια επιλογών, λόγω της αναχώρησης του πλοίου σύντομα. Μπήκα με το αυτοκίνητο στο οχηματαγωγό «Κέρκυρα» (που μου θύμισε την ελληνική ταινία «Διακοπές στην Κέρκυρα», όπου το πλοίο, ξεκινώντας από τον Πειραιά, έκανε σχεδόν δύο ημέρες να φτάσει!), ανοιχτού τύπου, πληρώνοντας τσουχτερό κατά τη γνώμη μου, συγκριτικά με την απόσταση και την κατάσταση του πλοίου, εισιτήριο για μένα και το αυτοκίνητο.
 Στη διαδρομή ξεφύλλισα τα αρχαιολογικά  βιβλία-οδηγούς  που είχα  αγοράσει στο Νεκρομαντείο, τώρα που είχα πρόσφατη και τη ζωντανή εικόνα του χώρου, για να τα «διαβάσω» και μέσα από τη δική μου οπτική. Καθώς το πλοίο σύντομα πλησίαζε στο νησί, με τράβηξε η θέα του παλιού κάστρου όσο και η εικόνα της πυκνοχτισμένης πόλης, που με ενθουσίασε.
     

Προσεγγίζοντας στην Κέρκυρα (18/7/2005)


 Αν και έχω γεννηθεί και μεγαλώσει στη δυτική Ελλάδα, δεν είχα επισκεφθεί ποτέ την Κέρκυρα. Η πανέμορφη εικόνα του νησιού με απέσπασε από τον Αχέροντα και τα μυστήριά του, στρέφοντας πλέον το ενδιαφέρον μου προς την Κέρκυρα  ενώ  μετρίασε κάπως το άγχος μου για την επικείμενη επιτόπια έρευνα, που με κατακλύζει  στην αρχή κάθε λαογραφικής αποστολής, τόσα πολλά χρόνια τώρα. Το νησί είναι πολύ μεγάλο για να επιτελέσει κανείς επιτόπια εθνογραφική έρευνα στις λίγες ημέρες που είχα στη διάθεσή μου με βάση την υπηρεσιακή εντολή, που με κάλυπτε νομικά όσο και οικονομικά. Όσο και αν το αντικείμενο της έρευνας ήταν απολύτως προσδιορισμένο από μένα πάνω στο θέμα «Αγιαλένη», με ό,τι αυτό συνεπάγεται από ναϊκή, μυθική, γεωπολιτισμική, αφηγηματική, αρχαιολογική, εθνογραφική εν γένει άποψη, ο χρόνος ήταν λίγος για να «ανασκάψω» την παρουσία της στο νησί. 
Με άγχωνε επίσης  εκείνη τη στιγμή και το πώς θα κυκλοφορήσω στην πόλη αλλά και σε όλο το νησί οδηγώντας για πρώτη φορά εκεί αλλά και το θέμα ξενοδοχείο. Είχα κάνει μια απόπειρα να βρω ξενοδοχείο μέσω internet, πλην απογοητευτική. Φυσικό σε περίοδο τουριστικής αιχμής να μην  υπάρχουν δωμάτια διαθέσιμα μέσα στην πόλη όπου προτιμούσα να καταλύσω για να βιώνω όσο περισσότερο μπορούσα την ομορφιά της, αφού δεν θα διημέρευα  συνεχώς εκεί, γιατί είχα να περιηγηθώ, ακολουθώντας τα ίχνη της «Ελένης», όλο το νησί. Αλλά και οι τιμές ήταν απαγορευτικές για μένα, αφού υπερέβαιναν το εγκεκριμένο από την Ακαδημία ποσό για διανυκτέρευση, ποσό λίγο και σε σχέση με το πόσο έχουν ανεβεί οι τιμές των ξενοδοχείων τα τελευταία χρόνια. Έτσι είχα καταλήξει, υπακούοντας και στη λογική, λόγω πιο κατάλληλης θέσης, χώρου στάθμευσης και προσιτής τιμής, σε ένα παραλιακό ξενοδοχείο στο νέο λιμάνι, το «Ατλαντίς». Τη μοναδική επιλογή άλλωστε, γιατί το άλλο ξενοδοχείο που υπάρχει εκεί, ήταν κλειστό λόγω ανακαίνισης. Έτσι κι αλλιώς, ως επί το πλείστον θα κατέλυα αργά το βράδυ στο ξενοδοχείο και θα έφευγα για έρευνα πρωί-πρωί καθημερινά, οπότε χρειαζόμουν μόνο τα βασικά: ένα καλό στρώμα με καθαρά σεντόνια για να ξεκουράζω το καταπονούμενο από την ολοήμερη έρευνα σώμα μου (λόγω και της προχωρημένης πια ηλικίας μου), ένα καθαρό μπάνιο με ζεστό νερό και ένα καλό πρωινό, γιατί μπορεί και να χρειαζόταν να με στηρίζει για το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, ανάλογα και με τις συνθήκες της έρευνας. Ευτυχώς το ξενοδοχείο, όπως διαπίστωσα σύντομα, εκπλήρωνε και με το παραπάνω αυτές τις προϋποθέσεις, ενώ εδώ θα είχα και το προνόμιο να βλέπω τη θάλασσα από το κρεβάτι μου.
Τακτοποιήθηκα και ξεκίνησα, προχωρημένο σούρουπο πια, πεζή φυσικά, παρά τη σχετικά μεγάλη για μένα απόσταση που χωρίζει το λιμάνι από το κέντρο, για μια πρώτη αναγνωριστική επισκόπηση της τόσο παινεμένης πόλης της Κέρκυρας. Μετά τον παραλιακό δρόμο,  ανηφορίζοντας δίπλα στα επιβλητικά τείχη του Νέου Ενετικού Φρούριου, μπήκα στην πόλη.  Ο ξενοδόχος με είχε προμηθεύσει με χάρτη της πόλης και τον είχα εντελώς ενδεικτικά σαν οδηγό, μια που ήταν αδύνατον να ταυτίσω αμέσως τα περίπλοκα, στενά δρομάκια, τα «καντούνια», με αυτά στο χάρτη.   Μου δημιουργήθηκε εκ πρώτης όψεως η εντύπωση πως ήμουν σε μια μικρή Βενετία, αν τα καντούνια αντί για λιθόστρωτο είχαν νερό.  Τα πολυώροφα, κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο  σπίτια, πέτρινα ή καλυμμένα με ξεθωριασμένο ή κοκκινωπό σοβά, τα αραδιαστά, πλαισιωμένα με περίτεχνες συχνά κορνίζες παράθυρα, τα δαντελωτά μπαλκόνια, οι κεραμοσκεπείς στέγες, οι καμάρες,  με μάγεψαν.
Όλα τα μαγαζιά, λόγω και της αιχμής  της τουριστικής περιόδου, ήταν ορθάνοιχτα, ολόφωτα, φορτωμένα με πολύχρωμες, πλούσιες πραμάτειες που κρεμόντουσαν εκμαυλιστικά, για τουρίστες και ντόπιους, και έξω από τις εισόδους τους.  Τα κεντρικά καντούνια και οι μικρές πλατείες ήταν πλημμυρισμένα από ένα θορυβώδες, πολύχρωμο μωσαϊκό ανθρώπων από διάφορες φυλές και γλώσσες που περιδιάβαιναν, χάζευαν, ψώνιζαν. Τα τραπέζια των εστιατορίων στις στοές ή μέσα στα στεγασμένα με πέργκολες καντούνια και στις πλατείες, ήταν γεμάτα. Τα πιο παράμερα καντούνια όμως ήταν σκοτεινά και σχεδόν έρημα,  με τις απλωμένες από τοίχο σε τοίχο μπουγάδες να στεγνώνουν ήσυχα στο ζεστό νυχτερινό αεράκι, πάνω από το κεφάλι μου. Γρήγορα εγκατέλειψα την προσπάθεια να προσανατολιστώ  με βάση το χάρτη και άφησα, για αυτή την πρώτη μου γνωριμία με την πόλη, να με οδηγεί άσφαλτα η θέση της θάλασσας αλλά και το πλήθος, που έτσι κι αλλιώς ακολουθούσε συγκεκριμένες, τις πιο δημοφιλείς και  θεωρούμενες σημαντικές, διαδρομές.
Έτσι χωρίς να το καταλάβω έφτασα στην περίφημη και πανέμορφη πλατεία της «Σπιανάδας», το καμάρι της πόλης. Τεράστια, εν μέρει πάρκο σκιασμένο με δέντρα,  απλώνεται ανάμεσα στην πόλη και στο Παλιό Ενετικό Κάστρο, περιβαλλόμενη από τη θάλασσα, το κάστρο, την πόλη. Η πλευρά της προς τον αστικό ιστό της πόλης με τα πανέμορφα συνεχόμενα αρχοντικά με τις καμάρες και τα καφενεία στο ισόγειο, μου θύμισε την πλατεία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία, τηρουμένων πάντα των αναλογιών.
 Σε ένα από τα καφενεία δίπλα σε ένα ολάνθιστο παρτέρι του πάρκου κάθισα να ξαποστάσω και να την θαυμάσω, περιεργαζόμενη και το χάρτη, για να καταλάβω πώς οδηγήθηκα ως  εκεί. Καθώς παρατηρούσα γύρω μου γοητευμένη, ένοιωθα σχεδόν ενοχές να απολαμβάνω τέτοια άνεση και ομορφιά, αναλογιζόμενη μάλιστα τις συνθήκες της άφιξής μου για επιτόπια έρευνα σε απομακρυσμένα ορεινά χωριά, σχεδόν όλα τα προηγούμενα χρόνια.  Ιδιαίτερα τον Αύγουστο του 1979 στην Ήπειρο, πριν κάνω χρήση ιδιωτικού αυτοκινήτου, όταν το λεωφορείο της άγονης γραμμής Άρτας-Τζουμερκοχώρια, με είχε αφήσει ολομόναχη στην ερημιά δίπλα  στη γέφυρα της Πλάκας στον Άραχθο, να σκαρφαλώσω όλη την ανηφόρα ως το χωριό Άγναντα, που ήταν εκτός διαδρομής του, μέσα στο καταμεσήμερο, φορτωμένη με τη βαριά βαλίτσα μου (θα παρέμενα για σαράντα ημέρες σε αυτά τα χωριά), τη φωτογραφική μηχανή, το 5κιλο και βάλε επαγγελματικό UHER  μαγνητόφωνο κ.λπ. Τότε όμως είχα νιάτα και αντοχές και οι δυσκολίες αυτές με γοήτευαν επίσης. Μακάρισα για μια ακόμα φορά την «Αγιαλένη» που τα χνάρια της με είχαν οδηγήσει ερευνητικά και ως εδώ.
  Πρόσεχα ότι οι Κερκυραίοι φαίνεται να προτιμούν την ανατολική, προς το πάρκο, πλευρά της πλατείας ενώ το πλήθος των  τουριστών τη δυτική, με τα πολυτελή καφενεία στις καμαρωτές στοές. Πλήθος παιδιών έτρεχαν, έκαναν ποδήλατο ή ανέβαιναν στα διάφορα μηχανοκίνητα οχήματα-παιχνίδια  ρίχνοντας κέρματα. Αρκετοί τουρίστες νοίκιαζαν τις ιππήλατες άμαξες που τους περιμένουν εκεί, για βόλτα στην Σπιανάδα και στη Γαρίτσα. 
Λίγο αργότερα επέστρεψα κατάκοπη στο ξενοδοχείο, όπου αφού τηλεφώνησα στους δικούς μου για τα της ομαλής άφιξής μου έπεσα ξερή στον ύπνο.

Τρίτη, 19/7/2005

Το άλλο πρωί ξεκίνησα πάλι πεζή για την πόλη προκειμένου να κάνω και τυπικά την έναρξη της λαογραφικής μου αποστολής, στη Νομαρχία. Στεγάζεται σε ένα σύγχρονο τσιμεντένιο κτίριο στο κέντρο της νέας, πολύβουης επέκτασης της πόλης, πίσω από το δημοτικό θέατρο της Κέρκυρας, κτίριο κακάσχημο κατά τη γνώμη μου, σαν κουτί, συγκριτικά και με το αρχιτεκτονικό στυλ της παλιάς πόλης.
Ευτυχώς για μένα, η γραμματέας του Νομάρχη αποδείχτηκε να έχει πάθος με τη Λαογραφία, όταν άκουσε τι δουλειά είχα στην Κέρκυρα. Είχε μάλιστα κάνει και μια σχετική εργασία στο σχολείο, όπως μου είπε, και ήταν πολύ πρόθυμη να με εξυπηρετήσει στη Νομαρχία αλλά και γενικότερα. Ανέφερε αμέσως τρεις τουλάχιστον «Αγιαλένες» στο νησί όταν τη ρώτησα σχετικά, ωστόσο χωρίς να είναι απολύτως σίγουρη. Ο άμεσος τρόπος που αντέδρασε στην ερώτησή μου για την «Αγιαλένη» έδειχνε ότι η «παραβατική» (μόνη, χωρίς τον άγιο Κωνσταντίνο) αυτή Αγία είναι οικεία εδώ και δικαιωνόμουν που αποφάσισα να κάνω και στην Κέρκυρα σχετική επιτόπια έρευνα. Επιβεβαιωνόταν ότι εδώ υπάρχουν τουλάχιστον τρεις, ίσως οι ίδιες για τις οποίες με είχε αρχικά πληροφορήσει και ο Κερκυραίος γιατρός που ερχόταν επισκέπτης στη βιβλιοθήκη του ΚΕΕΛ πριν λίγα χρόνια και τον είχα ρωτήσει σχετικά, πληροφορία που με είχε κεντρίσει ερευνητικά να επισκεφθώ το νησί. Είχα εντυπωσιαστεί τότε αλλά  επιφυλασσόμουν για την ακρίβεια αυτής της πληροφορίας. 
Στη λαογραφία επικρατούσε η λανθασμένη άποψη ότι την «παράδοση» την συναντά κανείς μόνο σε απομονωμένους, ορεινούς ή νησιωτικούς τόπους και  ότι τόποι πασίγνωστοι για την τουριστική τους ανάπτυξη έχουν από χρόνια ενταχθεί στη νεωτερικότητα  και δεν είναι πρόσφοροι για επιτόπια λαογραφική έρευνα, αντίληψη που δικαιολογεί και την έλλειψη επιτόπιας έρευνας από τους ερευνητές του ΚΕΕΛ στο νησί.  Τρανή απόδειξη του πόσο λάθος είναι αυτή η αντίληψη αποτελεί η μουσικολογική έρευνα που επιτελεί η συνάδελφος Μαρία Ανδρουλάκη στην επίσης τουριστική  Ρόδο, που έχει αποδώσει εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η Κέρκυρα έχει αναλογίες με τη Ρόδο και ως προς την κακώς εννοούμενη «ακριτικότητα» (γεωγραφικά τα δύο νησιά ορίζουν όντως το ΒΔ και το ΝΔ άκρο του σημερινού ελληνικού κράτους, αντίστοιχα), που στηρίζεται στα γεωγραφικά όρια που συγκροτούν την Ελλάδα σήμερα πάνω στο χάρτη.  Πολιτισμικά όμως και ιστορικά και τα δύο νησιά αποτελούν κομβικά γεωπολιτικά σημεία που γεφυρώνουν πολιτισμούς.  Η Κέρκυρα ως προς  τη Δύση, η Ρόδος ως προς την Ανατολή, ενώ αμφότερες έχουν τεθεί τους τελευταίους τουλάχιστον αιώνες κάτω από διαφορετικές, εθνοτικά, γλωσσικά και θρησκευτικά κυριαρχικές εξουσίες. Οι ιστορικές αυτές πραγματικότητες καθιστούν την έρευνά τους ακόμα πιο ενδιαφέρουσα ανθρωπολογικά, ως προς τις διαδραστικές αλληλεπιδράσεις των πάσης φύσεως  ετεροτήτων στο εσωτερικό τους  τόσο διαχρονικά, όσο και στη συγχρονία.  Έτσι προσωπικά είχα από χρόνια την αίσθηση ότι η Κέρκυρα είναι τόπος-κλειδί για την έρευνά μου, στηριζόμενη και στον πλούτο των παμπάλαιων αφηγηματικών δημοτικών τραγουδιών που είχε καταγράψει εδώ ο Μαρτζούκος τέλη του 19ου αι .
 Τη χαριστική ώθηση στο να πραγματοποιήσω ερευνητική επίσκεψη στο νησί, την έδωσε η αδελφή μου η Χλόη. Πραγματοποιώντας τον Ιούνιο του 2003 ολιγοήμερες διακοπές στην Κέρκυρα, είχε παρακολουθήσει, συμπτωματικά, μια εβδομάδα μετά τη γιορτή του αγίου Πνεύματος, ένα πανηγύρι που λάβαινε χώρα στην εκκλησία της «Αγιαλένης», όπως την ονομάτιζαν οι πανηγυριώτες, στα «Κανάλια», συνοικία  στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας Κέρκυρας (τη συγκεκριμένη  «Αγιαλένη» μου την είχε ήδη αναφέρει τότε και ο προαναφερθείς Κερκυραίος γιατρός και έτσι η παρουσία της διασταυρωνόταν εκείνη την ημέρα τριπλά και με την αναφορά της  από την γραμματέα του νομάρχη). Μου είχε κεντρίσει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον το γεγονός ότι το πανηγύρι δεν γινόταν  στη γιορτή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, στις 21 Μαΐου, που ήταν πριν λίγες μόλις ημέρες, παράδοξο που μου θύμιζε την «Αγιαλένη» της αρχαίας Αλίφειρας. Όντας ενημερωμένη η αδελφή μου από μένα για το ζήτημα της «Αγιαλένης», ρώτησε εκεί σχετικά και πληροφορήθηκε για την παρουσία μιας ακόμα «Αγιαλένης» στο χωριό Κάτω Κορακιάνα, την οποία και είχε επισκεφθεί. Επιστρέφοντας, εκτός από τις πληροφορίες, μου είχε φέρει και φωτογραφίες από τις δύο αυτές «Αγιαλένες». Για την «Αγιαλένη» της Άνω Κορακιάνας είχα μια ακόμα επιβεβαιωτική πληροφορία από την Ελένη Αρμένη,  συνάδελφο  στο διοικητικό τμήμα του ΚΕΕΛ, που είχε έλθει  το προηγούμενο καλοκαίρι, του 2004, διακοπές στο νησί.  Ποια να ήταν άραγε η τρίτη «Αγιαλένη», αν όντως υπήρχε;
Η νομαρχιακή λοιπόν γραμματέας, μη όντας η ίδια απολύτως σίγουρη για το πόσες ακριβώς «Αγιαλένες» υπάρχουν στο νησί, μου ανέφερε και  έναν τοπικό ιστορικό  που έχει γράψει βιβλίο για τους ναούς της Κέρκυρας, τον οποίο μάλιστα γνώριζε προσωπικά και θα τον έφερνε σε επαφή μαζί μου. Η ικανοποίησή μου για αυτές τις πληροφορίες πριν καλά-καλά αρχίσω την επιτόπια έρευνα, ήταν μεγάλη και την ευχαρίστησα θερμά. Στη συνέχεια με πληροφόρησε ότι την ίδια εκείνη ημέρα, παραμονή της γιορτής του προφήτη Ηλία, θα γινόταν πανηγύρι στο χωριό Άνω Παυλιάνα, και με προέτρεψε  να πάω να το παρακολουθήσω.

Αρχαιολογικό Μουσείο
Μετά τη Νομαρχία πήρα το δρόμο  για το Αρχαιολογικό  Μουσείο της Κέρκυρας. Πέρα από τη γενικότερη ενημέρωση για την αρχαία ιστορία και τέχνη του νησιού, ήθελα να «διαβάσω» τα ευρήματα και με τη δική μου οπτική, «συγκρίνοντας τα [εκ πρώτης όψεως] μη συγκρίσιμα», μέθοδο που ωστόσο μπορεί να δώσει απρόσμενα αποτελέσματα. Να ανιχνεύσω δηλαδή αν, πέρα από τα σύγχρονα, υπήρχαν  και αρχαία  σημάδια που να δηλώνουν, άμεσα ή έμμεσα, τη λατρεία της Ελένης και στην Κέρκυρα ως θεάς του θανάτου και της αναγέννησης. Αγόρασα τον αρχαιολογικό οδηγό  του μουσείου και του αρχαιολογικού χώρου της αρχαίας Κέρκυρας (σημερινής Παλαιόπολης) και άρχισα τη συναρπαστική περιήγησή μου στο μουσείο.


Κέρκυρα,  Αρχαιολογικό Μουσείο. Χάρτες με τις αρχαιολογικές θέσεις της Κέρκυρας (πάνω) , αρκετές από τις οποίες συμπίπτουν και με τις θέσεις της "Αγιαλένης¨, και της πόλης της Αρχαίας Κέρκυρας (κάτω) 19/7/2005


Στη «βόρεια αίθουσα» μια σειρά από πήλινα αγαλματίδια της Αρτέμιδος,  από το «μικρό ιερό» της όσο κα από άλλα σημεία, μου υπεδείκνυαν ήδη τα σημάδια της. Και τούτο γιατί πολλά αρχαιολογικά και συμβολικά τεκμήρια υποδεικνύουν ότι η θεά Άρτεμη δεν παύει να είναι μια από τις όψεις της πολυώνυμης και πολυπρόσωπης χθόνιας Μεγάλης θεάς-Μητέρας όσο και αν, συνειδητά η μη για τους αρχαίους πιστούς, με την πάροδο των αιώνων είχε αυτονομηθεί ως μια από τις πιο σημαντικές θεές του αρχαίου Δωδεκάθεου.


Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο. Τμήμα προθήκης με αγαλματίδια της θεάς Αρτέμιδος (19/7/2005)

 Και η (κατά την κρίση μου) απόδειξη αυτής της υπόθεσης δεν άργησε να φανεί, στο τρίγωνο του λίθινου αετώματος του αρχαϊκού ναού της Αρτέμιδος που εκτίθεται συντηρημένο σε ειδική αίθουσα του Μουσείου, καταλαμβάνοντας όλο τον ανατολικό τοίχο της, κάτι που μας προϊδεάζει και για το μέγεθος του ναού, που βρισκόταν στην αρχαία Κέρκυρα. Τα ερείπιά του έχουν ανασκαφεί και βρίσκονται στη σημερινή τοποθεσία Παλιόπολη (συνοικία στα νότια της πόλης της Κέρκυρας, δυτικά του «Υλλαϊκού λιμανιού», της σημερινής λιμνοθάλασσας και του αεροδρόμιου) τοπωνύμιο που δηλώνει την ανεξίτηλη παρουσία της αρχαίας πόλης στη μνήμη των κατοίκων της, διαχρονικά. 



Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο. Η αίθουσα με το αέτωμα του ναού της Αρτέμιδος 19/7/2005)


Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο. Το κεντρικό τμήμα του αετώματος του ναού της Αρτέμιδος με την Γοργώ-Μέδουσα (19/7/2005)

 Στο κέντρο του αετώματος (το αρχαιότερο λίθινο που έχει βρεθεί, κατά τον αρχαιολογικό οδηγό του μουσείου) απεικονίζεται η θεά ως «πότνια θηρών» με τη μορφή μιας τεράστιας Μέδουσας-Γοργούς, τρομερή με την αποτρόπαια μορφή της, με ανοιγμένα τα φτερά στις πλάτες και στα λυγισμένα πόδια της, με φίδια στο κεφάλι και στη μέση της και που μοιάζει σα να έχει μόλις ακουμπήσει πάνω στη γη με το λυγισμένο της γόνατο. Μου έφερε στο νου και αυτήν του μουσείου της Παροικιά στην Πάρο. «Μεγαλομάτα», με κοίταζε με το φοβερό βλέμμα της και τη γλώσσα πεταμένη έξω, ενώ εγώ την έβλεπα κοκαλωμένη, όπως όλοι όσοι αντίκριζαν τη «ριγεδανή»  μορφή της. Χωρίς τα χρώματα που έδιναν κατά την αρχαιότητα περισσότερη ζωντάνια στο γλυπτό, πλαισιωμένη από δύο τρομερούς λεοντοπάνθηρες, όπως η Μεγάλη θεά, αλλά και από τα μυθικά παιδιά  της, το φτερωτό άλογο Πήγασο και τον γιο Χρυσάορα,  δήλωνε για μένα ποια ακριβώς θεά κρύβεται πίσω από την ΄Αρτεμη αλλά και ποια ήταν η κύρια θεότητα που λατρευόταν στην Κέρκυρα.  Η  γέννηση αλόγου, του Αρίωνα, και από τη Δήμητρα στην αρχαία  Θέλπουσα της Αρκαδίας  δηλώνει παραλλαγή της ίδιας ιστορίας  και τη σχέση ανάμεσα στη Δήμητρα (Γη-Μητέρα) και στη Γοργώ, πολύ περισσότερο (αμφίδρομα τεκμηριωτικά ως προς την ερευνητική υπόθεσή μου)  που πολύ κοντά στη Θέλπουσα έχω εντοπίσει δύο "Αγιαλένες", σε αλώνια και σιταρότοπους.


Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο. Η Γοργώ-Μέδουσα, κεντρική φιγούρα στο αέτωμα του ναού της Αρτέμιδος (19/7/2005)

Αλλιώς, τι «δουλειά», είχε να δεσπόζει ακριβώς πάνω στο αέτωμα του ναού της; Δηλαδή ποιοι τοπικοί μυθικοί, λατρευτικοί και ιστορικοί λόγοι  επέβαλλαν ώστε η Γοργώ να σφετερίζεται εδώ κατά ένα τρόπο τη θέση της Αρτέμιδος στον ίδιο της το ναό; Ακόμα όμως και αν το αέτωμα δεν δηλώνει εδώ την ταύτιση της Αρτέμιδος με την Μεγάλη θεά (όπως πιστεύω), δηλώνει πάντως τη μεγάλη σημασία του μύθου της Μέδουσας-Γοργούς για το νησί, η οποία ταυτίζεται από πολλούς μελετητές με την Μεγάλη Μητέρα-θεά, δηλαδή την Γη-μητέρα-Δήμητρα-Ελένη, όπως υποστηρίζω. Η παρουσία της Γοργούς είναι έντονη στο Μουσείο τόσο και στα ακροκέραμα του ίδιου ναού, σε οικοδομικές φάσεις του παλιότερες και σύγχρονες του αετώματος, όσο και από άλλα κτίσματα (Ηραίο κ.λπ.). 

 Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο. Σχέδια του αρχαίου ναού της Αρτέμιδος, αναρτημένο στο Μουσείο (19/7/2005)

Αναζητώντας τα στοιχεία που μπορεί να υποστηρίζουν την ταύτιση της μεγάλης Μητέρας-Δήμητρας με την Ελένη, έχω εντοπίσει και πιθανή ετυμολογική τεκμηρίωση της σχέσης Αρτέμιδας-Ελένης-Γοργούς, με βάση τη ρίζα Fωλ / Fωρ- του προσηγορικού της Αρτέμιδος ως Ορθίας, αλλά και του ονόματος Ελένη (Fελ  / Fωλ), ρίζα που σχετίζεται και με τη λέξη Γορ-γώ. Η κυριαρχική εικονικά παρουσία της Γοργούς στο ναό της Αρτέμιδος στην Κέρκυρα  υποστηρίζει κατά την κρίση μου  αυτή την ετυμολογική και συμβολική σχέση Αρτέμιδος-Γοργούς-Ελένης ―και τ’ ανάπαλιν. Πολύ περισσότερο που το όνομα Κέρκυρα, συλλογιζόμουν,  παραδίδεται και με τον τύπο Κόρκυρα (ε/ο), που παραπέμπει στη ρίζα Κορ- / Γορ-, Γόργυρα/Γέργυρα/Κέρκυρα (αφού το δίγαμμα F αποδίδεται φωνητικά ως β, γ ή κ), δηλαδή, σύμφωνα με τα παραπάνω,  Κέρκυρα=το νησί της Γοργούς-Ελένης  (ή/και Ωλένης).


Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο. Πήλινος αναθηματικός κόκορας ( σχετίζεται γενικότερα με το μύθο της Ελένης) και γυναικεία ειδώλια (19/7/2005)

Η υπόθεση των αρχαιολόγων (στον Οδηγό του μουσείου) πως στο αριστερό άκρο του αετώματος εικονίζεται και ο Πρίαμος, μορφή που παραπέμπει έμμεσα και στον Τρωικό Πόλεμο και στην Ελένη, μπορεί να ενισχύει αυτή την ερμηνεία. Πέραν αυτού και  η στριμωγμένη στο δεξιό άκρο του ίδιου αετώματος Γιγαντομαχία (ενώ σε άλλα αετώματα αναπτύσσεται σε όλη τους την επιφάνεια), μπορεί επίσης ν’ αποτελεί σχόλιο για τη νίκη των νεότερων Ολύμπιων θεών και του Δία έναντι των παλιότερων χθόνιων και δη έναντι της κυρίαρχης Μεγάλης θεάς Μητέρας-Γοργούς-Ελένης, η οποία όμως στην  Κέρκυρα φαίνεται δεν έπαυε να κυριαρχεί, όχι μόνο στο αέτωμα αλλά και στην τοπική πίστη και λατρεία. Δεν ήταν λοιπόν περίεργη η παρουσία τουλάχιστον τριών τόπων «Αγιαλένης» στο νησί, αν και έπρεπε πρώτα να τους επισκεφθώ για να δω αν συναινούσαν και τα σημάδια του τοπίου στη συμβολική ταυτοποίησή τους με την Μητέρα-θεά Ελένη.



Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο.  Σχηματική αναπαράσταση της πρόσοψης του ναού της Αρτέμιδος με το αέτωμα της Γοργούς και γυναικεία ειδώλια (19/7/2005)




Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο. Πήλινες πινακίδες με τη μορφή της Μέδουσας (19/7/2005)

Βγαίνοντας από το μουσείο, στο ισόγειο, δίπλα από τη σκάλα, κι άλλο  σημάδι του μύθου της θεάς: πάνω σε μια τετράγωνη βάση αγάλματος (αρ. 205, 1ος αι. π.Χ.) η σκηνή της αρπαγής της Περσεφόνης, με όλα τα πρόσωπα του δράματος, που με παρέπεμψε πάλι και στον κοντινό υγρότοπο του ποταμού Αχέροντα, το νεκρομαντείο και την «Αγιαλένη» του που είχα τόσο νωπά στη μνήμη και μπορούσα να συγκρίνω τις συμβολικές σχέσεις τους. Ο Ερμής κρατώντας τα γκέμια των αλόγων του άρματος τα οδηγεί στον κάτω κόσμο, ο Πλούτωνας πάνω στο άρμα με την αρπαγμένη Περσεφόνη στην αγκαλιά του και πίσω από το άρμα να παρακολουθούν τρομαγμένες κι ανήμπορες τρεις θεές: η Άρτεμις (όπως υπέθεσα από  το τόξο που κρατάει), η Αθηνά (όπως υπέθεσα από την ασπίδα) και η Δήμητρα (όπως υπέθεσα λόγω Περσεφόνης αλλά και λόγω του ότι έχει το ένα χέρι σηκωμένο πάνω στο κεφάλι της, σαν να τραβάει τα μαλλιά της θρηνώντας). Εκτός από τη Δήμητρα, μου φάνηκε παράξενο να εικονίζονται παρούσες και οι δύο άλλες θεές στην αρπαγή. Αναρωτήθηκα τι να υπονοεί άραγε η μυθική αυτή αναπαράσταση, και μη έχοντας εκείνη τη στιγμή άλλες πληροφορίες υπ’ όψη μου (ο οδηγός δεν ανέφερε κάτι σχετικά) σκέφτηκα μήπως δηλώνει ακριβώς τη σχέση ταύτισης μεταξύ τους, ωσάν όλα τα γυναικεία πρόσωπα της παράστασης να είναι μετωνυμίες, μεταμορφώσεις και όψεις μιας και της αυτής  θηλυκής θεότητας.  
Η Δήμητρα όμως και το δρεπάνι, άρα και τα δημητριακά,  συνδέονται από την  κοσμογονία με την Κέρκυρα, αφού, όπως μας παραδίδει ο Αριστοτέλης , η ίδια έκρυψε κάτω από το χώμα του νησιού το πελώριο δρεπάνι με το οποίο έκοψε τα γεννητικά όργανα του Κρόνου. Ο μαρτυριάρης θαλάσσιος Πόντος όμως, αποκάλυψε σιγά-σιγά το δρεπάνι γλύφοντας το έδαφος της Κέρκυρας, η οποία έτσι πήρε το σχήμα του δρεπανιού, που της απέδωσε και το όνομα «Δρεπάνη».  

 

Κέρκυρα, αρχαιολογικό μουσείο.   Στύλος με την επιγραφή ΔΙΟΣΚΟΥΡΩ (19/7/2005)

Στην ίδια αίθουσα κι άλλο σημάδι: μια μικρή αράβδωτη κολώνα-σήμα («κολωνάκι») φέρει την επιγραφή ΔΙΟΣΚΟΥΡΩ, δηλαδή Διόσκουροι, σε σε δυικό αριθμό. Πιθανόν ο ενεπίγραφος αυτός κιονίσκος να όριζε το χώρο κάποιου ιερού αφιερωμένου σε αυτούς, σκέφτηκα. Επειδή η Ελένη είναι αχώριστη θρησκευτικά από τους Διόσκουρους, θεώρησα ότι το ιερό θα παρέπεμπε και στη δική της παρουσία, ίσως μάλιστα να ήταν δίπλα σε κάποιο δικό της ιερό, όπως υποθέτω ότι συμβαίνει και στη Αρχαία Μεσσήνη, όπου έχουμε ιερό Διόσκουρων και Δήμητρας μαζί.
Ο τοπικός προσδιορισμός του αρχαιολογικού οδηγού ότι ο ναός της Αρτέμιδος είναι «στους Αγίους Θεοδώρους» (στην Παλaιόπολη), που σημαίνει για μένα ότι στους χριστιανικούς χρόνους κοντά ή πάνω στο ναό «της Αρτέμιδος» είχε χτιστεί χριστιανικός ναός αφιερωμένος σε καβαλάρηδες στρατιωτικούς «δίδυμους» αγίους («Διόσκουρους»), όπως απεικονίζονται οι δύο αυτοί άγιοι, ήταν μια ακόμα τεκμηρίωση ότι η «άρρητη», μυστική Ελένη κρύβεται πίσω από την Γοργώ-Αρτέμιδα, όπως (κατά την κρίση μου) και στη Σπάρτη πίσω από την «Ορθία»!  Το ότι και στην Πάρο που είχα επισκεφθεί πρόσφατα για την ίδια έρευνα  ο αρχαίος ναός όπου το άγαλμα της Γοργούς είναι εκεί όπου χτίστηκε η παλαιοχριστιανική εκκλησία της  Κοίμησης της  Παναγίας «της Εκατονταπυλιανής»,  κτήτωρ της οποίας παραδίδεται η ιστορική Αγία  Ελένη, ενώ ένα εκκλησάκι της «Αγιαλένης» είναι χτισμένο σήμερα κοντά τους, ενίσχυε αυτές τις σκέψεις.
Η Κέρκυρα υπερέβαινε κατά πολύ τις προσδοκίες που είχα όταν ερχόμουν και δικαίωνε συνεχώς την απόφασή μου να την επισκεφθώ και μάλιστα ως το «κύκνειο άσμα» της επαγγελματικής επιτόπιας έρευνάς μου, της εντελλόμενης από την Ακαδημία Αθηνών (γιατί δεν είχα σκοπό να παρατήσω την έρευνα, σε ιδιωτική βάση), αφού το φθινόπωρο θα έβγαινα στη σύνταξη.
Καθώς απομακρυνόμουν από το μουσείο, χτύπησε το κινητό μου τηλέφωνο. Ήταν ο κ. Καπάδοχος, ο συγγραφέας του βιβλίου για τις εκκλησίες της Κέρκυρας! Μου υπέδειξε ένα βιβλιοπωλείο στο κέντρο της πόλης όπου θα μπορούσα να βρω το βιβλίο του, αφού η αναζήτησή του στην «Αναγνωστική Εταιρεία» της Κέρκυρας  που είχα πραγματοποιήσει πριν πάω στο μουσείο, είχε αποβεί άκαρπη. Όταν κατάφερα αμέσως μετά να βρω το βιβλιοπωλείο που μου υπέδειξε μέσα στα δαιδαλώδη, άγνωστα για μένα καντούνια, βρήκα το βιβλίο. Στο παλιό αυτό βιβλιοπωλείο, ο φιλόξενος, ηλικιωμένος βιβλιοπώλης με βοήθησε να βρω και τρία άλλα, ενδιαφέροντα για μένα, βιβλία: ένα για την ιστορία των «συναδελφικών» ορθόδοξων ναών της Κέρκυρας, ένα για την ιστορία της Κέρκυρας από την Αρχαιότητα ως τις μέρες μας και ένα για τα Λαογραφικά του χωριού Νυμφές  στη βόρεια Κέρκυρα, όπου είχα ήδη εντοπίσει ενοριακό ναό των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και σκόπευα να το επισκεφθώ.
Πήρα τα βιβλία και επέστρεψα στο ξενοδοχείο για να μεσημεριάσω, γιατί είχε περάσει πια η ώρα για να επισκεφθώ τον αρχαιολογικό χώρο της Κέρκυρας, στην Παλαιόπολη, όπως σκόπευα αλλά και γιατί η ζέστη ήταν αφόρητη. Στην «ιστορία της Κέρκυρας» που άρχισα να διαβάζω στη δροσιά του κλιματιζόμενου δωματίου μου, στις πρώτες σελίδες που αφορούν την αρχαία ιστορία της, να τη πάλι η «Κόρκυρα», ως το αρχαιότερο όνομα του νησιού. Όσο  ξανασκεφτόμουν την υπόθεσή  μου ότι το Κόρκυρα (που μετά έγινε Κέρκυρα) μπορεί να ήταν απόδοση στο τοπικό ιδίωμα της Γοργούς (Fολ- Γορ-γυρα > Κορ-κυρα) με το δεύτερο συνθετικό να είναι ίσως τόπου σημαντικό, τόσο μου φαινόταν πιθανότερη αλλά οι γλωσσολογικές μου γνώσεις δεν επέτρεπαν να είμαι σίγουρη, αν δεν έκαναν τους γλωσσολόγους να γελάνε! Η ύπαρξη ωστόσο της «αγίας Κερκύρας» στο νησί επικυρώνει πιστεύω και χριστιανικά την υπόθεσή μου. Έχοντας πρόσφατη και την εμπειρία μου από την «Εκατονταπυλιανή/Καταπολιανή» στην Πάρο, συλλογιζόμουν ότι οι ετυμολογικές ερμηνείες (και όχι μόνο) δεν πρέπει να στηρίζονται μόνο σε γλωσσικούς και φιλολογικούς κανόνες στα γραφεία των γλωσσολόγων αλλά ότι πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψη και άλλα, συμβολικά, θρησκευτικά, ιδιωματικά, τοπογραφικά, αρχαιολογικά, ιστορικά κ.λπ. πολιτισμικά κριτήρια και μάλιστα τα εθνογραφικά με επιτόπια παρατήρηση, που (όπως πιστεύω τεκμηριώνει και η έρευνά μου) αν κάποιος τα «διαβάσει» συνδυαστικά, κριτικά και συγκριτικά, δεν σφάλλουν. Γιατί τα πολιτισμικά ίχνη δεν χάνονται, αν μεταξύ άλλων τα ανιχνεύσουμε και όπως οι αστυνομικοί τα ίχνη του φόνου που, συγκροτώντας από επιμέρους ανύπαρκτες εκ πρώτης όψεως λεπτομέρειες μια «μαγική εικόνα», τους οδηγούν συνδυαστικά στο δολοφόνο.
Σαν απάντηση σε αυτές τις σκέψεις, διάβασα στο βιβλίο για τις Νυμφές, που ξεφύλλισα μετά, ότι ο ενοριακός ―και κοιμητηριακός, άρα είχε σχέση με τους χθόνιους νεκρούς― ναός του χωριού, αφιερωμένος στους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, είναι χτισμένος πάνω σε αρχαίο ναό, αποδιδόμενο στον Απόλλωνα, θεό που είναι αδελφός της Αρτέμιδος και ο οποίος στους Δελφούς, παραδείγματος χάρη, έχει σφετεριστεί το ιερό και το μαντείο της θεάς Γης.
Με τα διαβάσματα πέρασε η ώρα και ξεκίνησα  σχεδόν σούρουπο να πάω στην Άνω Παυλιάνα για να καταγράψω το πανηγύρι  του προφήτη Ηλία, την παραμονή της γιορτής του. Ακολουθούσα για να βρω το χωριό λεπτομερή χάρτη του νησιού που είχα αγοράσει στο βιβλιοπωλείο που είχα πάει το μεσημέρι. Μ’ έπιασε όμως η νύχτα στο δρόμο και καθώς ήμουν άπειρη και φοβισμένη ακόμα να κυκλοφορώ στους στενούς αλλά πολυσύχναστους δρόμους του νησιού και χωρίς τη βοήθεια συνοδηγού, χάθηκα,  μη βρίσκοντας τη σωστή διασταύρωση για να στρίψω. ¨Έτσι αναγκάστηκα (αφού βρέθηκα αλλού γι’ αλλού  και δεν θα προλάβαινα έτσι κι αλλιώς πολλά από το πανηγύρι, αν ποτέ έφτανα) να επιστρέψω  περίλυπη και αγχωμένη στην πόλη της Κέρκυρας.
 Στο ξενοδοχείο όπου γύρισα για να αφήσω το αυτοκίνητο, μελέτησα και πάλι τον χάρτη, μήπως και καταλάβω πώς τα κατάφερα και χάθηκα. Ο χάρτης περιλαμβάνει στην πίσω όψη του και πολεοδομικό χάρτη της πόλης της Κέρκυρας, πιο μεγάλο και λεπτομερή από αυτόν που με είχε προμηθεύσει ο ξενοδόχος. Παρατηρώντας τον για να προσανατολιστώ και να εξοικειωθώ περισσότερο με τον οικοδομικό ιστό της πόλης (τώρα που είχα και κάποια εμπειρία) είδα με μεγάλη μου έκπληξη  ότι μια πολύ κεντρική πλατεία, στην καρδιά της παλιάς πόλης, ονομάζεται «πλατεία Αγίας Ελένης», όσο και ένας δρόμος που ξεκινώντας από αυτήν κατευθύνεται προς τα ΒΑ και καταλήγει σε ένα πλάτωμα όπου κτίρια του Ιόνιου Πανεπιστήμιου, λίγο πριν από το μέγαρο της Μητρόπολης Κερκύρας και Παξών! Παρόλο που ο συγκεκριμένος χάρτης ονοματίζει όλους σχεδόν τους ναούς της πόλης,  δεν έβλεπα  να σημειώνει ομώνυμο ναό εκεί κοντά, αν και ανέφερε κοντά της τον Άγιο Νικόλαο «των Γερόντων». Να είναι άραγε η τρίτη «Αγιαλένη» στην οποία είχε αναφερθεί η γραμματέας, αναρωτήθηκα, αλλά μόνο ως τοπωνύμιο, χωρίς ναό, όπως και σε άλλες περιπτώσεις;  Ενθουσιασμένη που την εντόπισα, ξεκίνησα αμέσως, πεζή βεβαίως, για τον εντοπισμό της ώστε ν’ αναπληρώσω και την αποτυχία της Άνω Παυλιάνας αλλά και για να δειπνήσω.

Πλατεία Αγίας Ελένης




Κέρκυρα, η πλατεία "της Αγίας Ελένης", νύχτα (πάνω) και ημέρα (κάτω), 19/7/2005


Κέρκυρα. Χάρτης της παλιάς πόλης. Σε κύκλο σημειώνεται η θέση της πλατείας της "Αγίας Ελένης" 

Με οδηγό το χάρτη αλλά και ρωτώντας οδηγήθηκα στη «Σκαλινάδα» και βρήκα την πλατεία της αγίας Ελένης μετά τον Άγιο Νικόλαο «των Γερόντων», πολύ κοντά και στην εκκλησία του πολιούχου αγίου Σπυρίδωνα. Δεν υπάρχει στη μικρή αυτή πλατεία που περικλείεται από όμορφα, πολυώροφα κερκυραϊκά σπίτια, εκκλησία της αγίας Ελένης. Έβλεπα μόνον ένα παλαιό φοίνικα στο κέντρο της.
Ρώτησα μια ηλικιωμένη  γυναίκα που καθόταν έξω από ένα μαγαζί για το όνομα της πλατείας και για την ανύπαρκτη εκκλησία της αγίας Ελένης. Με πληροφόρησε ότι «λέγεται» (ρήμα που δηλώνει  μυθική αφήγηση, θρύλο και όχι ιστορική πραγματικότητα)  πως στη θέση του φοίνικα υπήρχε κάποτε εκκλησάκι της αγίας Ελένης αλλά κανείς δε  θυμάται να το έχει δει. Μετά και τα όσα είχα βιώσει και σκεφτεί εκείνη την πρώτη μόλις ημέρα της έρευνας, είχα πραγματικά εντυπωσιαστεί αλλά και ταραχτεί από την ονομασία αυτής της μικρής, μα τόσο κεντρικής, πλατείας ως «Αγίας Ελένης». Η έλλειψη σχετικού ναού δήλωνε πόσο ισχυρή είναι και εδώ η μνήμη της παραβατικής «Αγιαλένης» μόνης, χωρίς τον άγιο Κωνσταντίνο, αφού επιβιώνει ως τοπωνύμιο και μετά την εξαφάνιση του ναού της ―ποιος να γνωρίζει πόσα χρόνια πριν, αν ποτέ υπήρξε τέτοιο «εκκλησάκι» σε αυτό το σημείο. Αναρωτιόμουν αν θα μπορούσε να σημαίνει κάτι σε λανθάνον συμβολικό και ιστορικό επίπεδο η, σε κοντινή απόσταση από την πλατεία, παρουσία του ναού του πολιούχου αγίου Σπυρίδωνα, που ―τολμούσα να υποθέσω― ίσως πήρε επίσημα τη θέση της πανάρχαιας «πολιούχου» Γοργούς-Ελένης;  


Κέρκυρα. Ο ναός και το καμπαναριό του αγ. Σπυρίδωνα (19/7/2005)

Το ότι ο ομώνυμος δρόμος που ξεκινώντας  από την πλατεία της Αγίας Ελένης φθάνει σχεδόν ως τη Μητρόπολη, ίσως κάτι να θέλει να αφηγηθεί σχετικά, σκέφτηκα. Σε σκέψη με έβαζε και το γεγονός ότι η πλατεία και ο δρόμος της «Αγιαλένης», όπως είχα δει στο χάρτη, γειτνιάζει και με τη συνοικία «Άγιοι Απόστολοι», ονοματισμένη από τον ναό τους, που σημειώνεται εκεί. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι η Εκκλησία και οι τοπικοί Άρχοντες, ονοματίζοντας την κοντινή στη Μητρόπολη αυτή περιοχή με τα ονόματα των αγίων  Αποστόλων και της Αγίας Ελένης, θέλησε ίσως να τιμήσει τα ζεύγη των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου αλλά και των «Ισαποστόλων» Κωνσταντίνου και Ελένης, ως ιδρυτές  και υποστηρικτές της Χριστιανικής Θρησκείας, συνδυασμό που παρατηρώ συχνά ιστορημένο εικονογραφικά πάνω στο δυτικό τοίχο των ναών. Όμως γιατί να αγνοείται εδώ ο περιβεβλημένος με περισσότερο κοσμικό και εκκλησιαστικό κύρος άγιος και «Μέγας» αυτοκράτορας Κωνσταντίνος και να ονοματίζεται μόνο η αγία Ελένη, της οποίας το όνομα «φυτρώνει» και πάλι μόνο του  λίγες εκατοντάδες μέτρα παρακάτω, στα Κανάλια;  Και γιατί να μην έχουν επίσης ναό εδώ, όπως οι άγιοι Απόστολοι; Από την άλλη, οι άγιοι Απόστολοι εικονογραφικά δεν παύουν ν’ αποτελούν ένα από τα «ζεύγη» αγίων που μεταξύ άλλων «δίδυμων» αγίων (Θεόδωροι, όπως παραπάνω, Ανάργυροι, Ταξιάρχες, Δημήτριος και Γεώργιος) έχω δει άπειρες φορές να συσχετίζονται επίμονα με την εικόνα των  αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης




Κέρκυρα. Ο "αγιος Νικόλαος των Γερόντων", η είσοδος (πάνω), η προσκυνηματική εικόνα και ο δεσποτικός θρόνος (κάτω), πάνω από τον οποίο , στα δεξιά, διακρίνεται η εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (19/7/2005)

Περνώντας έξω από τον πολύ κοντινό ναό του «Αγίου Νικολάου των Γερόντων» έκανα μια στάση, καθώς ήταν ανοιχτός. Η επιγραφή πάνω από την είσοδο που ευτυχώς έχουν οι περισσότεροι κερκυραϊκοί ναοί (δεν έχω καταλάβει γιατί οι περισσότερες εκκλησίες ανά την επικράτεια να μην αναγράφουν εξωτερικά σε ποιον/ους  άγιο είναι αφιερωμένες, σήμερα μάλιστα που είναι κλειδωμένες και δεν μπορεί να μπει κανείς να το δει στην αφιερωματική εικόνα) αναγράφει ότι είναι αφιερωμένη και στον Ταξιάρχη Μιχαήλ. Σε δύο αγίους λοιπόν, ο ένας μάλιστα «στρατιωτικός», όσο και ψυχοπομπός. Μήπως έχουμε και ’δω αναφορά σε «Δίδυμους»; Αναλογίστηκα, αλλά μου φάνηκε πολύ «τραβηγμένο» και περιορίστηκα να μπω και να θαυμάσω έναν ακόμα περιποιημένο,  πλούσια στολισμένο ναό, με την εικόνα του αγίου Νικολάου ασημοντυμένη να τον αναπαριστά ως ένα σκουρόχρωμο γέροντα. Δυο εικόνες ωστόσο τοποθετημένες ένθεν και ένθεν της κορυφής του δεσποτικού θρόνου από κάποιον/αν πιστό (όπως φαινόταν από το είδος, το μέγεθος και τον τρόπο της τοποθέτησης), η μια με την αγία «Τριάδα» (που εικονίζει «δίδυμες» ανδρικές μορφές) και η άλλη με τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, μου έθεσαν ξανά το ζήτημα. 





Κέρκυρα. Ο ναός της αγίας Άννας και του αγίου Ελευθέριου. Από πάνω προς τα κάτω: είσοδος, ΒΑ γωνία του τέμπλου, προσκυνηματική εικόνα της αγίας Άννας με την Παναγία (19/7/2005)


Λίγο πιο κάτω, η εκκλησία «του αγίου Ελευθερίου και της αγίας Άννης» ήταν επίσης ανοιχτή και μπήκα μέσα. Η διπλή και εδώ αφιέρωση δηλώνει πως είναι κάτι συνηθισμένο εδώ και θα μπορούσε να ακυρώσει την υπόθεσή μου για «διδύμους» κοντά στην πλατεία της αγίας Ελένης. Ωστόσο η αγία Άννα, ως μητέρα της Παναγίας, παραπέμπει συμβολικά και εικονικά σε ζευγάρι ιερής μάνας-και-κόρης, που μας παραπέμπει επίσης σε μια από τις όψεις της Μητέρας.  Άλλωστε  η διπλή αφιέρωση και στον άγιο Ελευθέριο, προστάτη των εγκύων και αρωγό στον καλό τοκετό, φαίνεται να τονίζει εδώ συμβολικά τη διπλή ιερή μητρότητα: τόσο της αγίας Άννας, όσο και της Παναγίας. Άραγε η γειτνίαση και αυτής της εκκλησίας με την πλατεία της αγίας Ελένης να  έχει σχέση με τα όσα με προβληματίζουν; σκέφτηκα.
Ο ναός είναι επιβλητικός εσωτερικά και το τρεμουλιαστό φως των καντηλιών και των κεριών τόνιζε αυτή την αίσθηση. Η μεγαλόπρεπη εικόνα της μητέρας αγίας ΄Αννας με τη νεαρή κόρη Παναγία στην αγκαλιά της ήταν σχεδόν καλυμμένη με ένα τεράστιο μπουκέτο φρέσκα λουλούδια ενώ πολλά χρυσά και ασημένια τάματα κρέμονται στο κάτω μέρος της εικόνας. Στην κορυφή της ίδιας εικόνας, πίσω από το ασημοκάντηλο που κρέμεται από ΄κεί, μια μικρότερη εικόνα απεικονίζει μια βρεφοκρατούσα επίσης. Το ολόγλυφο ασήμι με το οποίο είναι καλυμμένη μόλις αφήνει να φανεί το σχεδόν «μαύρο» πρόσωπο που κρατάει ένα παιδί με επίσης σκούρο πρόσωπο, και εμποδίζει από το ύψος που βρίσκεται μάλιστα, να ξεχωρίσει κανείς αν πρόκειται για την αγία Άννα με την Παναγία ή για την Παναγία με τον Χριστό. Ό, τι και αν μπορεί να σημαίνει σε σχέση με τη ερευνητική μου υπόθεση, αυτό που γίνεται φανερό εδώ είναι το πόσο τιμούν την αγία Άννα και τον άγιο Ελευθέριο οι Κερκυραίες/οι, τιμή που αφορά τη μητρότητα εν γένει και συμβολικά το ζεύγος Μητέρα-και-Κόρη και τη διπλή (όσο και αέναη, σαν τις ρώσικες «Ματρούσκες») μητρότητα που αυτό αντιπροσωπεύει.
Δείπνησα σε ένα από τα τόσα εστιατόρια του κέντρου που μένουν ως πολύ αργά ανοιχτά, συλλογισμένη με όλα αυτά τα ερωτήματα αλλά και ενθουσιασμένη  από τα ευρήματα και την υπέροχη πόλη. Επέστρεψα πεζή στο ξενοδοχείο, από τον περιμετρικό .παραθαλάσσιο δρόμο αυτή τη φορά.

Τετάρτη,  20/7/2005

Πήρα το πρωινό μου έξω, βλέποντας το λιμάνι και τα φέρυ μπόουτ να φορτώνουν και να ξεφορτώνουν επιβάτες, αυτοκίνητα και εμπορεύματα. Εξέταζα προσεκτικά τους χάρτες, τόσο της αρχαίας πόλης του αρχαιολογικού οδηγού, όσο και του πολεοδομικού της σύγχρονης πόλης. Σήμερα θα είχα τη δεύτερη ―μετά την χθεσινοβραδινή, «αόρατη» συνάντησή μας στην πλατεία― συνάντηση με την «Αγιαλένη, στα Κανάλια.

Κανάλια 

Το τοπωνύμιο «Κανάλια» με είχε ήδη από τις πρώτες αναφορές του υποψιάσει για τόπο με νερά, κάτι που βεβαίως επιβεβαιώνουν και οι χάρτες. Έβλεπα λοιπόν στο χάρτη ότι τα «Κανάλια» είναι συνοικία νότια της πόλης της Κέρκυρας. Ταυτόχρονα όμως συνορεύουν προς τα ΝΑ με την Παλαιόπολη, τη χερσόνησο που ορίζει προς τα δυτικά ο εκτεταμένος υγρότοπος που αποτελείται από τον κόλπο που κατά την Αρχαιότητα ήταν το «Υλλαϊκό Λιμάνι» (στα νεότερα χρόνια η «Λιμνοθάλασσα Χαλικιόπουλου» και ακόμα πιο πρόσφατα το αεροδρόμιο της Κέρκυρας, αφού όπως έβλεπα ο κεντρικός του διάδρομος είναι πάνω σε μια στενή λουρίδα ξηράς που διχοτομεί από βορρά  προς νότο αυτό τον κόλπο) και ανατολικά η θάλασσα. Πάνω σε αυτή τη χερσόνησο (που καταλήγει στη σημερινή, πασίγνωστη τουριστικά ως σήμα-κατατεθέν της Κέρκυρας, τοποθεσία «Κανόνι», που αγναντεύει και το «Ποντικονήσι») ήταν χτισμένη η αρχαία πόλη της Κέρκυρας όπου και έχουν ανασκαφεί όλα τα αρχαία ευρήματα που εντοπίστηκαν εκεί μέχρι σήμερα, πολλά από  τα οποία είχα δει στο Μουσείο. Μεγάλο τμήμα αυτής της χερσονήσου καταλαμβάνει και το περίφημο πρώην βασιλικό κτήμα του «Mon Repos» με τα ανάκτορα, που σήμερα είναι μουσείο. Φαίνεται ότι στην Αρχαιότητα η χερσόνησος ήταν ακόμα πιο «υδαρής», ας πούμε, αφού στα ΒΔ, δεξιά του αυχένα που τη συνδέει με την ξηρά και νότια του σημερινού κόλπου της «Γαρίτσας» (στο σημείο όπου ο «Ανεμόμυλος») σημειώνεται κι άλλο λιμάνι, αυτό του «Αλκίνοου», άφαντου πλέον, λόγω των προσχώσεων (βλ. χάρτη).

 
Χάρτης της χερσονήσου της "Παλαιόπολης", όπου η πόλη της αρχαίας Κέρκυρας,
 (νότια της σημερινής) με  τα αρχαία  λιμάνια και τη λιμνοθάλασσα (πηγή: Άλκηστη Σπετσιέρη-Χωρέμη, Αρχαία Κέρκυρα, Τ.Α.Π.Α., Αθήνα 1997, β΄έκδοση, σ. 7)

Διαπίστωνα με συγκίνηση και συνάμα με ερευνητική ταραχή ότι τα «Κανάλια», όπου κατοικοεδρεύει σήμερα μια από τις Κερκυραίες «Αγιαλένες», είναι προέκταση της αρχαίας Πόλης, σύρριζα με το αρχαίο βόρειο τείχος της, πάνω στο οποίο συναντιούνται τόσο το αρχαίο (που ήταν ακριβώς έξω από τα τείχη, σε κείνο το σημείο) όσο και το σύγχρονο νεκροταφείο. Πολύ κοντά στα αρχαία αυτά τείχη, σε απόσταση αναπνοής δηλαδή από τα νεκροταφεία και τα «Κανάλια», σημειώνεται στο χάρτη του αρχαιολογικού οδηγού και η θέση του ιερού της «Ατρέμιδος»-Γοργούς. Άρα, σκέφτηκα, εδώ τοποθετείται και ο σημερινός, χριστιανικός ναός των «δίδυμων» αγίων Θεοδώρων, που έχουν και αυτοί σχέση με τις ψυχές και τους νεκρούς
Είχα λοιπόν αποτυπωμένα ήδη πάνω στο χάρτη κάποια βασικά συμβολικά, γεωπολιτισμικά και παραγωγικά στοιχεία που συνοδεύουν συνήθως τις «Αγιαλένες»: υγρότοπο, αρχαία πόλη, ιερό χθόνιας γυναικείας θεότητας, σχέση με νεκρούς, σιτηρά. Την παραγωγή σιτηρών υποδεικνύει εδώ ο σημερινός Ανεμόμυλος, που σηματοδοτεί την παραγωγή δημητριακών σε όχι μεγάλη απόσταση από αυτόν, δεδομένων των μεταφορικών μέσων που θα εξυπηρετούσαν τη μεταφορά του σιταριού παλιότερα, αλλά και τα μικρής, επιτόπιας κλίμακας, οικονομικά, γεωγραφικά και κλιματικά συμφραζόμενα που υπέδειξαν την κατασκευή του σε αυτό το σημείο, συμπεριλαμβανόμενης και της γειτνίασης με την πόλη και το λιμάνι. 


 Σαγιάδα Θεσπρωτίας . Ο υγρότοπος των εκβολών του Καλαμά και το νησάκι με το ξωκλήσι της "Αγιαλένης" (2002)

Μου ήρθαν πάλι στο νου τα ανάλογα συμφραζόμενα της «Αγιαλένης» του Αχέροντα στην απέναντι ηπειρωτική ακτή, όχι πολύ μακριά από εδώ, και όχι μόνο: ακριβώς απέναντι από την Κέρκυρα, στη συνοριακή προς την Αλβανία Σαγιάδα, στις εκβολές του Θύαμη ποταμού (Καλαμά) όπου σχηματίζεται επίσης εκτεταμένος υγρότοπος, είναι θρονιασμένη ακόμα μια «Αγιαλένη», σε ξωκλήσι πάνω σε ένα νησάκι στον εκτεταμένο υγρότοπο του ποταμού! Αν και την είχα δει και φωτογραφίσει σε μια πολύ σύντομη επίσκεψή μου εκεί, δεν γνώριζα ακόμα αν έχουν εντοπισθεί και εκεί αρχαία ευρήματα ή ναός και σε ποια θεότητα (αν και είμαι σίγουρη ότι υπάρχουν, ακόμα κι αν δεν έχουν ακόμα εντοπισθεί). Ερήμην μας (;) λοιπόν, συλλογιζόμουν, μια Μεγάλη Μητέρα-«Αγιαλένη»-Ελένη- Άρτεμη-Γοργώ «ζει και βασιλεύει» στο Ιόνιο Πέλαγος, παράκτια ή νησιωτική, βουνίσια ή παραποτάμια, όπως φαίνεται από την παρουσία της (απ’ όσο γνωρίζω μέχρι τώρα) και στην Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο, τη Λευκάδα, τα Κύθηρα, τη Μεσσηνία, την Ηλεία, την Πρέβεζα. Και όχι μόνο βέβαια, κρίνοντας από τις τόσες πολλές που έχω εντοπίσει ήδη στο χώρο της ανατολικής Μεσογείου, νησιωτικό  και ηπειρωτικό.
Περισσότερο εξοικειωμένη και πληροφορημένη τώρα για το ζητούμενο και αφού πήρα κι άλλες πληροφορίες από τον ξενοδόχο, ξεκίνησα με το αυτοκίνητο για τα Κανάλια, αν και κάπως αγχωμένη ακόμα για το πώς θα βρω τη συγκεκριμένη γειτονιά μέσα στο πολεοδομικό και κυκλοφοριακό κομφούζιο της πόλης.  Έκανα πρώτα μια στάση στα γραφεία της Μητρόπολης της Κέρκυρας για να ενημερώσω ότι ήθελα να επισκεφθώ ναούς και μονές του νησιού για την έρευνά μου και να ζητήσω και κάποιο εκκλησιαστικό επίσημο έγγραφο που θα μου επέτρεπε πιο εύκολα την είσοδο, αφού είχα την πικρή εμπειρία αρκετοί παπάδες να μην αρκούνται στο έγγραφο-εντολή για την έρευνα από την  Ακαδημία Αθηνών, θεωρώντας ότι είμαι κλέφτρα εικόνων που κάνω αναγνώριση πεδίου!  Η Μητρόπολη ήταν δυστυχώς κλειστή και αφού περίμενα έξω από την πόρτα άδικα αρκετή ώρα, μαζί με έναν ιερέα που περίμενε επίσης, έφυγα άπραγη.
Ευτυχώς ο κάθετος προς αυτόν του αεροδρόμιου δρόμος που ακολούθησα με βάση τις ακριβείς ευτυχώς οδηγίες, με έβγαλε κατευθείαν στην αυλόπορτα της εκκλησίας της «Αγιαλένης». 


Κέρκυρα, Κανάλια. Κοιμητήριο και ναός της "Αγιαλένης" (20/7/2005)


Κέρκυρα, Κανάλια. Κοιμητήριο και ναός της "Αγιαλένης", από  ΝΔ.  Αριστερά διακρίνονται η συνομιλήτριά μου και η νεωκόρα (20/7/2005)

Για καλή μου τύχη, εκεί δίπλα, στη σκιά του υπόστεγου ενός μαγαζιού, καθόντουσαν και κουβέντιαζαν δυο γερόντισσες, ιδρωμένες από τη ζέστη που είχε ήδη φουντώσει, μέχρι να φτάσω. Τις πλησίασα και  έπιασα  και εγώ κουβέντα μαζί τους και παρόλο που με είδαν ξαφνικά μπροστά τους, ήταν διαχυτικές σε καλωσορίσματα και ερωτήσεις για το ποια είμαι και τι θέλω αλλά και ολοπρόθυμες να μιλήσουν.  Οι κουβέντες τους έγιναν σχεδόν τρυφερές όταν ρώτησα για την «Αγιαλένη». Μου αφηγήθηκαν λοιπόν πως «κάποτε», «κάποια γυναίκα» είδε όνειρο με την «Αγιαλένη» στο οποίο της υπέδειξε την τοποθεσία όπου θα εύρισκε την εικόνα  της. Κατά τα λεγόμενά τους πάντα, η εικόνα βρέθηκε στο σημείο όπου υπάρχει μια  μικρή εκκλησία, η λεγόμενη «Παναγία η Μεγαλομάτα». Μου υπέδειξαν ότι το εκκλησάκι αυτό βρίσκεται λίγο νότια και ανατολικά από το σημείο όπου βρισκόμασταν, απέναντι από την είσοδο του αεροδρόμιου, δηλαδή, σκέφτηκα, κοντά στο αρχαίο τείχος της Παλαιόπολης. Επειδή όμως, συνέχισαν, το εκκλησάκι αυτό είναι μικρό και παρακατιανό και ονοματισμένο στην «Παναγία τη Μεγαλομάτα», ονόμασαν την ενοριακή εκκλησία των Καναλιών «Αγιαλένη» και μετέφεραν σε αυτή την «ευρεθείσα» εικόνα. Αυτή όμως (η εικόνα) έφευγε και επέστρεφε στο  σημείο της εύρεσης, δηλαδή στη «Μεγαλομάτα». Αυτό, το να φέρνουν στην «Αγιαλένη» στα Κανάλια την εικόνα και αυτή να ξαναφεύγει, εξακολούθησε μέχρι που βρήκαν τη λύση: να την πηγαίνουν σε επίσημη λιτανεία μια φορά το χρόνο στο εκκλησάκι της «Μεγαλομάτας». Από τότε η εικόνα δεν ξανάφυγε από μόνη της αλλά κάθε χρόνο, την ημέρα της «εύρεσης», την Κυριακή μετά τη γιορτή του αγίου Πνεύματος, την πάνε με λιτανεία στη «Μεγαλομάτα» και την επιστρέφουνε πάλι στην «Αγιαλένη».  Να λοιπόν γιατί η αδελφή μου η Χλόη είχε πέσει πάνω στο πανηγύρι της μια εβδομάδα μετά του αγίου Πνεύματος! Δεν χόρταινα να τις ακούω να μιλάνε τραγουδιστά με το κερκυραϊκό ιδίωμά τους. «Μεγάλη η χάρη της», έκλεισαν τη διήγηση σταυροκοπούμενες, με τα πρόσωπά τους συγκινημένα. «Την έχουμε μεγάλη βοήθεια, έχει κάνει θαύματα, γίνεται πολύς κόσμος καλά που προσφεύγει στη χάρη της!» συμπλήρωσαν με έμφαση, σταυροκοπούμενες συνέχεια. Ρώτησα τι παριστάνει η ευρεθείσα εικόνα, αν είναι η αγία Ελένη μόνη της ή μαζί με τον άγιο Κωνσταντίνο αλλά δεν  θυμόντουσαν να μου πουν ακριβώς, μόνο πως είναι η «Αγιαλ'ενη". [Μετά τη δημοσίευση της παρούσας ανάρτησης, 
έλαβα προσωπικό μήνυμα στη σελίδα μου στο fb από την Κερκυραία και δη Καναλιώτισσα κυρία Άννα Ρούμπου, η οποία είχε διαβάσει αυτή την ανάρτηση στο διαδίκτυο και με πληροφόρησε ότι και η μητέρα της είχε δει το όνειρο με την Αγιαλένη και την Παναγία Μεγαλομάτα! Ευχαριστώ πολύ την κ. Ρούμπου και από εδώ. Η πληροφορία δηλώνει πόσο ζωντανές εξακολουθούν να είναι αυτές οι μνήμες και σήμερα.]




Κέρκυρα. Ο ναός της "Αγιαλένης" στα Κανάλια, την ημέρα του πανηγυριού  (πάνω) και η ανακοίνωση της λιτάνευσης της εικόνας (κάτω, φωτ. Χλόη Ψυχογιού, 22/5/2003)

Είχα μείνει άναυδη! Συνειδητοποιούσα πως η προφορική μαρτυρία που είχα μόλις ακούσει από τις γερόντισσες όσο και τα σύγχρονα ιερά της «Μεγαλομάτας» και της «Αγιαλένης» συνεχίζουν, επενδυμένη με χριστιανικό μανδύα, τη διαχρονική αφήγηση και πίστη στην «Μεγαλομάτα» Γοργώ, που είχα «διαβάσει» χθες στο μουσείο παρατηρώντας τη Γοργώ-Άρτεμη-Ελένη αλλά και το πρωί στο χάρτη της Παλαιόπολης! Η προσωνυμία «Μεγαλομάτα», καθώς αφορά μια αρκετά διαδεδομένη ονομασία της Παναγίας, (παρόλο που η η λατρεία της, κατά τους μελετητές, έχει υποκαταστήσει τη λατρεία της Μεγάλης Μητέρας, Δεν θα με έβαζε σε σκέψεις, αν δεν ήταν χτισμένη τόσο κοντά στον αρχαίο ναό της «Αρτέμιδος»-Γοργούς, αν δεν παρέπεμπε εικονικά στη Γοργώ με τα πελώρια μάτια που είχα δει στο μουσείο, αν δεν ήταν ο τόπος όπου «βρέθηκε» η «Αγιαλένη». Και βεβαίως αν δεν ίσχυε η υπόθεσή μου για την ταύτιση της Ελένης-«Αγιαλένης» με τη Μεγάλη Μητέρα, θα φαινόταν ανεξήγητη και τυχαία η τοπική και συμβολική σύνδεση εδώ της Παναγίας «Μεγαλομάτας» με την «Αγιαλένη». Όμως, η αντίληψη των πιστών ότι το ταπεινό «εκκλησάκι» δεν ταίριαζε με τη θεωρούμενη φαίνεται μεγάλη συμβολική δύναμη και σημασία της «Αγιαλένης», η συνακόλουθη «ανάγκη» να τοποθετηθεί η «ευρεθείσα» εικόνα της σε μεγάλο και κεντρικό ναό με το όνομά της, η επιμονή της εικόνας/ειδώλου της να «γυρίζει», στη «Μεγαλομάτα», ταυτιζόμενη με αυτήν,  η σταθεροποίησή της στο νέο ναό μόνο όταν εξασφαλίστηκε ότι μέσω της ετήσιας λιτάνευσης της εικόνας της δεν θα χαθεί η μνήμη που την δένει με τη «Μεγαλομάτα» και τον τόπο που η ίδια η «Αγιαλένη» είχε υποδείξει για την εύρεση ―τόπος που «τυχαίνει» να βρίσκεται τόσο κοντά στο ιερό της Αρτέμιδος- Γοργούς, στο νεκροταφείο, στην αρχαία πόλη, στον υγρότοπο, είναι δεδομένα που δεν μπορούσα να αγνοήσω και που μου έδιναν την εξήγηση.
Γινόταν φανερό για μια ακόμα φορά για μένα πως το κλειδί για την ερμηνεία της αφήγησης που είχα ακούσει λίγο πριν από τις Κερκυραίες γερόντισσες όσο και για την τεκμηρίωση της όλης ερευνητικής μου υπόθεσης που με παιδεύει και με γοητεύει τόσα χρόνια τώρα, είναι στα χέρια της «Αγιαλένης». Αυτή, με όνομα-ταμπού, άρρητο φαίνεται  στην αρχαία  μυστική χθόνια λατρεία της, υπολανθάνει πίσω από όλα αυτά τα θηλυκά συμβολικά πρόσωπα (της Δήμητρας, της Περσεφόνης, Αρτέμιδος, της Μέδουσας-Γοργούς  κ.λπ.) και όταν με την επικράτηση του Χριστιανισμού αυτή η μυστική, όσο και λαϊκή, λατρεία της αποϊερώθηκε και απέβαλε τις απαγορεύσεις που συνόδευαν την προφορά του ονόματός της, δεν εξαφανίστηκε, αλλά όντας φαίνεται πολύ ισχυρή στη λαϊκή πίστη, σώθηκε μέσα από την προφορική λαϊκή παράδοση (κυρίως των γυναικών) ως «Αγιαλένη», που «φανερώθηκε» ονομαστικά και χριστιανικά πάνω στο  πρόσωπο της ιστορικής Αυγούστας και «αγίας» Ελένης. Αυτονομημένη όμως συμβολικά και λατρευτικά από αυτήν (όπως δείχνουν και τα τοπωνύμια «Αγιαλένη», χωρίς τον άγιο Κωνσταντίνο,  παραβατικά για την ορθόδοξη διδαχή) λανθάνει χριστιανικά μέσα στη  λαϊκή πίστη και λατρεία ως «Αγιαλένη» και εξακολουθεί ―«φανερωμένη» και μέσα από «θαυματουργές ευρέσεις» της εικόνας της― να εδρεύει, ανεπαίσθητη, στους πανάρχαιους ιερούς  τόπους της λατρείας της.
Μερικοί φαίνεται από αυτούς τους τόπους, όπως εδώ στην Κέρκυρα (με τρεις τουλάχιστον ήδη «Αγιαλένες» να κρατούν ζωντανή τη μνήμη της)  και αλλού, κρατούν για κάποιους ιστορικούς και συμβολικούς λόγους με περισσότερη ένταση αυτή τη λατρευτική μνήμη. Είναι γνωστό ότι τα όνειρα, πέραν των άλλων, μεταφέρουν και «πολιτισμική μνήμη», η οποία «φανερώνεται» συμβολοποιημένη και μέσω αυτών σε άτομα ευαίσθητα και ευάλωτα, που διαβιούν σε καθημερινή σχέση με τοπία πλούσια σε πολιτισμικό και αρχαιολογικό περιεχόμενο και σε διάλογο με την τοπική ιστορική και προφορική αφηγηματική `παράδοση.  Σε αντίστοιχο «όνειρο» γυναίκας φανερώθηκε η «Αγιαλένη» και υπέδειξε «εύρεση» της εικόνας της π.χ. και στα Πλατάνια, στο φαράγγι της Νέδας, στα σύνορα Ηλείας-Μεσσηνίας, όπου ο Παπαχατζής τοποθετεί το σπήλαιο της «Μέλαινας» Δήμητρας, κοντά στην αρχαία Φιγάλεια, όπως και σε τόσες άλλες «ευρέσεις» της (στην Πάρο, στην Κύπρο, στην Ίμβρο κ.α.) συχνά και σε σχέση  με τη μορφή της Παναγίας. Αναλογιζόμουν επίσης τα όσα είχα σκεφθεί και καταγράψει μόλις τον προηγούμενο χρόνο κατά τη σχετική επιτόπια έρευνά μου στην Αρχαία Κόρινθο και στο Λουτράκι (και όχι μόνο) που συμφωνούσαν και με όσα διαπιστώνω εδώ, συνειδητοποιώντας τώρα και τη μητροπολιτική σχέση της αρχαίας Κορίνθου με την Κέρκυρα, για αρκετούς αιώνες. Ένας άλλος τρόπος για να αφηγηθεί αλλά και να ερμηνεύσει κανείς την ιστορία;
Ευχαρίστησα τις γερόντισσες και μπήκα στον περίβολο της «Αγιαλένης» συνοδευόμενη από τη μία από αυτές. Κατόπιν των παραπάνω,  δεν  με ξένισε το γεγονός ότι ο περίβολος φιλοξενεί και νεκροταφείο., που καταλαμβάνει τη  νότια και δυτική πλευρά του προαύλιου, αν και όλες σχεδόν οι εκκλησίες στην Κέρκυρα, πολλές από τις οποίες είναι ιδιωτικές, ανήκουν δηλαδή σε συγκεκριμένες οικογένειες,  είναι και κοιμητηριακές. Το βόρειο προαύλιο της εκκλησίας που σκιάζεται από ένα μεγάλο δέντρο, είναι πανηγυρότοπος. Αυτό δηλώνει μια χτιστή, στεγασμένη εξέδρα που προορίζεται για την ορχήστρα που παίζει στο πανηγύρι της «Αγιαλένης», που όπως γνώριζα και μου επιβεβαίωσε και η γερόντισσα,  δεν γίνεται στη γιορτή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στις 21 Μαΐου. Λαβαίνει χώρα στην επέτειο της «εύρεσης», δηλαδή την πρώτη Κυριακή μετά του αγίου Πνεύματος (γιορτή κινητή, αφού ορίζεται 50 ημέρες μετά το Πάσχα)΄. Δηλαδή την γιορτάζουν σε ημερομηνία που δεν απέχει και πολύ από την 21 Μαΐου, μερικές φορές μάλιστα σχεδόν συμπίπτουν, όταν το Πάσχα πέφτει πολύ νωρίς. Γιατί άραγε, αναρωτιόμουν, να θεωρείται ότι η «εύρεση» έγινε σε χρονική αλλά και συμβολική σχέση με τη γιορτή του αγίου Πνεύματος και μάλιστα να πανηγυρίζει αυτή την ημέρα και όχι στη γιορτή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που είναι και τόσο κοντινή χρονικά;
Σκέφτηκα ότι η χριστιανική γιορτή του αγίου Πνεύματος, που εορτάζεται Δευτέρα, στη λαϊκή λατρεία είναι συνδεδεμένη με το προηγούμενό της  Σάββατο, που είναι σεβαστό ως το μεγαλύτερο και πλέον φοβερό Ψυχοσάββατο, γιατί πιστεύεται ότι οι ψυχές, που είναι ελεύθερες από την Ανάσταση, ξανακατεβαίνουν αυτή την ημέρα στον κάτω κόσμο . Κατά το Ψυχοσάββατο παρασκευάζονται από τις γυναίκες κόλλυβα και πρόσφορα, γίνονται κατά τόπους νεκρόδειπνα στους τάφους, επιτάφιοι θρήνοι και επιτελούνται και άλλες νεκρικές τελετουργίες (βλ. και το blog μου fiestaperpetuablogspot.com. "του κύκλου της ζωής-Ψυχοσάββατα" και το βιβλίο μου Μαυρηγή και Ελένη... ό. π. ). Η εβδομάδα που ακολουθεί, στο τέλος της οποίας τοποθετείται η «εύρεση» της εικόνας της «Αγιαλένης» στα Κανάλια, η λιτάνευσή της και το πανηγύρι, στη λαϊκή παράδοση ονομάζεται «των Ρουσαλιών». Η εβδομάδα αυτή κρατάει τη νεκρολατρική σημασία και τους χθόνιους συμβολισμούς, ενώ κατά τόπους εξακολουθούν να επιτελούνται θρηνητικά δρώμενα, όπως αγερμοί σε σπίτια κ.α.
 Οι νεκρικοί συμβολισμοί σε αυτή την κρίσιμη και μεταβατική εποχική φάση που συμπίπτει με το τέλος της άνοιξης και τη μετάβαση στα θανάσιμα για τη βλάστηση καύματα των θερινών τροπών του ήλιου, όσο και την έναρξη του θερισμού. κατά την κρίση μου ερμηνεύουν την τοποθέτηση της γιορτής της «Αγιαλένης» στα Κανάλια στη συγκεκριμένη Κυριακή. Σε περίοδο δηλαδή που  καθιστά περισσότερο εμφανείς όσο και στενούς τους δεσμούς της με τον κάτω κόσμο και τους νεκρούς, με τη «Μεγαλομάτα» Μητέρα-Γοργώ-Ελένη, με το χθόνιο συμβολισμό και τη χθόνια λατρεία της, όπως προκύπτει όχι μόνο από το ότι είναι χθόνια θεότητα αλλά και από τη γειτνίαση του αρχαίου ναού της στην Κέρκυρα με το αρχαίο νεκροταφείο.  Εξάλλου και σήμερα το εκκλησάκι της «Μεγαλομάτας», όπου η «εύρεση» της «Αγιαλένης», είναι κοντά με το σύγχρονο νεκροταφείο, που βρίσκεται στο ίδιο περίπου σημείο με το αρχαίο.
Εργάτες δούλευαν σκαρφαλωμένοι στη στέγη του πρόναου, της οποίας είχαν αφαιρέσει τα κεραμίδια για να τοποθετήσουν καινούρια. Μια γριά νεωκόρα επέβλεπε τις εργασίες και η γερόντισσα που με είχε συνοδεύσει τη ρώτησε αν είχε το κλειδί  για να μου ανοίξει την κυρίως εκκλησία, που ήταν κλειστή, ώστε να την δω εσωτερικά. Η νεωκόρα, κοιτάζοντάς με δύσπιστα, απάντησε πως κλειδί είχε μόνον ο παπάς, ο οποίος μένει μέσα στην πόλη της Κέρκυρας και πως απουσίαζε. Μου φάνηκε περίεργο να μην έχει κλειδί, ενώ την είχαν αφήσει να κάνει την επίβλεψη. Εν τέλει, καθώς επέμενα, με έστειλε σε έναν επίτροπο που το σπίτι του είναι εκεί κοντά και είχε επίσης κλειδί. Όμως ούτε ο επίτροπος της εκκλησίας είχε κλειδί αλλά είχε το τηλέφωνο του παπά. Θαύμασα το πόσο ασφαλισμένη έχουν την εκκλησία. Του τηλεφώνησε ωστόσο ο ίδιος για να έλθει, αφού του είχα φυσικά εξηγήσει ποια είμαι και τι θέλω και μάθαμε από την παπαδιά ότι ο παπάς βρισκόταν ήδη καθ’ οδόν προς την «Αγιαλένη». 



Κέρκυρα. Πάνω και κάτω: ο  ναός της "Αγιαλένης" στα Κανάλια, εσωτερικό και η προσκυνηματική εκόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στη ΒΑ γωνία του ναού (20/7/2005)


Προσκυνηματική εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Κάτω, η θρυλούμενη ως "ευρεθείσα" εικόνα της "Αγιαλένης" στην Παναγία τη "Μεγαλομάτα" (20/7/2005)

‘Όταν έφτασε ο παπάς, είδα με έκπληξή μου πως ήταν ο ίδιος που είχα συναντήσει το πρωί, όταν περιμέναμε μαζί έξω από τη Μητρόπολη! Με αναγνώρισε και εκείνος και μου άνοιξε την εκκλησία χωρίς επιφύλαξη. Με ξενάγησε στο ναό και μου έδειξε την εικόνα της «εύρεσης» της Αγιαλένης». Μια μικρή σχετικά εικόνα, που απεικονίζει τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, στην τυπική τους απεικόνιση με το Σταυρό ανάμεσά τους, πλην εδώ ασημοκαλυμμένη. Η κάλυψη δεν μου επέτρεπε να δω πόσο παλιά είναι, αν και τα πρόσωπα των δύο Αγίων στα μικρά ανοίγματα της ασημοκάλυψης που τα αφήνουν να φαίνονται, δεν έδειχναν και πολύ παλιά. Είναι μέσα σε οβάλ πολυτελές χρυσαφί πλαίσιο, σε θέση που να τη φτάνουν οι πιστοί για προσκύνημα, στη βάση μιας πολύ μεγάλης, όμοιας εικόνας των δύο Αγίων (χωρίς ασημοκάλυψη) στη ΝΑ γωνία του ναού, δίπλα στο τέμπλο, τοποθετημένης μέσα σε μαρμάρινο μεγαλοπρεπές πλαίσιο, νεοκλασικού στυλ. Δύο μεγάλα βάζα γεμάτα φρέσκα γαρύφαλλα  ήταν τοποθετημένα ένθεν και ένθεν της μικρής εικόνας. Πάνω στον ίδιο τοίχο, προς δυσμάς, δεσπόζει άλλη μία τεράστια εικόνα των δύο Αγίων, ζωγραφισμένη πάνω στο ύφασμα ενός από τα «λάβαρα» του ναού. 






Κέρκυρα. Κανάλια, ναός "Αγιαλένης". Από πάνω προς τα κάτω: κτητορικό κείμενο περί αφιέρωσης του ναού  στον άγιο Σπυρίδωνα, προσκυνηματική είκόνα του αγίου στη ΝΑ γωνία του ναού και επιγραφή με την αφιέρωση στον άγιο Σπυρίδωνα και στους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη πάνω από τη νότια είσοδο (20/7/2005)

Ωστόσο δεν έβλεπα την εικόνα τους και πάνω  στο τέμπλο, εκεί που μπαίνει κανονικά η εικόνα του αγίου στον οποίο είναι αφιερωμένοι οι ναοί, στη θέση της οποίας έβλεπα κάποιον άλλον, άνδρα άγιο. Ο ιερέας με πληροφόρησε πως η εκκλησία είναι στην πραγματικότητα αφιερωμένη στον προστάτη της Κέρκυρας άγιο Σπυρίδωνα, κι ας την ονομάζει ο κόσμος «αγία Ελένη», κακώς κατά τη γνώμη του, όπως μου είπε. Προς επιβεβαίωση, μου υπέδειξε  να διαβάσω και το κείμενο της ιδρυτικής πράξης του 1754 από τους «Μεγάλους Πρωτοπαπάδες», για τη θεμελίωση ναού στα Κανάλια, αφιερωμένου στον άγιο Σπυρίδωνα αποκλειστικά, που κρέμεται μέσα σε κορνίζα σε έναν τοίχο του ναού. Επίσης μου έδειξε και την επιγραφή που είναι χαραγμένη πάνω από τη νότια είσοδο του ναού, όπου αναφέρεται πως είναι αφιερωμένος στον άγιο Σπυρίδωνα αλλά εδώ και στους  αγίους  Κωνσταντίνο και Ελένη, όχι όμως στην «Αγιαλένη» μόνη, όπως την ονοματίζουν οι πιστοί.
Από την επιγραφή επιβεβαιώνεται η μεταγενέστερη της ίδρυσης της εκκλησίας ενσωμάτωση της «Αγιαλένης» σε αυτήν αλλά και το πόσο παραβατική είναι για την Εκκλησία η αυτονομημένη από τον άγιο Κωνσταντίνο παρουσία της  «αγίας Ελένης», αφού δεν αναγράφεται μόνη. Όταν ανέφερα τα σχετικά με την «Αγιαλένη» και την «εύρεση», τα λόγια του παπά ενίσχυσαν αυτή τη διαπίστωση, γιατί μου εκμυστηρεύτηκε πως αυτός δεν πιστεύει τα περί «εύρεσης» της εικόνας της αγίας Ελένης, πως τα θεωρεί «μυθοπλασίες των γυναικών» που ο ίδιος δεν εγκρίνει. Επιβεβαίωσε πάντως ότι ο ναός γιορτάζει στην «εύρεση» και ότι ανήμερα γίνεται λιτάνευση της εικόνας προς την Παναγία τη «Μεγαλομάτα» και πίσω. Πρόσθεσε όμως με έμφαση, ότι γιορτάζει «και του αγίου Σπυρίδωνος».
Τα ορθολογικά και χριστιανικά λόγια του παπά όσο και η επίσημη αφιέρωση του ναού ενίσχυαν τα όσα είχα συμπεράνει από τη μαρτυρία των γυναικών.  Όμως ταυτόχρονα με έκαναν να ανησυχώ από την απαξίωση εκ μέρους του ιερέα της τοπικής λαϊκής θρησκευτικής παράδοσης και για το πόσο ακόμα θα συνεχιστεί η μνήμη της «εύρεσης» και της «Αγιαλένης». Δεν είπα τίποτε όμως, για να μη χειροτερέψω τα πράγματα. Με παρηγορούσε ωστόσο η σκέψη ότι δύσκολα θα καταφέρει η Εκκλησία να εξαλείψει τη μνήμη της «Αγιαλένης», όσο ταυτίζεται με το ιστορικό ζεύγος των Ισαποστόλων και όσο η λαϊκή πίστη τη συντηρεί εδώ πολύ δυνατή ακόμα, κρίνοντας και  από τα χρήματα που φαίνεται να ξοδεύουν οι πιστοί για να περιβάλλουν με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πολυτέλεια και σεβασμό την «παρουσία» της  μέσα σε αυτή την εκκλησία.

Κανάλια, "Αγιαλένη". Εικόνα στην αίθουσα του Κυλικείου (20/7/2005)



Κανάλια, "Αγιαλένη". Παλιές εικόνες  στην αίθουσα του Κυλικείου (20/7/2005)

 Αφού μου επέτρεψε να φωτογραφίσω, ο ιερέας με ξενάγησε και στο κυλικείο του νεκροταφείου, με περηφάνεια, αφού είναι έργο δικό του, όπως μου είπε. Εκεί είδα φυλαγμένες και κάποιες παλιές εικόνες της εκκλησίας, που τις έχουν αντικαταστήσει με νεότερες σε κάποια από τις ανακαινίσεις της. Μερικές από αυτές τις έχουν αναρτήσει και στους τοίχους και μου έκανε εντύπωση  το γεγονός ότι σχεδόν όλες εικονίζουν ζεύγη αγίων, ένα είδος «δίδυμων».
Ανέβαλα την επίσκεψή μου στην «Παναγία Μεγαλομάτα» καθώς μου είπαν ότι είναι ιδιωτική και θα έπρεπε να ψάξω για το κλειδί και ξεκίνησα για την εξερεύνηση του χώρου της Παλιόπολης.

Παλαιόπολη 


 
 


 Κέρκυρα. Παλαιόπολη, μουσείο "Μον Ρεπό". Από πάνω προς τα κάτω: χάρτης και ανάγλυφη αναπαράσταση της χερσονήσου και της αρχαίας πόλης της Κέρκυρας (20/7/2005)

Πρώτ’ απ’ όλα ήθελα να δω ό, τι έχει απομείνει από τον περίφημο ναό της «Αρτέμιδος», «στους Αγίους Θεοδώρους», όπως προσδιορίζεται τοπικά στον οδηγό του μουσείου. Αρχικά, τα ερείπια μιας χριστιανικής εκκλησίας που είναι ενσωματωμένη σε ένα αρχαίο ναό  απέναντι στην είσοδο του «Μον Ρεπό», με έκαναν ν΄ αναρωτηθώ αν είναι αυτός. Δύο συντηρήτριες που δούλευαν  σε ένα ανοιχτό οίκημα μέσα στον αρχαιολογικό χώρο με πληροφόρησαν ότι πρόκειται για παλαιοχριστιανική εκκλησία χτισμένη μέσα σε αρχαίο ναό, όπως συνήθως, ερειπωμένη, όπως συνήθως


Κέρκυρα, Παλαιόπολη. Παλαιοχριστιανική βασιλική  (20/7/2005)


Με κατατόπισαν πού και  πώς να βρω τον ναό της «Αρτέμιδος» μέσα στον πλούσιο σε βλάστηση χώρο της Παλαιόπολης. Προχώρησα αλλά σύντομα μετάνιωσα που είχα αφήσει έξω από την πύλη του «Μον Ρεπό» το αυτοκίνητο, γιατί και η απόσταση δεν ήταν αμελητέα αλλά κυρίως γιατί παρόλο που περπατούσα μέσα στον υπέροχο κήπο και κάτω από πανύψηλα δέντρα, η ζέστη ήταν φοβερή το  καταμεσήμερο. Ήταν όμως αργά για να γυρίσω να το πάρω. Ωστόσο η λαχτάρα μου να δω τον περίφημο ναό μ’ έκανε να συνεχίσω ακάθεκτη. 


Κέρκυρα, Παλαιόπολη. Το καθολικό της μονής των αγίων Θεοδώρων (20/7/2005


Αντίκρισα σε ένα ξέφωτο το μοναστήρι  των «αγίων Θεοδώρων», απρόσμενα μεγάλο για μένα αλλά και καλοσυντηρημένο. Η βαριά σιδερένια πόρτα του καστροειδούς, πέτρινου περίβολου ήταν κλειστή και ανησύχησα μήπως είχε λήξει η ώρα των επισκέψεων. Είδα ότι μόνο ένα κάγκελο  στα ΝΔ του περίβολου χωρίζει τους Αγίους Θεοδώρους από το ναό της «Αρτέμιδος» (πάνω στο οποίο είναι αναρτημένος  ένας πίνακας με την πληροφορία και κάτοψη του αρχαίου ναού), τον σχετικά καλά σωζόμενο βωμό του. Τα ερείπιά του έβλεπα να απλώνονται εκεί, από Α προς Δ, παράλληλα με το νότιο  τοίχο της εκκλησίας και τον πέτρινο  περίβολο της μονής. Δηλαδή η μονή είναι χτισμένη κυριολεκτικά μέσα στο χώρο του αρχαίου ιερού! Το γιατί όμως οι ντόπιοι είχαν επιλέξει να χτίσουν πάνω στο ναό της «Αρτέμιδος» όχι απλά εκκλησία αλλά και μοναστήρι αφιερωμένο σε «δίδυμους» καβαλάρηδες στρατιωτικούς αγίους δεν φαίνεται να έχει απασχολήσει τους αρχαιολόγους (όσο τουλάχιστον μπορούσα να κρίνω από τα γραφόμενα στον αρχαιολογικό οδηγό), όπως συμβαίνει στην πλειονότητα τέτοιων περιπτώσεων, δηλαδή να τους απασχολεί η όποια σχέση των αρχαίων με τους χριστιανικούς ναούς που χτίζονται πάνω σε αυτούς, και αντίστροφα (βλ. σχετικά την ανάρτηση: http://fiestaperpetua.blogspot.gr/2014/10/icons-of-saints-constantine-and-helen_27.html).



Κέρκυρα, Παλαιόπολη. Οι ενημερωτικές πινακίδες για τον αρχαίο ναό της Αρτέμιδος και τη μονή των αγίων Θεοδώρων, δίπλα-δίπλα (20/7/2005)


Κέρκυρα, Παλαιόπολη. Το κιγκλίδωμα που χωρίζει τη ΝΑ γωνία του ναού των αγίων Θεοδώρων  από τον αρχαίο ναό της Αρτέμιδος (φαίνεται μπροστά ο βωμός (20/7/2005)



Κέρκυρα, παλαιόπολη. Τα οικοδομικά ίχνη του αρχαίου ναού της Αρτέμιδος. Εμπρός ο βωμός και αριστερά ο τοίχος του περίβολου της μονής των αγίωνΘεοδώρων (20/7/2005)

Η είσοδος στον αρχαίο ναό ήταν κλειστή γι’ αυτό έσπευσα να μπω στη μονή, αφού διάβασα στη σχετική ταμπέλα ότι οι επισκέψεις  επιτρέπονταν ως τη 1 μ.μ., μόλις που προλάβαινα δηλαδή. Χτύπησα  το κουδούνι και η πόρτα άνοιξε αυτόματα. Μπαίνοντας στον περίβολο, αμέσως κατάλαβα ότι πρόκειται για γυναικείο μοναστήρι, από το πλήθος των ολάνθιστων λουλουδιών, των περιποιημένων θάμνων στα παρτέρια, την καθαριότητα, την καλαισθησία του χώρου. Πέργκολες κατάφορτες με ανθισμένες μπουκαμβίλιες ή καλαμωτές σκιάζουν τα δρομάκια, παμπάλαια πιθάρια και λαγήνια με διακοσμητική πλέον χρήση στολίζουν κάποιες γωνιές, ένα-δυο  πέτρινα πηγάδια με σιδερένιες ανέμες στέκουν στο κέντρο σχεδόν του περίβολου, που ορίζεται κατά τμήματα και από τοξωτές στοές με πέτρινες πελεκητές κολώνες. Χώρος παραδεισένιος, που με αποζημίωσε για τη ζέστη και τον κόπο. Το καθολικό είναι πέτρινη, μεγάλων διαστάσεων βασιλική κερκυραϊκού τύπου με χαρακτηριστικό επτανησιακό καμπαναριό. Έβλεπα και άλλη μια εκκλησία, σε ροδί χρώμα στη ΒΑ  γωνία του περίβολου, καθώς και κάποια κτίσματα, μάλλον βοηθητικά κτίρια, στο ίδιο χρώμα. 





 Κέρκυρα, Παλαιόπολη. Πάνω και κάτω: ο περίβολος της μονής των αγίων Θεοδώρων (20/7/2005)

Δεν φαινόταν ψυχή  γύρω αλλά άκουσα μια ξέπνοη φωνή να ρωτάει «ποιος είναι»; Ακολούθησα τον αδύναμο ήχο της φωνής και είδα μια παχιά, ηλικιωμένη μοναχή να κάθεται δίπλα σε ένα τραπέζι στη σκιά της στοάς στη  ΒΔ γωνία του περίβολου. Για να ακριβολογήσω, έδινε την εντύπωση ότι είχε μόλις  σωριαστεί κατάκοπη στην καρέκλα που καθόταν, γιατί λαχάνιαζε και είχε μια έκφραση κόπωσης, ενώ ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα μέσα στα μαύρα ράσα της. Κανονικά θα έπρεπε να σεβαστώ την κατάστασή της και να μη την ενοχλήσω αλλά ανάλγητη, λόγω του ότι το ωράριο τελείωνε, της συστήθηκα και την ρώτησα  σχετικά με τη μονή.
 Αρχικά μου απάντησε, με το δίκιο της,  πως είναι πολύ κουρασμένη και πως η ώρα ήταν ακατάλληλη για κουβέντα, και με τέτοια ζέστη. Παρόλ’ αυτά, καθώς και η δική μου σωματική κατάσταση δεν ήταν πολύ καλύτερη, ενώ το χαμόγελό μου παρακαλεστικά αφοπλιστικό φαίνεται,  με πληροφόρησε ότι η μονή χτίστηκε τον 5ο αι. μ.Χ., ότι ήταν πάντα αφιερωμένη στους αγίους Θεοδώρους  και ότι ήταν πάντα γυναικεία, το τελευταίο με κάποια έμφαση και υπερηφάνεια. Της επαίνεσα όσο καλύτερα μπορούσα την ομορφιά του χώρου,  όχι μόνο για να εξιλεωθώ για την ενόχληση αλλά  και γιατί το πίστευα. Τη ρώτησα αν μπορούσα να δω το ναό των αγίων Θεοδώρων. «Πήγαινε μόνη σου, ανοιχτά είναι», μου είπε, «δε μπορώ να σε συνοδεύσω», δείχνοντάς μου προς τον πέτρινο ναό. «Δεν πειράζει, ευχαριστώ πολύ», είπα εγώ όλο χαρά που θα έβλεπα το ναό με την ησυχία μου και θα φωτογράφιζα. 



Κέρκυρα, Παλαιόπολη. Ναός αγίων Θεοδώρων, εσωτερικό. Ανατολική (πάνω) και δυτική (κάτω) πλευρά (20/7/2005)


Ο ναός μεγάλος, δροσερός  και σιωπηλός  εκείνη την ώρα. Αποπνέει πολυτέλεια και πλούτο, με τα χρυσά διακοσμητικά στοιχεία, τις πανέμορφες εικόνες, τους μπρούτζινους πολυέλαιους, τα ασημένια καντήλια, ενώ από τη μέση περίπου κι επάνω είναι ντυμένος με βαρύτιμη ταπετσαρία, όπως πολλοί κερκυραϊκοί ναοί. Πάνω από τη δυτική είσοδο προεξέχει ένας στενός γυναικωνίτης, με ένα χρυσαφί μεταλλικό πλέγμα να  κρύβει τη θέα μέσα σε αυτόν. Μου φάνηκε περίεργο να υπάρχει γυναικωνίτης σε καθολικό μοναστηριού, γυναικείου μάλιστα. Πόσα λίγα ξέρω για τα θρησκευτικά πράγματα της Κέρκυρας, σκέφτηκα. Το τέμπλο πέτρινο, σχετικά απλό, καταλήγει σε ένα είδος κλιμακωτού τρίγωνου με ελικοειδείς πλευρές, στο τύμπανο του οποίου υπάρχουν τρεις εικόνες, με κεντρική αυτή της Ανάστασης. Μεταξύ του αποληκτικού αυτού τρίγωνου και των δεσποτικών εικόνων μεσολαβεί μια σειρά από δώδεκα εικόνες με άνδρες αγίους. Το κυρίως τέμπλο φέρει σε κάπως άνιση και ανορθόδοξη διάταξη τις δεσποτικές εικόνες. Ένθεν και ένθεν της ωραίας πύλης, τυπικά, είναι αυτή της Βρεφοκρατούσας Παναγίας (εδώ σκουρόχρωμης, «μαύρης») και του Δεσπότη Χριστού. Η εικόνα του Ιωάννη του Πρόδρομου βρίσκεται αντικανονικά στο βόρειο άκρο, αριστερά της  Παναγίας και μετά την βόρεια πόρτα του ιερού, ενώ στη νότια πλευρά, αντίστοιχα,  δεξιά του Χριστού και μετά την νότια πόρτα προς το ιερό, δεν υπάρχει εικόνα,  αφού η πόρτα εφάπτεται με το νότιο τοίχο του ναού. Πάνω στα θυρόφυλλα των δύο  πλαϊνών θυρών  του ιερού δεν εικονίζονται οι δύο αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ, όπως συνήθως, αλλά δύο άλλοι άνδρες άγιοι, ολόσωμοι. 



Κέρκυρα, Παλαιόπολη, μονή αγίων Θεοδώρων, καθολικό. Οι προσκυνηματικές εικόνες των δύο καβαλάρηδων αγίων: ο άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης (πάνω) και ο άγιος Θεόδωρος ο Μύρων (κάτω, 20/7/2005)


Δεν υπάρχει πάνω στο ίδιο το τέμπλο αφιερωματική εικόνα των δύο τιμώμενων αγίων ομού, όπως αλλού, κάτι που διαπίστωνα ότι πρέπει να είναι τυπικό για τις εκκλησίες της Κέρκυρας. Οι δύο άγιοι εδώ εικονίζονται ως καβαλάρηδες αλλά πάνω σε χωριστή εικόνα έκαστος, ένθεν και ένθεν του τέμπλου και σε γωνία  με αυτό, πάνω στο βόρειο και στο νότιο τοίχο του ναού, μέσα σε μεγάλα, περίτεχνα, χρυσοποίκιλτα εικονοστάσια, με ασημένια πολυκάντηλα να κρέμονται από την κορυφή τους. Ο άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, στο βόρειο τοίχο, πάνω στο ορθωμένο λευκό άτι του  με τον κόκκινο χιτώνα του να ανεμίζει ως δρακοντοκτόνος, ενώ ο άγιος Θεόδωρος ο Μύρων, στη νότια πλευρά, καβαλάρης πάνω από πεσμένο κατάχαμα εχθρό.
Ακριβώς αυτή τη διάταξη με δύο καβαλάρηδες αγίους (κυρίως άγιο Δημήτριο και άγιο Γεώργιο)  ένθεν και ένθεν του τέμπλου την έχω παρατηρήσει να συμβαίνει συχνά στην Πελοπόννησο (κυρίως Μεσσηνία-Λακωνία) και αλλού και με έχει προβληματίσει σε σχέση με τη μνήμη «δίδυμων» θεϊκών μορφών, τύπου Διόσκουρων, που μπορεί ν΄ ανακρατούν εικονικά μέσα σε συγκεκριμένο αφηγηματικό συμφραζόμενο. Όπως δηλαδή ακριβώς και στο συγκεκριμένο ιερό χώρο, με βάση τα όσα είχα σκεφτεί σχετικά με τη στήλη των Διόσκουρων στο μουσείο και βέβαια με την υπόθεσή μου για  τη λανθάνουσα παρουσία της θεάς Ελένης πίσω από την Αρτέμιδα-Γοργώ, συνοδευόμενη συμβολικά, ναϊκά και εικονικά από τους Διόσκουρους. Στο κάτω μέρος και των δύο εικονοστασιών που φέρουν τις μεγάλες εικόνες με τους καβαλάρηδες αγίους Θεοδώρους υπάρχει ένθετη από μια μικρή παραλληλόγραμμη εικόνα με μια «κοιμώμενη», ύπτια γυναικεία μορφή που στη μία τουλάχιστον μάλλον δεν πρόκειται για την Παναγία, αφού πάνω στα νεκρικά σταυρωμένα  χέρια της εικονίζεται εικόνα της Παναγίας Βρεφοκρατούσας.   Καθώς δεν είχα κάποιον να ρωτήσω, απέφυγα να κάνω υποθέσεις για τη σχέση των «κοιμωμένων» με τους δύο αγίους. Σε άλλες εικόνες, η μια μάλιστα πάνω στο θρησκευτικό «λάβαρο»-σημαία του ναού, εικονίζονται οι δύο Άγιοι ως καβαλάρηδες ομού, όπως συμβαίνει σε πολλές  εικόνες τους. Σε μια από τις εικόνες παρατήρησα ότι οι καβαλάρηδες δεν είναι οι θεωρούμενοι εικονικά πάντα ως «μαζί», «δίδυμοι» κατά ένα τρόπο,  άγιοι Θεόδωροι όπως είχα αρχικά νομίσει, αλλά οι άγιοι Δημήτριος και Γεώργιος , εδώ και αυτοί ως «Δίδυμοι», όπως τους συναντώ συχνά σε σχέση με την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (βλ. http://fiestaperpetua.blogspot.gr/2014/10/icons-of-saints-constantine-and-helen_27.html). . Οι τελευταίοι ωστόσο δεν δίνουν την παρουσία τους μέσα στο ναό, όπως έχω συναντήσει να συμβαίνει συχνά σε άλλους ναούς  των αγίων Θεοδώρων, «συνοίκηση» που εξάλλου υποστηρίζει και την ερευνητική μου υπόθεση. Όμως, συλλογίστηκα, σε τι θα χρειαζόταν εδώ μέσα η αγία Ελένη όταν ακριβώς έξω από τη χριστιανική εκκλησία  βρίσκεται  ολόκληρος ο ναός της Αρτέμιδος-Γοργούς-Ελένης; Θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς πώς είναι δυνατόν να γίνεται αυτό συνειδητά; Να γνώριζαν δηλαδή ή να ήταν σε θέση να "πράξουν" σκόπιμα αυτοί που έχτισαν τη μονή τα όσα εγώ "διαβάζω" σήμερα παρατηρώντας τα εθνογραφικά δεδομένα; Εκτιμώ ότι αυτή η άρρητη "γνώση", ότι "έτσι πάει", όπως λένε, να συνδυάζονται δηλαδή κατ' αυτό τον τρόπο, "πράγματα" εκ πρώτης όψεως άσχετα (όπως εδώ η μυθική Ελένη, η Άρτεμις, η Γοργώ, οι Διόσκουροι, η "Αγιαλένη", οι άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη, η Παναγία "Μεγαλομάτα", οι άγιοι Θεόδωροι, ο υγρότοπος, τα Κανάλια η Παλαιόπολη κ.λπ.), και μάλιστα κατ΄επανάληψη και με τρόπο δομημένο, έχει να κάνει με το habitus: "...οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν ως αρχή κάτι διαφορετικό από την πρόθεση, έχουν δηλαδή ως αρχή κάποιες ενσωματωμένες διαθέσεις με βάση τις οποίες προσανατολίζεται η πρακτική χωρίς να μπορούμε να πούμε ότι αποσκοπούν σε ένα τέλος (με τη διττή έννοια) που έχει εκ των προτέρων προσδιορισθεί ως τέτοιο...."  και ότι "...το habitus ... είναι μια πράξη "χρονοποίησης" μέσω της οποίας ο πράκτορας [αυτός/οί που "πράττουν"] υπερβαίνει το άμεσο παρόν ενεργοποιώντας πρακτικά το παρελθόν και προβλέποντας το εγγεγραμμένο στο παρόν μέλλον. Το habitus καθώς ενέχει την πρακτική αναφορά στο μέλλον που ενέχεται στο παρελθόν του οποίου αποτελεί προϊόν, είσέρχεται στο χρόνο μέσω της ίδιας της κίνησης πραγμάτωσής του..." (Pierre Burdieu, Πρακτικοί λόγοι για τη θεωρία της δράσης, μτφ. Ράνια Τουτουντζή, Πλέθρον, Αθήνα 2000, σ. 168, 158).
Στη συνέχεια επισκέφθηκα το πρώην εξοχικό ανάκτορο Μον-Ρεπό που σήμερα λειτουργεί ως μουσείο, εν μέρει της πρώην βασιλικής χρήσης του με έπιπλα, φωτογραφίες, πίνακες, σερβίτσια και λοιπή οικοσκευή και εν μέρει με ευρήματα από τον αρχαιολογικό χώρο της Παλιόπολης. Αρκετά πήλινα ακροκέραμα  της Γοργούς  υπάρχουν και εδώ, καθώς και πήλινα ειδώλια της  ένθρονης Μεγάλης Θεάς.  Η αναπαράσταση σε μακέτα όλου  του ακρωτήριου όπου η πόλη της αρχαίας Κέρκυρας με το γεωφυσικό ανάγλυφο, τη βλάστηση, τη λιμνοθάλασσα, τα λιμάνια, τα αρχαία ιερά και άλλα κτίσματα που υπάρχει εδώ, μου έδωσε ακόμα πιο εναργή την εικόνα του τοπίου, όπως ήταν στην Αρχαιότητα και τη σχέση του με τη σημερινή συνοικία των Καναλιών, όπου η «Μεγαλομάτα» και η «Αγιαλένη».
Επέστρεψα κατάκοπη στο ξενοδοχείο. Τηλεφώνησα για να πω χρόνια πολλά στον άνδρα της αδελφής μου της Γιάννας, τον Ηλία Ανδρέου, στην Ίμβρο, την πατρίδα του, όπου ήταν για διακοπές. Μια που είναι και οι δυο αρχαιολόγοι και μυημένοι από μένα στα της έρευνας για την Ελένη-Αγιαλένη, τους ενημέρωσα και για τα πρόσφατα ευρήματα της Κέρκυρας.
 Το προηγούμενο βράδυ η καταστηματάρχισσα ενός μαγαζιού με τουριστικά είδη με είχε πληροφορήσει ότι σήμερα, ανήμερα του προφήτη Ηλία,  είχε πανηγύρι και χορό στο χωριό της, τους Αγίους Δέκα. Μου είχε πει πως το εκκλησάκι που γιορτάζει είναι ψηλά στο βουνό, όπου και γίνεται το πρωί η πανηγυρική λειτουργία. Ότι όμως εφέτος ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού αποφάσισε να γίνει γλέντι και χορός με τοπική ορχήστρα και μέσα στο χωριό. Αποφάσισα λοιπόν, μια που είχα αποτύχει το προηγούμενο βράδυ να πάω στην Άνω Παυλιάνα, να πάω στους Άγιους Δέκα. Πήρα πληροφορίες για να βρω τούτη τη φορά το δρόμο, ξεκίνησα σχετικά νωρίς για να μη νυχτωθώ και βρήκα το χωριό εύκολα.

Άγιοι Δέκα



 Θέα προς την πόλη της Κέρκυρας από τους Άγιους Δέκα (20/7/2005) 

Χτισμένο στην πλαγιά ενός βουνού στα ΝΔ της πόλης της Κέρκυρας το χωριό  Άγιοι Δέκα έχει πανοραμική θέα σε όλη την περιοχή με τα κάστρα της πόλης και την Παλαιόπολη, την ενετική  και τη νεότερη πόλη. Καθώς πλησίαζα, το ολόγιομο σώμα της πανσελήνου ανέβαινε κατακόκκινος δίσκος πάνω στον σκούρο μπλε ουρανό του δειλινού.  Μόλις που πρόλαβα και την είδα, γιατί σύντομα την έκρυψε το βουνό που υψώνεται πάνω από το χωριό. Στην κλιμακωτή, λόγω της κατωφέρειας του εδάφους, πλατεία του χωριού, γύρω από ένα σιντριβάνι, είχε στηθεί το πανηγύρι. Ο πανηγυρότοπος οριζόταν από τις δύο πλευρές από μια υπερυψωμένη πέτρινη μάντρα, σαν πεζούλα, που στηρίζει το πάνω επίπεδο της πλατείας, από μια μικρή εκκλησία («Εικονοστάσιο της Υ.[περαγίας] Θ.[εοτόκου] Οδηγήτριας, έτος ιδρύσεως 1995 υπό της Εκκλησίας» αναφέρει μια επιγραφή στο υπέρθυρο) ενώ στη βορεινή πλευρά είχαν αναρτηθεί  νάιλον λιόπανα, ίσως για προστασία από τον αέρα και την υγρασία εδώ ψηλά. Πλαστικές λευκές πολυθρόνες και τραπέζια ήταν σκορπισμένα στο χώρο και πάνω σε μια εξέδρα, ντυμένη με λιόπανα επίσης, τα όργανα της ορχήστρας, πίσω από τα οποία ήταν καρφωμένο σε όλο το μήκος της εξέδρας ένα  πανό  με επιγραφή που ανακοίνωνε τον οργανωτή, τον τόπο και τον χρόνο  του πανηγυριού: "Πολιτιστικός Σύλλογος Αγίων Δέκα, 1954-2005, 51 χρόνια,  20 Ιουλίου 2005". Από τον αριθμό των τραπεζιών έκρινα πως το πανηγύρι θα ήταν μικρό, ίσως μόνο για τους χωριανούς, χωρίς πολλούς επισκέπτες και τουρίστες. 


Κέρκυρα, Άγιοι Δέκα. Το χοροστάσι (20/7/2005)
Έβγαλα από το αυτοκίνητο και φορτώθηκα τη βαριά τσάντα (δώρο των δύο θυγατέρων μου) με τα σύνεργα και τα υλικά καταγραφής, τη φωτογραφική μηχανή, το κασετόφωνο, τη video camera, videoταινίες, κασέτες, μπαταρίες, φιλμς, φορτιστές, σημειωματάρια και περίμενα καθισμένη σε ένα πεζούλι να μαζευτεί ο κόσμος, παρατηρώντας  τριγύρω τα τεκταινόμενα. Απολάμβανα τη  δροσιά εδώ πάνω, μετά τη ζέστη της πόλης που με είχε ταλαιπωρήσει όλη μέρα. Τα τραπέζια δεν άργησαν να γεμίσουν, καθώς οι χωριανοί κατέφθαναν οικογενειακώς, νέοι, γέροι, παιδιά, ακόμα και μωρά σε καρότσια. Παρών με την οικογένειά του και ο παπάς.




Κέρκυρα, Άγιοι Δέκα, πανηγύρι προφήτη Ηλία. Η ορχήστρα, ο συλλογικός χορός (20/7/2005)
Το πανηγύρι ξεκίνησε όταν έξι νεαροί άνδρες ανέβηκαν στην εξέδρα και πήραν τα όργανα της ορχήστρας: ηλεκτρική κιθάρα, βιολί, δύο σύνολα κρουστών και δύο συνθεσάιζερ. Πριν αρχίσουν να παίζουν,  ένας από τους μουσικούς έβγαλε ένα μικρό λόγο εκ μέρους του Πολιτιστικού Συλλόγου, του οποίου είναι και πρόεδρος, όπως είπε, καλωσόρισε και ευχήθηκε καλή διασκέδαση στον κόσμο. Είχα ήδη πλησιάσει στην εξέδρα, μόλις είπε ότι είναι ο Πρόεδρος, για να προλάβω να του μιλήσω πριν αρχίσει η μουσική. Ευχήθηκα για τη γιορτή  και αφού του συστήθηκα, του ζήτησα την άδεια να καταγράψω το πανηγύρι. Δέχτηκε με μεγάλη του χαρά και τιμή, όπως είπε.
Η μουσική ξεκίνησε με τοπικές κερκυραϊκές χορευτικές μελωδίες και τραγούδια (ο πρόεδρος του Συλλόγου έπαιζε συνθεσάιζερ αλλά ήταν και ο τραγουδιστής) και μετά από λίγο ο κενός χώρος μπροστά από την ορχήστρα γέμισε με κύκλους χορευτών, με τον  παπά  να δίνει από τους πρώτους το καλό παράδειγμα. Νέοι, ώριμοι, ηλικιωμένοι, παιδιά,  άντρες, γυναίκες, κορίτσια, αγόρια, μικροί και μεγάλοι πιάνονταν στους κύκλους του χορού, χωρίς κάποια συγκεκριμένη σειρά, ανάκατα, με τους νεότερους και τους ώριμους να μπαίνουν μπροστά, εναλλασσόμενοι. Χόρευαν ομαδικά,  με μεγάλο κέφι, ζωηρά και επιδέξια στους κερκυραϊκούς ρυθμούς, γελώντας και ενθαρρύνοντας και τα παιδιά. Δεν έβλεπα να γίνονται «παραγγελιές» ή να πέφτει «χαρτούρα» στην ορχήστρα, δηλαδή χρήματα, αφού χόρευαν όλοι ό, τι έπαιζε η ορχήστρα. Ο τραγουδιστής-Πρόεδρος  τραγουδούσε με κέφι και ζωντάνια παρακινώντας ταυτόχρονα τους συχωριανούς του να μπουν όλοι στο χορό.  





Κέρκυρα, Άγιοι Δέκα, πανηγύρι προφήτη Ηλία, από πάνω προς τα κάτω: Ομάδα χορευτών με τοπικές φορεσιές χορεύει κερκυραϊκούς παραδοσιακούς χορούς (20/7/2005)
Κάποια στιγμή, η μουσική σταμάτησε, οι χορευτές γύρισαν  στα τραπέζια τους και ο Πρόεδρος ανακοίνωσε ότι η χορευτική ομάδα του χωριού θα χορέψει παραδοσιακούς  κερκυραϊκούς χορούς.  Στο «χοροστάσι», ας πούμε, μπήκε μια ομάδα από τέσσερα κορίτσια και τρία αγόρια, όλοι ντυμένοι με τις παραδοσιακές φορεσιές της Κέρκυρας, κάπως τυποποιημένες, στυλιζαρισμένες. Τα  παλικάρια με μαύρες βράκες, μαύρα κεντημένα γιλέκα , λευκά πουκάμισα και κόκκινα μαντήλια στο  λαιμό. Οι κοπέλες με μαύρες φούστες, χρωματιστές πλουμιστές ποδιές,, το ανοιχτό «κοντογούνι» που τονίζει το στήθος όπως πάλλεται στο χορό κάτω  από την αφράτη λευκή πουκαμίσα, τον εντυπωσιακό κερκυραϊκό κεφαλόδεσμο με τα λουλουδένια μπουκέτα πάνω στο λευκό φόντο της δαντελωτής μαντήλας. Την είσοδό της  χορευτικής ομάδας συνόδευσαν ενθουσιώδεις φωνές και χειροκροτήματα.




Κέρκυρα, Άγιοι Δέκα, πανηγύρι προφήτη Ηλία. Ο χορός (20/7/2005)
 
Η χορευτική ομάδα χόρεψε μόνη της, ένα ρεπερτόριο από χαρακτηριστικούς παραδοσιακούς χορούς της Κέρκυρας στους οποίους προφανώς έχει εκπαιδευτεί με χοροδιδάσκαλο (όπως συμβαίνει σε όλη την ελληνική  επικράτεια με τους τοπικούς συλλόγους παραδοσιακών χορών), συνοδευόμενη μουσικά από την ορχήστρα,  που έπαιζε με πολύ κέφι.  Όταν τελείωσαν, οι πανηγυριώτες τους επιβράβευσαν πολύ έντονα, με χειροκροτήματα, φωνές και σφυρίγματα, καθώς οι περισσότεροι θα ήταν και συγγενείς ή φίλοι των χορευτών. Η ορχήστρα ξανάρχισε να παίζει και τότε σηκώθηκαν πάλι οι συνδαιτυμόνες και χόρεψαν όλοι μαζί, ανακατωμένοι τώρα με τη χορευτική ομάδα, κυκλικούς και αντικριστούς  τοπικούς χορούς. Κάποια στιγμή η χορευτική ομάδα αποχώρησε, ενώ, περασμένα μεσάνυχτα πια, και ο κόσμος είχε αρχίσει να αραιώνει. Ωστόσο η χορευτική ομάδα επανήλθε σε λίγο, ντυμένοι τώρα όλοι, αγόρια-κορίτσια, με ομοιόμορφη ανδρική στολή στυλ «Ζορμπά» («Zorba the Greek»), με παντελόνι, λευκό πουκάμισο κα φαρδύ ζωνάρι στη μέση. Χόρεψαν μόνοι τους με στυλιζαρισμένο τρόπο χασάπικα, χασαποσέρβικα  και ζεϊμπέκικα. Ο κόσμος είχε πλέον αραιώσει πολύ, όμως σηκώθηκαν ελάχιστοι και χόρεψαν μαζί με τη χορευτική ομάδα ζεϊμπέκικο. Κατά τη 1 π. μ. σχόλασε το  πανηγύρι, οπότε μάζεψα και ’γώ τα μηχανήματα και άφησα  το δροσερό ορεινό χωριό για να επιστρέψω στο ξενοδοχείο και στην υγρή ζέστη της πρωτεύουσας Κέρκυρας, με την ολόγιομη πανσέληνο να φωτίζει το δρόμο μου.

Πέμπτη, 21/7/2005

Η σημερινή ημέρα θα ήταν αφιερωμένη στην «Αγιαλένη» της Κάτω Κορακιάνας.
Πήρα τον παραλιακό δρόμο βόρεια της πρωτεύουσας Κέρκυρας που πάει παράλληλα με τη βόρεια και ανατολική ακτή του νησιού. Δρόμος στενός, διπλής κατεύθυνσης και χωρίς διαχωριστικό διάζωμα, αν και είναι πολυσύχναστος από μικρά και μεγάλα οχήματα, μηχανές, μηχανάκια, δίκυκλα και τρίκυκλα, ποδήλατα, πεζούς, μέσ΄ στον Ιούλιο, λόγω του ότι κατά μήκος του είναι χτισμένα μερικά από τα μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα αλλά βρίσκονται και μερικές από τις πιο δημοφιλείς πλαζ για λουόμενους, τουρίστες και ντόπιους. Παρά τη μεγάλη προσοχή που έπρεπε να δίνω στην οδήγηση, δεν μπορούσα να μη θαυμάζω το κατάφυτο από ελιές κυρίως, όσο και από οπωροφόρα δέντρα και θάμνους, καταπράσινο τοπίο στα αριστερά μου που συναντάει το σκούρο μπλε της θάλασσας στα δεξιά, όπως κατά διαστήματα μπαίνει βαθιά στην ξηρά σχηματίζοντας κολπίσκους. Θάλασσα που μοιάζει περισσότερο με κανάλι, καθώς στα ανατολικά κλείνεται από τα κοντινά βουνά της Ηπείρου και της νότιας Αλβανίας.

Κάτω Κορακιάνα









Κέρκυρα,  Κάτω Κορακιάνα, από πάνω προς τα κάτω: ο ναός της "αγίας Ελένης" και το νεκροταφείο (21/7/2005)

Δεν άργησε να φανεί η ταμπέλα που έγραφε «Κορακιάνα», οδηγώντας με να στρίψω βεβαίως προς τ’ αριστερά. Ο δρόμος ανηφόριζε χωμένος μέσα σε ένα ελαιώνα. Στα αριστερά, για αρκετό διάστημα ακολουθούσε το δρόμο μια ψηλή, πέτρινη μάντρα και υπέθεσα, από το μεγάλο μήκος και την καλοφτιαγμένη τοιχοδομή της, πως θα ορίζει κάποιο πλούσιο κτήμα (αργότερα θα μάθαινα πως πρόκειται για το «Καστρί» με τα Ενετικά ερείπια). Σε λίγο φάνηκε μια συστάδα σπιτιών και  κάτι καφετέριες πάνω στο δρόμο. Βγήκα από το αυτοκίνητο και ρώτησα κάποιους θαμώνες για την «Αγιαλένη». Βρισκόμουν  στην «Κάτω Κορακιάνα» που είναι διάσπαρτη μέσα στον ελαιώνα. Μου έδωσαν οδηγίες και σύντομα, μετά και από μια οδική ταμπέλα που δείχνει προς «Αγία Ελένη» αντίκρισα μια αρκετά μεγάλη και φρεσκοβαμμένη  εκκλησία μέσα σε χτιστό περίβολο με δέντρα και απεριποίητο γρασίδι και νεκροταφείο που το περικλείει  ξεχωριστή μάντρα (παλιότερη του περίβολου, όπως φαινόταν, αν και είναι καλυμμένη με επάλληλα στρώματα ασβεστωμάτων)  ―κάτι συνηθισμένο για την Κέρκυρα. Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο συνάντησα έναν ηλικιωμένο άνδρα φορτωμένο με σακούλες με ψώνια. Τον ρώτησα αν η εκκλησία είναι όντως  η «Αγιαλένη» και μου το επιβεβαίωσε. Στην επόμενη ερώτησή μου, μήπως τυχόν γνώριζε ποιος έχει το κλειδί της εκκλησίας για να μου την ανοίξει, απάντησε «είσαι τυχερή, εγώ το έχω, περίμενε να πάω σπίτι να το φέρω, εδώ  κοντά μένω». Αισθάνθηκα όντως απίστευτα τυχερή, μετά τα όσα τραβάω συνήθως για να μου ανοίξουν τις εκκλησίες. Μέχρι να επιστρέψει  ο άνδρας με το πολυπόθητο κλειδί, μπήκα στον περίβολο της εκκλησίας. Ένα μεγάλο, παλιό σιδερένιο σήμαντρο ήταν πεσμένο στη ρίζα ενός δέντρου, σε ένα από τα κλαδιά του οποίου κρεμόταν μια μικρή καμπάνα, που προφανώς έχει αντικαταστήσει  το σήμαντρο, φέρνοντάς μου στο νου το στίχο από ένα μοιρολόι: …να ’χα καμπάνα φράγκικη, ρωμέικο  σημαντήρι… Και δεύτερη καμπάνα κρέμεται από το όμορφο, επτανησιακού στυλ καμπαναριό, που ορθώνεται ανεξάρτητο, στο ΝΑ άκρο της εκκλησίας, χτισμένο από τη μέση και κάτω με εμφανή πέτρα και στο πάνω μέρος σοβατισμένο και βαμμένο σε  ροζ χρώμα, όπως και η εκκλησία. Το κάτω μέρος του πετρόχτιστου καμπαναριού και η μάντρα του νεκροταφείου δηλώνουν ότι η «Αγιαλένη» δεν πρέπει να είναι τόσο νέα όσο δείχνει το φρεσκοβαμμένο εξωτερικό της αλλά ότι πρέπει να είναι αρκετά παλιά. Δεν πρόλαβα να μπω και στο χώρο του νεκροταφείου, όπως σκόπευα, γιατί σύντομα επέστρεψε ο άντρας, για να μάθω πως η «τύχη» μου δεν κράτησε για πολύ. Μου ανακοίνωσε ότι δυστυχώς δεν είχε το κλειδί, γιατί το είχε πάρει το προηγούμενο βράδυ η κόρη του για ν’ ανάψει τα καντήλια και το είχε ξεχάσει μέσα στην τσάντα της, την οποία είχε μαζί της στη δουλειά, στην πόλη της Κέρκυρας. Μου ήρθε πιο βαριά τούτη η ατυχία μετά τη χαρά που είχα πάρει προηγουμένως. Δεν ήμουν σίγουρη αν μου έλεγε αλήθεια ή αν απλά μετά από δεύτερη σκέψη είχε αλλάξει γνώμη, μη θέλοντας ν΄ αναλάβει την ευθύνη, με το δίκιο του, από μια άποψη. Μετά από σχετική παράκληση μου υπέδειξε πού είναι το σπίτι του παπά, για να πάω να τον βρω, μήπως μου άνοιγε εκείνος.
Το σπίτι του παπά βρίσκεται στην είσοδο του χωριού, δίπλα στην ενοριακή εκκλησία της Κάτω Κορακιάνας που είναι αφιερωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή και της οποίας είναι εφημέριος. Εκεί βρήκα την παπαδιά, μια ηλικιωμένη  γυναίκα, η οποία με πληροφόρησε, κάπως απρόθυμα, ότι ο παπάς έλειπε στον οδοντίατρο, στην Κέρκυρα! Ωστόσο, βλέποντας φαίνεται και την απογοήτευσή μου ―για να μην πω την απελπισία μου― μου πρότεινε να καθίσω να τον περιμένω, γιατί δεν θα αργούσε να επιστρέψει. Καθίσαμε έξω, στην μικρή, πλην ολάνθιστη και μοσχοβολιστή αυλή της. Με κέρασε μηλόπιτα που είχε φτιάξει με τα χέρια της και δροσερό νερό και πιάσαμε κουβέντα για το ποια είμαι, τη δουλειά μου και το σκοπό της επίσκεψής μου στο νησί. Σιγά-σιγά γινόταν όλο και πιο φιλική, φαινόταν μάλιστα να την ενδιαφέρει αυτό που έκανα εκεί. Μπήκε στο σπίτι και μου έφερε να δω ένα  βιβλίο σχετικό με την Κορακιάνα, που έχει γράψει ένας τοπικός λόγιος, ο οποίος όπως μου είπε δούλευε στο Δήμο και σκέφτηκα να πάω να τον βρω μετά. Προθυμοποιήθηκε να μου δείξει και το ναό της Ζωοδόχου Πηγής, του οποίου είχε το κλειδί.
Με ξεναγούσε ακόμα στην πολύ παλιά, όπως μου είπε, εκκλησία, όταν  έφτασε και ο παπάς από την Κέρκυρα, με το Ι.Χ, αυτοκίνητό του και το πάρκαρε σε ένα χτιστό γκαράζ στο προαύλιο της εκκλησίας. Σκέφτηκα, όπως έχω παρατηρήσει παντού όπου με πάει αυτή η έρευνα που εμπλέκεται τόσο πολύ και με τους παπάδες αναπόφευκτα, πόσα προνόμια και ανέσεις έχουν σήμερα στην πλειονότητά τους, που τους τα προσφέρει η Εκκλησία αλλά και το Κράτος που τους μισθοδοτεί, όσο και το εκκλησίασμα, μια που «η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα». Και αυτό παρά το ότι η παπαδιά μου είχε παραπονεθεί πως όταν είχαν πρωτοέρθει εδώ πριν 40 χρόνια, ήταν πολύ δύσκολα. Πως τότε ο τόπος ήταν σχεδόν έρημος και άγριος και πως η ίδια αναγκαζόταν να ράβει άμφια και ράσα για τους ιερείς, ώστε να μπορέσουν να ζήσουν την οικογένειά τους.  Ο ιερέας πλησίασε προς την πύλη της εκκλησίας, παραξενεμένος που ήταν ανοιχτή, και  η παπαδιά και εγώ, μια που είχε τελειώσει η ξενάγηση, βγήκαμε έξω να τον συναντήσουμε. Ένοιωσα άβολα, όταν είδα  πόσο κουρασμένος έδειχνε, πονεμένος από το δόντι του και μπαϊλντισμένος από τη ζέστη της πόλης. Ωστόσο καθίσαμε  πάλι στη δροσερή αυλή και του είπα το σκοπό της επίσκεψής μου,  με τη συμπαράσταση της παπαδιάς. Εκείνος, σκουπίζοντας με ένα μαντήλι  το κάθιδρο πρόσωπό του, «μωρέ και ο ίδιος ο άγιος Κωσταντίνος και η αγία Ελένη να έρθουνε τώρα και να μου ζητήσουνε να τους πάω στην Αγιαλένη, δεν πρόκειται να τους πάω!!», ξεκαθάρισε, με το δίκιο του. Τότε η παπαδιά, που στο μεταξύ φαίνεται με είχε συμπαθήσει, «δώσε μου τα κλειδιά να την πάω εγώ τη γυναίκα, αφού εσύ δεν μπορείς», του είπε.


Κέρκυρα, Κάτω Κορακιάνα:  ο ναός της "αγίας Ελένης", ανατολική πλευρά (πάνω) και δυτική (κάτω, 21/7/2005)

 Έτσι κι έγινε. Επέστρεψα στην «Αγιαλένη» μαζί με την παπαδιά και μου άνοιξε την εκκλησία. Τυπικός κερκυραϊκός ναός και αυτός με σκούρα, μαυρόασπρη ταπετσαρία στο πάνω μέρος των τοίχων. Το τέμπλο πέτρινο, όμοιο σχεδόν με αυτό των αγίων Θεοδώρων στην Παλιόπολη και ως προς τη διάταξη των εικόνων πάνω σε αυτό. Δύο μεγάλες,  αφιερωματικές και προσκυνηματικές εικόνες με τους δύο αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη μαζί με τον τίμιο Σταυρό ανάμεσά τους (όπως εξάλλου σε όλες τις εκκλησίες που αποκαλούνται «Αγιαλένη»), βρίσκονται ένθεν και ένθεν του τέμπλου μέσα σε ξύλινα πολυτελή εικονοστάσια στη ΒΑ και ΝΑ γωνίες του ναού, πάνω στους  βόρειο και νότιο  τοίχο, αντίστοιχα. Αυτή του νότιου τοίχου φαίνεται πολύ παλιότερη από την εικόνα των αγίων πάνω στο βόρειο τοίχο. Η τελευταία όμως φαίνεται να είναι η κατεξοχήν προσκυνηματική, αφού είναι η μόνη που φέρει στο κάτω μέρος δύο κόκκινες κορδέλες όπου είναι κρεμασμένα τα ασημένια και χρυσά τάματα των πιστών, με ανάγλυφες παραστάσεις των δύο αγίων καθώς και ματιών, πλοίων, παιδιών κ.ά. Τάματα που δηλώνουν πως οι πιστοί θεωρούν την «Αγιαλένη» θαυματουργή (ας μην ξεχνάμε πως σε αυτήν ονοματίζεται ο ναός από τον κόσμο) και αυτό δεν μπορεί κατά τη γνώμη μου να αφορά την ιστορική αγία Ελένη. 





 Κέρκυρα, Κάτω Κορακιάνα, ναός της "αγίας Ελένης". Πάνω κκαι κάτω:  Οι προσκυνηματικές εικόνες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης ένθεν και ένθεν του τέμπλου (21/7/2005)

Προς επιβεβαίωση αυτού, πάνω στο ίδιο αυτό βόρειο εικονοστάσι, παρατήρησα τοποθετημένη στα δεξιά μιας μικρότερης εικόνας των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης που είναι στη βάση της μεγάλης, μια εικόνα με «δίδυμους» αγίους, τους στρατιωτικούς και φτερωτούς άγιους Ταξιάρχες! Αν και άλλης τάξης «εύρημα» από αυτό των αγίων Θεοδώρων στην Παλaιόπολη, έχοντας δει επανειλημμένα αυτή την εικόνα σε σχέση με τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη στην ηπειρωτική χώρα, να άλλο ένα σημάδι του συνδυασμού της Ελένης-Αγιαλένης με «Δίδυμους» στην Κέρκυρα, συλλογίστηκα. Βεβαίως υπάρχει στην Άνω Κορακιάνα ο ενοριακός ναός των Ταξιαρχών, όπως με πληροφόρησε η παπαδιά, πολύ παλιός μάλιστα, και μπορεί γι’ αυτό να είχε κάποιος αφιερώσει εδώ την εικόνα. Όμως γιατί την τοποθέτησαν ακριβώς σε αυτό το σημείο, όταν μάλιστα σε όλο το μήκος των τριών τοίχων του ναού, πλην του ανατολικού με το τέμπλο, πάνω από τα στασίδια για το εκκλησίασμα εκτείνεται ένα ξύλινο ράφι που φιλοξενεί πλήθος εικόνων που αφιερώνουν οι πιστοί; Στο κέντρο μάλιστα του βόρειου τοίχου δεσπόζει πάνω σε αυτό άλλη μια πελώρια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, καθώς και μία ακόμα πάνω στο υφασμάτινο «λάβαρο» του ναού, που περιφέρουν στις λιτανείες μαζί με τις εικόνες. Άραγε να είναι τυχαίος και ο συνδυασμός του ναού της «Αγιαλένης» στην Κάτω Κορακιάνα με «πολύ παλιό» ναό «Δίδυμων», όπως οι Ταξιάρχες, στην Άνω Κορακιάνα;  Μια πελώρια εικόνα του Μεγάλου Κωνσταντίνου να αντικρίζει το όραμα του σταυρού με το "εν τούτω νίκα", δεσπόζει στο κέντρο του ταβανιού.



 Κέρκυρα, Κάτω Κορακιάνα, ναός "αγίας Ελένης".  Ο Μέγας κωνσταντίνος αντικρίζει το όραμα του σταυρού. Εικόνα στο κέντρο της οροφής (21/7/2005)

Η παπαδιά δεν είχε άλλες πληροφορίες σχετικά με την  «Αγιαλένη», έτσι φωτογράφισα, την ευχαρίστησα θερμά για ό, τι έκανε για μένα και την πήγα με το αυτοκίνητο στο σπίτι της, όπου περίμενε ο παπάς για φαγητό, καθώς είχε πάει μεσημέρι. Ο παπάς, που φαίνεται πως εν τω μεταξύ είχε σκεφτεί σχετικά, μου είπε πως στην Άνω Κορακιάνα, που είναι το παλιό, το κυρίως χωριό (νεότερος συνοικισμός του οποίου κοντά στη θάλασσα είναι η Κάτω Κορακιάνα), υπάρχει ξωκλήσι αφιερωμένο στον άγιο Κωνσταντίνο του οποίου τα κλειδιά κρατάει ο παπάς των Ταξιαρχών, ο παπα-Κώστας. Δηλαδή στο ίδιο επί της ουσίας χωριό, έχουμε δύο ναούς με αναφορά στην αγία Ελένη, κάτι που σημαίνει μια ιδιαίτερη σχέση του τόπου με αυτήν. Τους αποχαιρέτισα και έφυγα.
Αποφάσισα λοιπόν να επισκεφθώ και το ξωκλήσι του «άγιου  Κωνσταντίνου» ―πίσω από τον οποίο λανθάνει πάντα και η αγία Ελένη. Η ώρα όμως είχε πάει σχεδόν δύο και γνώριζα ότι πριν τις πέντε δεν θα εύρισκα κανέναν έξω στο χωριό, ούτε βεβαίως μπορούσα να ενοχλήσω τον παπα-Κώστα των Ταξιαρχών τέτοια ώρα. Έτσι πήγα προς τις καφετέριες που είχα δει πριν, μήπως βρω κάτι για φαγητό. Σε μια από αυτές μπορούσαν να μου φτιάξουν μόνο τοστ, και παράγγειλα ένα. Καθώς περίμενα καθισμένη έξω σε ένα τραπέζι να μου το φέρουν, είδα να σταματάει μπρος στο απέναντι σούπερ-μάρκετ ένα αυτοκίνητο, από το οποίο βγήκε ένας ηλικιωμένος αλλά ζωηρός παπάς και κατευθύνθηκε προς αυτό. Καθώς δεν ήταν ο παπάς της Κάτω Κορακιάνας, υπέθεσα ότι πιθανότατα να ήταν ο παπάς των Ταξιαρχών, γιατί πόσοι παπάδες μπορεί να κυκλοφορούσαν τέτοια ώρα εδώ; Πετάχτηκα και έτρεξα να τον προφτάσω. Ήταν όντως αυτός! Του εξήγησα, όσο γινόταν σε ’κείνες τις συνθήκες, ποια είμαι και τι τον θέλω. Μου είπε όμως ότι είχε κανονίσει κάποια δουλειά για το απόγευμα και πως δεν θα  μπορούσε να με πάει στον άγιο Κωνσταντίνο (και Ελένη). Τον παρακάλεσα τότε να μου υποδείξει κάποιον επίτροπο ή κάποιον άλλον που να είχε το κλειδί του ξωκλησιού και με παρέπεμψε σε κάποιον ονόματι Μιχάλη Θ., στη συνοικία «Βενετιά» της Άνω Κορακιάνας. Τον ξανα-παρακάλεσα να του τηλεφωνήσει και ο ίδιος σχετικά και να του ζητήσει να με εξυπηρετήσει. Μου το υποσχέθηκε, τον ευχαρίστησα και επέστρεψα στην καφετέρια.
Έπιασα κουβέντα με τον ιδιοκτήτη της καφετέριας, ένα νέο παιδί. Δεν ήξερε πολλά για την «Αγιαλένη», ωστόσο με πληροφόρησε ότι στο λόφο που είναι από πάνω της έχουν εντοπισθεί αρχαιότητες, κάποιο κάστρο ίσως, κάτι που ήταν αναμενόμενο για μένα αφού υπάρχει  εκεί η «Αγιαλένη».
 Στο βιβλίο για την Κορακιάνα που μου είχε δείξει η παπαδιά, είχα διαβάσει τα σχετικά με την «Αγιαλένη». Ανέφερε ότι είναι εκκλησία ιδιωτική καθώς και το όνομα της ντόπιας οικογένειας στην οποία ανήκει. Αποφάσισα να σπεύσω στα γραφεία του Δήμου Κορακιάνας, πριν κλείσουν για μεσημέρι, για  να βρω τον συγγραφέα, αφού  μου είχε πει η παπαδιά ότι δούλευε εκεί. Τον πρόλαβα ευτυχώς και κουβεντιάσαμε λίγο, καθώς έχει πάθος για τον τόπο του αλλά και είχε ευχαριστηθεί από το ότι είχα δει το βιβλίο του και τον είχα αναζητήσει. Η επίσκεψη υπήρξε αποδοτική, γιατί μου ανέφερε κάτι πολύ σημαντικό για μένα. Ότι δηλαδή στην εκκλησία, μέσα στο ιερό (στο οποίο δεν είχα μπει) υπάρχει επιγραφή όπου αναφέρεται χρόνος κτίσεως το 1673, αλλά ―το ακόμα πιο σημαντικό― ότι ο ίδιος έχει δει την «Αγιαλένη» να αναφέρεται ως τοπωνύμιο στη θέση που είναι σήμερα η εκκλησία σε συμβόλαιο του 1513! Καθώς επιβεβαίωσε σε σχετική ερώτησή μου τα περί αρχαιοτήτων πάνω στο λόφο κοντά στη «Αγιαλένη», ένοιωσα τη γνωστή μου ερευνητική ταραχή. Γιατί οι δύο καταγραμμένες αυτές χρονολογίες δηλώνουν ότι στην Κάτω Κορακιάνα  προϋπήρχε, όπως και σε τόσες άλλες περιπτώσεις που έχω εντοπίσει, από πολύ παλιά μια «Αγιαλένη» (εδώ μαρτυρημένα με terminus ante quem το 1513), σχετιζόμενη μάλλον με τα αρχαία ερείπια κατά κάποιο θρησκευτικό, συμβολικό τρόπο.  Φαίνεται ότι μετά χτίστηκε μια χριστιανική εκκλησία (εδώ ήδη από το 1673) που τη «σπίτωσε» (κρίνοντας και από τις «Αγιαλένες» στη Λυκόσουρα, στα Πλατάνια, στο Κρυονέρι κ.λπ. που έχω εντοπίσει σε Ηλεία και Αρκαδία) ταυτίζοντάς την όμως εικονικά με τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, καθώς η επίσημη Εκκλησία και οι αρμόδιοι, δεν μπορούσαν (ή ίσως δεν ήθελαν;) πλέον να γνωρίζουν σε ποια άλλη, πέραν της ιστορικής αγίας Ελένης μπορούσε να αναφέρεται το τοπωνύμιο, ενώ η τοπική προφορική παράδοση εξακολουθεί αιωνίως να κρατάει, πλέον μη συνειδητά βέβαια, τη μνήμη της ως «Αγιαλένης»! Ο συγγραφέας δεν γνώριζε κάτι περισσότερο για αυτήν, ούτε μπορούσε φυσικά να υποψιαστεί τη δική μου «ανάγνωση» των πραγμάτων, την οποία και δεν μπορούσα να του την εξηγήσω, και πολύ περισσότερο να την καταλάβει, εκείνη την ώρα. Τον ευχαρίστησα και έφυγα, γιατί ήθελε και να σχολάσει πλέον ο άνθρωπος.
Δεν γινόταν να πάω στο ξενοδοχείο και να επιστρέψω, έτσι πάρκαρα το αυτοκίνητο κάπως απόμερα, στον παχύ ήσκιο μιας αιωνόβιας ελιάς για να περάσω το μεσημέρι. Κράτησα κάποιες σημειώσεις, μελέτησα το χάρτη, και  καθώς η νύστα με βάραινε, επιχείρησα  μήπως και μπορούσα να κοιμηθώ λίγο εκεί, παρά τη φοβερή ζέστη, αλλά δεν τα κατάφερνα. Έβλεπα τις  πλαγιές των βουνών που σχηματίζουν τη βαθιά και πλατιά, ανοιχτή προς τη θάλασσα χαράδρα όπου είναι χτισμένες η Πάνω και η Κάτω Κορακιάνα, η μια ψηλά και η άλλη χαμηλά, να είναι κυριολεκτικά «κατάφυτές». Απέραντοι, πυκνοφυτεμένοι ελαιώνες δεν αφήνουν ούτε τετραγωνικό μέτρο γης γυμνό, από τη θάλασσα ως ψηλά, στις κορυφογραμμές! Ανάμεσα στο συνεχές, βαθύ αυτό πράσινο ξεχωρίζουν ψηλά στην πλαγιά μόνο τα κεραμοσκεπή σπίτια της Άνω Κορακιάνας. Αφού ταλαιπωρήθηκα άβολα μέσα στο αυτοκίνητο με ανοιχτές όλες τις πόρτες για δροσιά που όμως δεν εύρισκα, έφτασε επιτέλους πέντε η ώρα και ξεκίνησα για την Άνω Κορακιάνα.

Άνω Κορακιάνα



Κέρκυρα. Η Άνω Κορακιάνα και ο ελαιώνας που την περιβάλλει (21/7/2005)
 
Το χωριό με εντυπωσίασε με το μέγεθός του, με τα πέτρινα παλιά σπίτια του με τις σκεπαστές βεράντες  και τις πέτρινες πελεκητές κολώνες, τα λουλούδια. Φαινόταν όμως κάπως σαν φθαρμένο, παρατημένο από τους περισσότερους κατοίκους του αλλά να κρατάει μια παλιά αρχοντιά και ομορφιά που τονίζεται από το πράσινο πλαίσιο του ελαιώνα. Ο παλιός ναός των Ταξιαρχών, με τις περίφημες, όπως είχα μάθει, τοιχογραφίες του, ήταν βεβαίως κλειδωμένος κρατώντας τες μέσα στο παλιωμένο αλλά ομορφοχτισμένο πέτρινο περίβλημά του. Ρωτώντας, έφτασα τελικά στην απομακρυσμένη, κάπως αποκομμένη από το κυρίως χωριό συνοικία της «Βενετιάς», όνομα που σε συνδυασμό με μια γειτονική που ονομάζεται «Άγιος Μάρκος», όπως είδα σε μια ταμπέλα, δηλώνει ποιοι ήταν οι αρχικοί της τουλάχιστον κάτοικοι. 
Βρήκα τον ηλικιωμένο επίτροπο της εκκλησίας να με περιμένει  καθισμένος έξω από το σπίτι του, που είναι πάνω στο δρόμο, προφανώς ειδοποιημένος από τον παπά-Κώστα, που είχε κρατήσει την υπόσχεσή του. Αφού είπαμε τα σχετικά, με ενημέρωσε ανήσυχος ότι δεν μπορεί να πάει το αυτοκίνητο στον Άγιο Κωνσταντίνο, παρόλο που είναι τζιπ, γιατί είναι στην πλαγιά του βουνού όπου οδηγεί μόνο ένα στενό μονοπάτι, που σκαρφαλώνει ανάμεσα στις χτιστές πεζούλες όπου είναι φυτεμένες οι ελιές. Του είπα πως εγώ δεν είχα πρόβλημα να πάω εκεί με τα πόδια, αν μου έδινε οδηγίες και μου εμπιστευόταν το κλειδί για να μπω στο ξωκλήσι, γιατί σε καμιά περίπτωση δεν θα ήθελα να ανεβεί εκείνος ως εκεί, μέσα στη ζέστη. «Εγώ είμαι μαθημένος», μου είπε, «εσύ αν μπορείς! Μόνη σου πάντως δεν γίνεται, δεν θα βρεις πού είναι μέσα στις ελιές!».  Επέμενε τόσο πού που δέχτηκα και ξεκίνησα μαζί του, παίρνοντας μόνο τη φωτογραφική μηχανή, για να μην έχω βάρος. 


 

Κέρκυρα, Άνω Κορακιάνα, Βενετιά. Ελαιώνας, το μονοπάτι που οδηγεί στο ξωκλήσι του άγιου Κωνσταντίνου (21/7/2005)





Κέρκυρα, Άνω Κορακιάνα, Βενετιά. Ελαιώνας, παλιές πεζούλες  (21/7/2005)

Με οδήγησε λοιπόν μέσα από τα σπίτια σε ένα στενό μονοπάτι που ανηφορίζει μοσχοβολιστό ανάμεσα σε βάτα, σκίντα, βαγιές και μυρτιές, ευτυχώς σκιασμένο από τα ψηλόκορμα εδώ δέντρα του πυκνού ελαιώνα. «Δεν θα μπορούσαμε ούτε εμείς να περάσουμε», μου είπε ο κυρ-Μιχάλης, «αν δεν είχα έρθει εγώ μαζί με έναν εργάτη να ανοίξουμε τα βάτα για το πανηγύρι του άγιου Κωσταντίνου». Πράγματι, φαινόταν ότι κάποιοι είχαν καθαρίσει σχετικά πρόσφατα το μονοπάτι, καθώς η βλάστηση δεν είχε  προλάβει ακόμα να το ξανακλείσει. Παρατηρούσα τις παμπάλαιες, επάλληλες πέτρινες πεζούλες, χτισμένες ξερολιθιά, ανάμεσα στα αιωνόβια λιόδεντρα. Είναι γνωστό πως την Κέρκυρα την γέμισαν με ελαιόδεντρα οι Ενετοί. Δεν είναι λοιπόν απίθανο, σκεφτόμουν, αυτές οι πεζούλες να δηλώνουν ότι κάποτε, προ Ενετών ίσως,  αυτές οι καταπράσινες τώρα πλαγιές εκτός από τις ελιές να σπέρνονταν με σιτάρι και κριθάρι, δημητριακά εν γένει, παρόλο που και στους ελαιώνες χρειάζονται αναλημματικές πεζούλες, για να κρατηθεί το χώμα. Στην καλλιέργεια σιτηρών εδώ συνηγορεί και το όνομα ενός χωριού που είχα δει στο χάρτη λίγο πιο πάνω από την Άνω Κορακιάνα, στα ΒΑ, με το όνομα «Σπαρτίλος». Όνομα που δεν έβλεπα να δικαιολογείται σήμερα, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, γιατί το είχα εντοπίσει οπτικά από την Κάτω Κορακιάνα να είναι χωμένο μέσα στον ίδιο αυτό, αδιαπέραστο σχεδόν, ελαιώνα χωρίς να φαίνονται πουθενά χωράφια. Και βέβαια κατ’ εμέ τη σιγουρότερη μαρτυρία για το ότι υπήρχαν εδώ παλιότερα και δημητριακά, παρείχε αυτή τούτη η ύπαρξη του ξωκλησιού του άγιου Κωσταντίνου (και Ελένης), αν και δεν γνώριζα πόσο παλιό μπορεί να είναι. Η παρουσία επίσης της «Αγιαλένης» στην ευρύτερη περιοχή, που συνδέεται σχεδόν πάντα με αλώνια και σιταρότοπους, ενισχύει αμφίδρομα αυτή την υπόθεση. Ρώτησα τον κυρ-Μιχάλη μήπως ήξερε κάτι σχετικά αλλά δεν θυμόταν σιτάρια στην περιοχή. Και πώς να τα θυμόταν ο άνθρωπος, αν ήταν προ Ενετών!! 



Κέρκυρα, Άνω Κορακιάνα, Βενετιά. Το ξωκλήσι του αγίου Κωνσταντίνου (21/7/2005)

Ο κυρ-Μιχάλης και το σήμαντρο (21/5/2005)

Όσο ανηφορίζαμε το μονοπάτι που είχε διακλαδώσεις μέσα στον πυκνό ελαιώνα, ο οποίος περιόριζε την ορατότητα σε λίγα μέτρα, συνειδητοποιούσα ότι είχε δίκιο ο κυρ-Μιχάλης. Αν και τόσο πεπειραμένη, δεν υπήρχε περίπτωση να βρω μόνη μου το ξωκλήσι. Μετά από αρκετή ώρα, κάποια ίχνη σκουπιδιών άρχισαν να φαίνονται διάσπαρτα μέσα στον ελαιώνα, άσφαλτο σημάδι ανθρώπινης δραστηριότητας. Υπέθεσα ότι φτάνουμε στον προορισμό μας, καθώς τα σκουπίδια πρόδιδαν ότι εκεί κοντά θα ήταν ο πανηγυρότοπος του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης), αφού ο Μάης που έλαβε χώρα το πανηγύρι δεν ήταν και τόσο μακριά χρονικά ώστε να εξαφανιστούν τα ίχνη των τενεκεδένιων, πλαστικών, χάρτινων κ.λπ. απορριμμάτων. Όντως, σε λίγο μέσα σε ένα ξέφωτο του ελαιώνα, φάνηκε ένα απέριττο, λευκό  εκκλησάκι, με τη βόρεια πλευρά του ακουμπημένη σχεδόν πάνω στη λογγωμένη βουνοπλαγιά. Ένας μικρός προαύλιος χώρος καθαρός από θάμνους φιλοξενεί μια ―τι άλλο;― ελιά από την οποία κρεμόταν ένα μικρό σιδερένιο σήμαντρο. Ο κυρ-Μιχάλης ξεκλείδωσε την πόρτα της εκκλησίας και μπήκαμε. 



Κέρκυρα, Άνω Κορακιάνα, Βενετιά. Ξωκλήσι άγιου Κωνσταντίνου. Ανατολική  (πάνω) και  δυτική πλευρά (κάτω, 21/7/2005)






Κέρκυρα. Άνω Κορακιάνα, ξωκλήσι άγιου Κωνσταντίνου, το  ιερό (21/7/2005)

Μια καυτή αποφορά από ξεραμένα κόπρανα ζώων μου ανακάτωσε το στομάχι. Το δάπεδο ήταν σπαρμένο από ποντικοκούραδα και περιττώματα άλλων μικρών ζώων που προφανώς τρυπώνουν από κάποια μικρά ανοίγματα μέσα στο ξωκλήσι. Για του λόγου το αληθές, ένα σκιουράκι με ορθωμένη την ουρά του δραπέτευε τρομαγμένο μέσα από το σπασμένο τζάμι ενός από τα παράθυρα. Ο μικρός ναός έχει δίριχτη, ταβανωμένη με σανίδες στέγη. Το τέμπλο απέριττο, με  μια σειρά από δώδεκα εικόνες στο πάνω μέρος του  που ακουμπάει στο ταβάνι, φέρει  μόνο τις βασικές  δεσποτικές εικόνες, αυτές της Παναγίας και του Χριστού. Στους ασβεστωμένους τοίχους υπήρχαν ελάχιστες εικόνες. Η αφιερωματική των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης με τη γνωστή τυπική απεικόνισή τους ένθεν και ένθεν του τίμιου Σταυρού, βρίσκεται στη ΝΑ γωνία του ναού, δίπλα στο τέμπλο, μέσα σε ένα απλό χτιστό εικονοστάσι με τριγωνική απόληξη.


 

 

Κέρκυρα, Άνω Κορακιάνα, Βενετιά. Ξωκκλήσι "άγιου Κωνσταντίνου".  Προσκυνηματική εικόνα (21/7/2005)

 Η  εικόνα, ζωγραφισμένη  πάνω σε μουσαμά καρφωμένο σε σανίδα, είναι φθαρμένη στις άκρες, γύρω-γύρω από τα καρφιά αλλά και σε άλλα σημεία. Έργο λαϊκού τεχνίτη, απ΄ όσο μπορώ να κρίνω, διαθέτει αρμονία ζεστών χρωμάτων και σωστές αναλογίες στα εικονιζόμενα κατά πρόσωπο σώματα των αγίων και στο σταυρό. Μικροσκοπικά περιττώματα ζώων «στόλιζαν» τη βάση της εικόνας, εκεί όπου μπαίνουν συνήθως λουλούδια και τάματα. Ωστόσο αυτό το εικονοστάσι μέσα στην ερημιά του με συγκίνησε περισσότερο  από όσα μεγαλοπρεπή, πολυτελή και καταστόλιστα είχα δει ως εκείνη την ώρα.  Μέσα στο ιερό  η αγία Τράπεζα ήταν γυμνή, στρωμένη επίσης με περιττώματα. Στην αψίδα του ιερού σώζεται, περιτριγυρισμένη ασφυκτικά από το ασβέστωμα, μια πολύ παλιά (μεταβυζαντινή μάλλον) και φθαρμένη τοιχογραφία της Παναγίας «Πλατυτέρας των ουρανών». Μαζί με κάποια άλλα ίχνη στη μικρή κόγχη της «Πρόθεσης» η τοιχογραφία δηλώνει πως ο ναός αρχικά ήταν μάλλον ιστορημένος, ίσως μόνο μέσα στο ιερό. Σημάδια που προδίδουν την παλαιότητά του και τη σημαντική θέση του στην πίστη των κατοίκων της περιοχής, διαχρονικά.
Φωτογράφισα και βγήκαμε έξω σχετικά γρήγορα, γιατί η ζέστη και η άσχημη μυρωδιά ήταν ανυπόφορα. Συλλογιζόμουν (κάτι που με απασχολεί όλα αυτά τα χρόνια που αναζητώ σε τέτοια ξωκλήσια την «Αγιαλένη», και όχι μόνο λόγω της ταλαιπωρίας μου να βρω τα κλειδιά) αν αξίζει τον κόπο, εκκλησάκια σαν αυτό, που δεν έχουν σχεδόν τίποτα για να αρπάξουν οι κλέφτες, να είναι κλειδαμπαρωμένα και να βρίσκουν καταφύγιο σε αυτά μόνο τα ζωάκια. Να μην είναι δηλαδή ανοιχτά και για  κάθε περαστικό ή αγρότη, άντρα ή γυναίκα, ξένο ή ντόπιο, που θα ήθελε να προφυλαχτεί μέσα σε αυτό από τις όποιες καιρικές συνθήκες, ζέστη ή κρύο, βροχή ή άνεμο, ή που τυχόν θα ένιωθε την ανάγκη περνώντας να προσευχηθεί ή να ευλογηθεί προσφέροντας υπηρεσίες στους δύο Αγίους φροντίζοντας το εκκλησάκι ολοχρονίς, ώστε να μην περιέρχεται σε τέτοια κατάσταση. Ποιος άλλωστε είναι και ο λόγος ύπαρξης των ξωκλησιών εκτός από τους συμβολικούς; Μοιράστηκα αυτές τις σκέψεις με τον κυρ-Μιχάλη καθώς πήραμε το μονοπάτι της επιστροφής. Είχε ντραπεί με την κατάσταση που βιώσαμε αλλά πρόβαλε τους λόγους της ασφάλειας και προστασίας του, ότι δηλαδή αν το εκκλησάκι παρέμενε ανοιχτό, τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα. 



Κέρκυρα, Άνω Κορακιάνα, Βενετιά. Πηγάδι στον ελαιώνα (21/7/2005)

Στο δρόμο μας συναντήσαμε κάποια στιγμή ένα πηγάδι που δεν είχα προσέξει κατά τον ερχομό, μέσα στην πυκνή βλάστηση. Πέτρινο, σκεπασμένο με σιδερένιο κάλυμμα, σηματοδοτούσε μαζί με τις ξερολιθιές την ανθρώπινη φροντίδα για το δασωμένο αυτό τοπίο και την παρηγοριά του ξεδιψάσματος και της δροσιάς μέσα στην απογευματινή ζέστη, Σαν να επιβεβαίωνε τη σκέψη μου, «α, ένα τέτοιο, ίδιο πηγάδι, που το λέμε της Μαυρομάτας, έχει και στον Άγιο Κωσταντίνο», είπε ο κυρ-Μιχάλης, «από ‘κεί παίρναμε νερό όλη η γειτονιά παλιά, ποτίζαμε κήπους και δε στέρευε ποτέ, αν και είναι πολύ βαθιά το νερό, είναι έξι μέτρα κάτω!». Ταράχτηκα στο άκουσμα της λέξης «Μαυρομάτα», η οποία, όπως έχω υποστηρίξει σε άλλα κείμενα, παραπέμπει στη Μαυρηγή-Ελένη. Πόσο μάλλον που εδώ στην Κορακιάνα, μέσα σε όλο το αφηγηματικό συμφραζόμενο για την «Αγιαλένη», η «Μαυρομάτα» ονοματίζει πηγάδι, κατασκευή που ούτως ή άλλως φέρει χθόνιους συμβολισμούς και μάλιστα εδώ σε συσχετισμό με τον «άγιο Κωνσταντίνο» (και την Ελένη). Ρώτησα τον κυρ-Μιχάλη γιατί ονομάζουν έτσι το πηγάδι και μου απάντησε «όχι μόνο το πηγάδι αλλά όλη την περιοχή στον Άγιο Κωσταντίνο (και Ελένη), τη λέμε Μαυρομάτα». Αυτή είναι η γοητεία του απρόβλεπτου στην επιτόπια έρευνα! Αν δεν είχαμε συναντήσει το πηγάδι (και βεβαίως αν είχα μεταβεί χωρίς τον κυρ-Μιχάλη στο ξωκλήσι), δεν θα είχα μάθει ποτέ ίσως για την Μαυρομάτα που στέριωνε ακόμα περισσότερο την ερευνητική μου υπόθεση για την παρουσία της Ελένης-Αγιαλένης στον τόπο. Ωστόσο είχαμε ήδη απομακρυνθεί αρκετά από το ξωκλήσι και δεν ήθελα να υποβάλω τον κυρ-Μιχάλη στον κόπο της επιστροφής εκεί για να δω και να φωτογραφίσω «το πηγάδι της Μαυρομάτας», αφού δεν δεχόταν να πάω πίσω μόνη μου, ούτε και θα το εύρισκα, όπως είπε. Αρκέστηκα λοιπόν στην αυθόρμητα εκφρασμένη (άρα και πιο αυθεντική) πληροφορία του για την Μαυρομάτα και φωτογράφισα το πηγάδι που βλέπαμε, αφού είναι ίδιο με αυτό της Μαυρομάτας, όπως βεβαίωσε ο γερο-συνοδοιπόρος μου, χωρίς αυτό να σημαίνει βεβαίως ότι η φωτογραφία του μπορεί να υποκαταστήσει το πραγματικό.  Από την άλλη, τα λόγια του κυρ-Μιχάλη για το πότισμα των κήπων και τη χρήση του νερού της Μαυρομάτας από τη γειτονιά φανέρωναν πως το ξωκλήσι είναι μέσα στα σύνορα του οικιστικού ιστού και όχι τόσο μακρινό όσο το βίωνα εγώ η ξένη, και πως κάποτε δεν ήταν τόσο απομονωμένο, όσο το καθιστά σήμερα η οργιώδης βλάστηση που η έλλειψη  φροντίδας από τους φευγάτους χωριανούς έχει επιτρέψει να αναπτυχθεί  εκεί. 






Κέρκυρα, Άνω Κορακιάνα, Βενετιά.  Παλιά, ερειπωμένα  σπίτια (21/7/2005)

Φτάσαμε στη «Βενετιά»  και ο κυρ-Μιχάλης ήθελε να μου δείξει το ναό του αγίου Ιακώβου, οπότε κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί. Η εκκλησία, ενοριακή για τη συνοικία «Βενετιά», είναι Καθολική, πολύ παλιά, ενώ στον περίβολό της φιλοξενεί και το νεκροταφείο.  Ασυντήρητη για πολλά χρόνια είναι σε κακή κατάσταση που ωστόσο δεν μπορεί να εξαφανίσει την παλιά της ομορφιά. Μπαίνοντας είδα πως εσωτερικά είναι πολύ περιποιημένη και συντηρημένη, χωρίς να διαφέρει ιδιαίτερα από τις άλλες κερκυραϊκές εκκλησίες που είχα δει. Ένα πορφυρό βαρύτιμο ύφασμα με ανάγλυφα σχέδια, τυλιγμένο γύρω από ένα κοντάρι δίπλα στη βόρεια πόρτα του ναού τράβηξε την προσοχή μου. Ο κυρ-Μιχάλης μου εξήγησε πως  πρόκειται για το «φλάμπουρο», ένα είδος λάβαρου-σημαίας που βγάζουν μαζί με την εικόνα της Παναγίας στη λιτανεία που κάνουν τη Δευτέρα του Πάσχα, από και προς το ναό του αγίου Αθανασίου της Κορακιάνας.
Εντωμεταξύ, καθώς είχαμε πλέον εξοικειωθεί, άρχισε να μου μιλάει για προσωπικά του ζητήματα. Έτσι έμαθα πως είχε χηρέψει αρκετά χρόνια πριν και πως πρόσφατα είχε παντρευτεί μια Ουκρανή, αρκετά μικρότερή του, με τη σύμφωνη γνώμη και των παντρεμένων παιδιών του. Χαρακτήρισε την νέα του σύζυγο ως έξυπνη και νοικοκυρά. Απολογητικά, με κάποια ενοχή και διάθεση να δικαιολογηθεί γιατί παντρεύτηκε στην ηλικία του, μου τόνισε  πόσο  ευχαριστημένος είναι που έχει τώρα παρέα αφού τον είχε ταλανίσει η μοναξιά μετά το θάνατο της γυναίκας του. Του επιβεβαίωσα ότι είχε πράξει σωστά, αφού ήταν ευχαριστημένος. Τον αποχαιρέτισα με θερμές ευχαριστίες για όλα και έφυγα για την Κέρκυρα, αφού δεν ήταν δυνατόν να δω την εκκλησία των Ταξιαρχών, όπως σκόπευα, μια που ό παπάς έλειπε. Κατάκοπη και ταλαιπωρημένη, ωστόσο απόλυτα ικανοποιημένη από τα «ευρήματά» μου, κατέληξα στο ξενοδοχείο για φαγητό και ξεκούραση την ώρα που  έπεφτε το σούρουπο.







Κέρκυρα, Άνω Κορακιάνα, Βενετιά. Από πάνω προς τα κάτω: το καμπαναριό, ο ναός και η εικόνα του αγιόυ Ιακώβου (21/7/2005) 

 
 
Αργότερα το βράδυ έλαβα ένα τηλεφώνημα από την 85χρονη μάνα μου, εικοσιτρία χρόνια χήρα, που εκείνες τις ημέρες είχε  τύχει να μείνει μόνη στο χωριό, καθώς ήμασταν και τα έξι παιδιά της αλλά και τα 17 εγγόνια της σκόρπιοι, άλλοι στις δουλειές τους στην Αθήνα και αλλού, άλλοι σε διακοπές εδώ κι εκεί. Με ενημέρωσε αναστατωμένη πως είχε ένα, ευτυχώς όχι σοβαρό, ατύχημα μέσα  στο σπίτι και εξέφρασε παράπονα και φόβο μήπως της συμβεί κάτι χειρότερο τώρα που ήταν μόνη εκεί. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτε άλλο για εκείνη παρά μόνο να την καθησυχάσω  και να την παρηγορήσω. Ωστόσο, επηρεασμένη και από τη κουβέντα μου με τον κυρ-Μιχάλη, σκεφτόμουν πόσο διαφορετικά αντιμετωπίζεται η χηρεία από τις γυναίκες τις ίδιες όσο και από το κοινωνικό περιβάλλον. Έπεσα για ύπνο με ενοχές που η μάνα μου ήταν μόνη, μοναξιά που την καθιστούσε ακόμα πιο έντονη για εκείνη το πλήθος των απογόνων της, που όμως λείπαμε, και κοιμήθηκα ανήσυχα.

Παρασκευή, 22 / 7 / 2005

Ξεκίνησα τη μέρα μου με πολύ καλή διάθεση, αφενός γιατί είχα βεβαιωθεί τηλεφωνικά ότι η μάνα μου ήταν μια χαρά και γιατί σκόπευα τούτη την ημέρα να προχωρήσω βορειότερα της Κάτω Κορακιάνας για να εξερευνήσω τη ΒΔ πλευρά του νησιού όπου, απρόσμενα, με περίμενε μια ακόμα «Αγιαλένη»! Μελετώντας δηλαδή αποβραδύς το χάρτη αλλά και τα βιβλία που είχα προμηθευτεί, ανακάλυψα με έκπληξή μου ότι εκτός από τον ενοριακό ναό του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης) στο Γιμάρι, που ήδη γνώριζα, υπήρχε μια ακόμα «Αγιαλένη» στη ΒΔ γωνία του νησιού, κάπου ανάμεσα στα χωριά Πελεκητό και Πίθος, στην ευρύτερη περιοχή της Περίθειας! Επρόκειτο δηλαδή για την τέταρτη «Αγιαλένη» που εντόπιζα στο νησί,  αριθμό που ούτε στις πιο τολμηρές προσδοκίες μου μπορούσα να φτάσω όταν ξεκινούσα για το κοσμοπολίτικο θέρετρο που είναι η Κέρκυρα και που τεκμηρίωνε ακόμα περισσότερο τα όσα είχα συμπεράνει για την Κόρκυρα-Γοργώ-Ελένη. Η θέση της κοντά στην Περίθεια είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον, γιατί, σύμφωνα με όσα είχα διαβάσει, η περιοχή έχει αρχαίους οικισμούς παλιότερους από αυτόν της πόλης της Κέρκυρας, αφού το βόρειο μέρος του νησιού είχε αναπτύξει πρώτο πολιτισμό, από έποικους από τις απέναντι Ιλλυρικές και Δαλματικές ακτές.

Γιμάρι



Κέρκυρα, Γιμάρι. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης) 22/7/2005

Ακολούθησα και πάλι τον πανέμορφο δρόμο στα ανατολικά του νησιού που ξετυλίγεται ανάμεσα στα βουνά δυτικά και στη θάλασσα ανατολικά και έφτασα στο μικρό χωριο Γιμάρι, του δήμου Κασσοπαίων. Ο ναός του άγιου Κωνσταντίνου (και Ελένης) φρεσκοβαμμένος με το χαρακτηριστικό ροζ χρώμα, βρίσκεται δεξιά, με τη δυτική είσοδό του πάνω στο δρόμο. Μια επιγραφή πάνω από αυτή αναφέρει το ζεύγος των  δύο αγίων στους οποίους είναι αφιερωμένος και έτος εγκαινίων το 1925. Είναι χτισμένος στην κορυφή μιας κάπως απότομης πλαγιάς που φτάνει καταπράσινη ως κάτω στη θάλασσα. Έτσι το νεκροταφείο, που επίσης φιλοξενεί στον περίβολό του στην ανατολική πλευρά, είναι πάνω σε ένα πιο χαμηλό επίπεδο.
Οι θαμώνες  στο διπλανό καφενείο  με πληροφόρησαν απρόθυμα ότι κλειδί είχε μόνον ο παπάς, ο οποίος μένει σε άλλο χωριό. Δεν μπορούσα να αρχίσω να ψάχνω και σήμερα στα χωριά για τον παπά. Εκτός από ένα τοπωνύμιο «Βλαχάτικα» που είχα δει στο χάρτη, δεν είχα κάποιες άλλες ενδείξεις ότι θα εύρισκα κάτι περισσότερο από τα γνωστά μου συμβολικά σημάδια, το νεκροταφείο και ίσως παλιότερα καλλιέργεια σιτηρών εδώ. Η χωροταξία του ναού μάλιστα, έτσι που είναι ψηλά, στην κορυφή  της υπήνεμης χαράδρας που κατεβαίνει στη θάλασσα, με υποψίαζε πως εδώ ίσως κάποτε να υπήρχε αλώνι, για το αλώνισμα σιτηρών του χωριού που μπορεί να καλλιεργούνταν κλιμακωτά στις κατάφυτες τώρα πλαγιές. Από την άλλη δε γνώριζα πόσο θα μου έπαιρνε να βρω την «Αγιαλένη» που είχα εντοπίσει και ανυπομονούσα να πάω εκεί. Φωτογράφισα εξωτερικά την εκκλησία όσο και το χώρο και έφυγα, χωρίς να δω το εσωτερικό της εκκλησίας, όχι χωρίς κάποιες τύψεις που δεν επέμεινα  περισσότερο.


Κέρκυρα, Γιμάρι. Η θέα και το νεκροταφείο ανατολικά του ναού του αγίου Κωνσταντίνοτ (22/7/2005)

Προσπέρασα την Κασσιώπη με το μικρό λιμάνι της που επικοινωνεί και με την απέναντι, κοντινή ακτή της Αλβανίας και έστριψα αριστερά, προς τη βόρεια ακτή του νησιού.  Η κίνηση στο δρόμο ήταν εδώ πολύ πιο αραιή, έτσι μπορούσα να θαυμάσω την Αδριατική θάλασσα που ανοίγεται βόρεια. Προσπερνούσα ταμπέλες που σηματοδοτούσαν χωριά  των οποίων τα ονόματα δηλώνουν την ιστορία και την γεωπολιτική σημασία της περιοχής από την αρχαιότητα αλλά και τις ασχολίες των κατοίκων τους (Βασιλικό, Πόρτες, Πίθοι, Πελεκητό, Περίθεια, κ.ά).  Μη γνωρίζοντας ακριβώς σε ποιο χωριό ανήκει η «Αγιαλένη» έφτασα ως την Αχαράβη. Εκεί μπήκα στα γραφεία του Δήμου Θιναλίων  που είναι πάνω στο δρόμο όπου με πληροφόρησαν ότι ανήκει στην Κάτω Περίθεια. Μου έδωσαν μάλιστα και ένα χάρτη που έχει εκδώσει ο Δήμος με όλες τις  τοπικές διαδρομές.



Κέρκυρα, χάρτης του Δήμου Θιναλίων, στη βόρεια ακτογραμμή του νησιού. Σε κύκλο η Αγία Ελένη, στα ΒΑ και οι Νυμφές στα ΝΔ. Διακρίνονται επίσης η Άνω και Κάτω Περίθεια και οι Λούτσες, που επισκέφθηκα 
 (έκδοση Δήμου Θιναλίων)

 
Κάτω Περίθεια
Γύρισα προς τα πίσω λοιπόν γιατί είχα ήδη προσπεράσει την Κάτω Περίθεια. Μπήκα στο χωριό και σταμάτησα έξω από ένα μικρό σούπερ-μάρκετ. Ρώτησα έναν μεσόκοπο άνδρα που ήταν απέξω για την «Αγιαλένη». «Πού τη θυμήθηκες», μου απάντησε, «ουουουου, είναι πολύ παλιά, εγώ έχω να πάω τριάντα χρόνια, είναι μέσα στα λιοστάσα, απάνου σε ένα βουναλάκι, θα τη δεις»! Και μου έδωσε σαφείς οδηγίες πώς να πάω στο λιοστάσι. Το χωριό, καθώς το διέσχιζα ακολουθώντας τις οδηγίες, φαινόταν μικρό και νεόχτιστο, όπως δηλώνει άλλωστε και το όνομά του. Φτάνοντας στη άκρη του χωριού, και σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες, ακολούθησα ένα χωματόδρομο που χώνεται σε έναν ελαιώνα, ως μέσα στην καρδιά του και σταμάτησα σε ένα μικρό ξέφωτο.  Το έδαφος από ‘κεί και πέρα γίνεται ανηφορικό και διέκρινα παλιές πετρόχτιστες πεζούλες ανάμεσα στις ελιές, όσο με άφηναν να διακρίνω τα μαύρα πλαστικά δίχτυα που κάλυπταν όλο το έδαφος κάτω από τα λιόδεντρα και που τα χρησιμοποιούν για τη συγκομιδή της ελιάς αφήνοντάς τα εκεί στρωμένα  ολοχρονίς. Οι πεζούλες (που υπέθεσα ότι ίσως κάποτε να ανακρατούσαν βαθμίδες με σιτηρά, όπως είχα υποθέσει και στην Κορακιάνα) με έκαναν να καταλάβω ότι είχα έλθει στο σωστό σημείο.
Κατέβηκα από το αυτοκίνητο και ερευνώντας με το βλέμμα μου ανάμεσα από τα φυλλώματα των πυκνών λιόδεντρων διέκρινα ψηλότερα κάποιο πέτρινο τοίχο. Ανηφορίζοντας προς τα εκεί δεν άργησα να διαπιστώσω ότι ανήκε σε μια αρκετά μεγάλη εκκλησία, χτισμένη πάνω σε μια πέτρινη χτιστή βάση στην κορυφή ενός λοφίσκου, περιτριγυρισμένη από πέτρινο χαμηλό περίβολο. Καθώς οι ελιές αραιώνουν γύρω της, έδειχνε από χαμηλά  μεγαλόπρεπη, με τον πέτρινο, ψηλό τοίχο της πρόσοψης να υψώνεται με φόντο τον ουρανό. Καμπαναριό δεν έβλεπα. Ήταν κάπως παράξενη αυτή η εκκλησία, μου ενέπνεε δέος. Ξωκλήσι δεν μπορείς να την χαρακτηρίσεις, λόγω του μεγέθους της, ωστόσο στέκεται εκεί ολομόναχη, κρυμμένη μέσα στα λιόδεντρα, σχεδόν λησμονημένη, όπως φάνηκε και από την αντίδραση του πληροφορητή μου «πού την θυμήθηκες; ουουουου, είναι πολύ παλιά…», όταν τον είχα ρωτήσει γι΄ αυτήν,  πριν από  λίγο. 






Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια. Από πάνω προς τα κάτω: προσεγγίζοντας την "Αγιαλένη" (22/7/2005)

Μια πέτρινη σκάλα με πελεκητά σκαλοπάτια στη ΝΔ γωνία του περίβολου, οδηγεί στην εκκλησία. Φυσικά ήταν κλειδωμένη και δεν μπορούσα να τη δω εσωτερικά.  Μια ρωγμή  στο ενισχυμένο με σύρμα αδιαφανές τζάμι της νότιας σιδερένιας πόρτας όπου κατάφερα να προσαρμόσω το μάτι μου, μου επέτρεψε να δω (και να φωτογραφίσω!) με δυσκολία κομμάτι από τον απέναντι, βόρειο τοίχο, λευκό και γυμνό, όπου κρεμόταν μία μικρή εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης με ψευτο-ασημένια επικάλυψη. Περπάτησα γύρω-γύρω από το ναό και τον περιεργαζόμουν όσο πιο λεπτομερειακά μπορούσα, μήπως και δω κάποια μη άμεσα ορατά «σημάδια» της Ελένης-Αγιαλένης. 


Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια. "Αγιαλένη", δυτική όψη (22/7/2005)

Ο δυτικός στενός τοίχος είναι ασοβάτιστος με αετωματική απόληξη, με μια σιδερένια πόρτα που αποτελεί την κύρια είσοδο του ναού και ένα στρογγυλό μικρό παράθυρο πάνω από αυτή. Η γυμνή λιθοδομή του είναι περιποιημένη και έχει πελεκημένα λευκά αγκωνάρια κατά μήκος των γωνιών όπου ενώνεται με τους μακριούς, βόρειο και νότιο, τοίχους. Ο βόρειος τοίχος που φέρει δύο παράθυρα ψηλά, κοντά στη στέγη, είναι κατά τα τρία τέταρτα περίπου ασοβάτιστος, όπου και φαίνεται η λιθοδομή, όμοια με αυτήν του δυτικού τοίχου της πρόσοψης. Το υπόλοιπο κομμάτι, προς το ανατολικό και κάτω μέρος του τοίχου, είναι καλυμμένο με σοβά, μαυρισμένο τώρα από την υγρασία, με τρόπο που υποδηλώνει ότι εκεί πρέπει να υπήρχε προσκτισμένο κάποιο κλειστό κτίριο ή κάποιο ανοιχτό υπόστεγο έστω, αλλά δεν έβλεπα άλλα σημάδια που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και τη χρήση του. 


Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια., ναός "Αγιαλένης" , νότια όψη (22/7/2005)


Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια., ναός "Αγιαλένης" , βόρεια όψη (22/7/2005)


Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια., ναός "Αγιαλένης" , ανατολική όψη (22/7/2005)

 

Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια., ναός "Αγιαλένης" , λεπτομέρεια της ΒΑ γωνίας (22/7/2005)


Κέρκυρα, Άνω Περίθεια, ναός "Αγιαλένης", λεπτομέρεια του βόρειου τοίχου (22/7/2005)

Ο νότιος τοίχος είναι όλος σοβατισμένος και βαμμένος με ξεθωριασμένο σήμερα χρώμα που κάποτε μάλλον ήταν ροζ. Φέρει τη δεύτερη πόρτα του ναού και δύο παράθυρα, ενώ  στο ανατολικό τμήμα του έχει  προσκτισμένο ένα δωμάτιο με ανεξάρτητη είσοδο, το οποίο τώρα είναι χωρίς στέγη, γεμάτο ξερόχορτα. Ο ανατολικός στενός τοίχος είναι σοβατισμένος επίσης, εκτός από το κάτω μέρος του και την κόγχη του ιερού που μου φάνηκε σαν να είναι λίγο μεταγενέστερη, χτισμένη όχι με πέτρα αλλά με χοντρά συμπαγή τούβλα. Φαινόταν λοιπόν ότι κάποτε η «Αγιαλένη» δεν ήταν  τόσο έρημη όσο δείχνει σήμερα και μου  θύμισε και την «Αγιαλένη» στον Αχέροντα και ως προς την έλλειψη νεκροταφείου αλλά και καμπαναριού.
Ο τρόπος που εφάπτονται οι τοίχοι του ναού με το πετρώδες έδαφος και μάλιστα στο ανατολικό κομμάτι των μακριών τοίχων και στον ανατολικό, μοιάζει σαν να είναι χτισμένοι πάνω σε ογκώδεις πέτρες, ριζιμιές ή μη, που σε ένα-δυο σημεία προεξέχουν κάπως κάτω  από το σοβά, ενώ στη ΒΑ γωνία είναι εμφανείς, ωσάν να μην είχαν μπορέσει να τις εντάξουν αρμονικά στη μετέπειτα λιθοδομή αλλά, για κάποιο λόγο, ούτε και να τις απομακρύνουν. Τα οικοδομικά στοιχεία είναι ελάχιστα αλλά εμένα μου δινόταν η εντύπωση ότι βάση του ναού πρέπει να αποτελεί, προς την ανατολική τουλάχιστον πλευρά του, κάποιο κτίσμα του τύπου των «ξωκλησιών» της «Αγιαλένης» που έχω εντοπίσει στην Αλίφειρα, στα Πλατάνια, στη Θεισόα, στην Πλατιάνα και αλλού. Δηλαδή, (δεδομένης και της φράσης «ουουουου, είναι πολύ παλιά…» του συνομιλητή μου) κάποια μάλλον προ-χριστιανικά ιερά,  τετράπλευρα, με χαμηλούς τοίχους, ανοιχτά, χωρίς σκεπή, στον ανατολικό, στενό τοίχο των οποίων υπάρχει μια εσοχή όπου τοποθετούνται σήμερα κεριά και εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης την ημέρα της γιορτής και στον οποίο συχνά προσκτίζουν ημικυκλική κόγχη κατά τον τύπο των χριστιανικών ναών, ή πάνω στα οποία σηκώνουν ολόκληρο χριστιανικό ναό (όπως στον άγιο Νικόλαο της Μεσσήνης), όπως ίσως να έγινε και εδώ. Φυσικά αυτό δεν ήταν παρά μια αναπόδεικτη εικασία μου, εκτός κι αν γκρέμιζα το ναό για να το αποδείξω ή όχι.


Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια., ναός "Αγιαλένης" . Θέα προς τα βόρεια του νησιού από τον βόρειο περίβολο (22/7/2005)

Από το ύψος της βόρειας πλευράς του περίβολου και σε σημεία που τα λιόδεντρα δεν ήταν πυκνά, φαινόταν κομμάτι της  βόρειας ακτής του νησιού και η θάλασσα. Τότε συνειδητοποίησα πόσο περίοπτη πρέπει να ήταν η θέση της «Αγιαλένης» πάνω σε αυτό το λόφο πριν να φυτευτούν τόσο πολλοί ελαιώνες εδώ. Αν οι πέτρινες πεζούλες που είχα δει αφορούσαν παλιότερη καλλιέργεια δημητριακών, τριγύρω της θα απλώνονταν κλιμακωτά τα καλλιεργημένα χωράφια και ίσως κοντά της να υπήρχε και αλώνι, λόγω της υπερυψωμένης και «ευάερης»  αυτής θέσης. 




Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια., ελαιώνας  "Αγιαλένης" , πεζούλες και το ελαιοτριβείο  (22/7/2005)

Αφού φωτογράφισα όσο πιο λεπτομερειακά έκρινα, κατέβηκα από τη σκάλα του περίβολου και ακολούθησα το μονοπάτι που ξεκινάει από αυτήν και χάνεται μέσα στον ελαιώνα. Με οδήγησε σε ένα χαμηλό, μακρύ πετρόκτιστο κτίριο χωμένο μέσα στα λιόδεντρα. Ένα πηγάδι βρίσκεται στην αυλή του. Πλησίασα και μπήκα μέσα από την ανοιχτή πόρτα. Είδα ότι ήταν παλιό λειτρουβιό, αφού μερικά από τα εξαρτήματα (η πρέσα, η βάση για τις μυλόπετρες κ.ά) ήταν ακόμα στη θέση τους. Εύλογη η παρουσία του μέσα στον τεράστιο αυτό ελαιώνα. Από πάνω του, στην παρειά μιας από τις πέτρινες πεζούλες είδα  προσκτισμένη μια ημικυκλική δεξαμενή, που ίσως να είχε σχέση με τη λειτουργία του ελαιοτριβείου ή με το πότισμα του ελαιώνα, υπέθεσα. Εκεί γύρω ίχνη από μπουκάλια και κουτιά αναψυκτικών με έκαναν να αναρωτηθώ, αφού το λειτρουβιό είναι σε αχρησία, μήπως ήταν απορρίμματα των επισκεπτών για το πανηγύρι της αγίας Ελένης, όπως είχα δει και στον άγιο Κωνσταντίνο στην Κορακιάνα.



Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια., ελαιώνας  "Αγιαλένης" ,  το ελαιοτριβείο  (22/7/2005)

Το αυτοκίνητο δεν ήταν μακριά από εκεί και ξεκίνησα πάλι για το χωριό, αποφασισμένη να βρω το κλειδί της εκκλησίας και να συγκεντρώσω ό, τι πληροφορίες  μπορούσα για αυτή. Έξω από το ίδιο σούπερ-μάρκετ καθόταν τώρα ένας ευτραφής γέροντας με τα δίδυμα, απ’ ότι φαινόταν, εγγόνια του. Πάρκαρα και τον πλησίασα για να τον ρωτήσω μήπως ήξερε ποιος έχει το κλειδί της «Αγιαλένης». Και πολύ καλά έκανα, γιατί ο γέροντας αποδείχθηκε θησαυρός, καθώς ένας χείμαρρος πληροφοριών ακολούθησε την ερώτησή μου.
Μου είπε πως η «Αγιαλένη» ανήκει στο διπλανό χωριό, τις Λούτσες, που μαζί με την Κάτω Περίθεια αποτελούν νεότερους, παραθαλάσσιους οικισμούς από κατοίκους της ορεινής Παλιάς Περίθειας, οι οποίοι και είχαν πάντα χτήματα εδώ. Πως τώρα η Παλιά Περίθεια είναι εγκαταλειμμένο χωριό. Κάτι  ανάλογο με την Άνω και Κάτω Κορακιάνα, σκέφτηκα,  και ως προς την «Αγιαλένη», μόνο που η Άνω Κορακιάνα δεν ερημώθηκε. Επίσης ότι η «Αγιαλένη» είναι ιδιωτική εκκλησία που ανήκει στη ντόπια οικογένεια Συριώτη. Η πληροφορία ότι ο ναός της Κάτω Περίθειας είναι αφιερωμένος στους «δίδυμους» αγίους Θεοδώρους, ήταν σχεδόν αναμενόμενη για μένα, δεδομένης της παρουσίας της «Αγιαλένης» (όπως και στην Κορακιάνα ο ναός των «δίδυμων» Ταξιαρχών) ―όχι αυταπόδεικτα, ωστόσο. 

 

Κέρκυρα, Κάτω Περίθεια. Ο ελαιώνας της  "Αγιαλένης"  και η βόρεια ακτή του νησιού από  το δρόμο προς την Παλαιά Περίθεια  (22/7/2005)

Μου αφηγήθηκε επίσης πως ένας τοπικός μύθος λέει πως εδώ, σε αυτή την παραλία  της Κάτω Περίθειας αποβίβασαν  με πλοίο την αγία Κερκύρα οι δύο μαθητές του  Αποστόλου Παύλου, Ιάσονας και Σωσίπατρος, που εκχριστιάνισαν την Κέρκυρα, για να την κρύψουν σε μια «γράβα» (σπηλιά) που υπάρχει κοντά στο χωριό, γιατί την κυνηγούσε ο πατέρας της που ήταν ειδωλολάτρης. Ταράχτηκα, γιατί όσο άκουγα την αφήγηση, μου ερχόταν  στο νου η ανάλογη ιστορία της «αγίας Θεοκτίστης» που «κείται» στη μονή της «Εκατονταπυλιανής»/Καταπολιανής, στην Παροικιά της Πάρου, την οποία ίδρυσε η αγία Ελένη! Οι δομικές και συμβολικές αναλογίες των δύο αυτών μύθων, ως προς τη «φεύγουσα» χριστιανή κόρη, την παρουσία της «Αγιαλένης», την διαπάλη ειδωλολατρείας-χριστιανισμού, τη σπηλιά κ.λπ. είναι κατ’ εμένα εντυπωσιακές για να είναι τυχαίες! Έριχναν ξαφνικά φως και τεκμηρίωναν περισσότερο τις τότε υποθέσεις μου για τη σχέση Αγίας Ελένης-Θεοκτίστης-Ελένης-Γοργούς-Παναγίας μέσα στο αρχαιολογικό, ιστορικό, θρησκευτικό, συμβολικό και παραγωγικό συμφραζόμενο της «Εκατονταπυλιανής»/Καταπολιανής, και, αμφίδρομα, για όσες σκέψεις μου προκαλούσε και εδώ η σχέση Γοργούς/Ελένης/Αγιαλένης-αγίας Κερκύρας μέσα σε ανάλογο συμφραζόμενο, δεδομένων και εδώ των ιστορικών στοιχείων για την αρχαιολογική  σπουδαιότητα όχι μόνο της πρωτεύουσας αλλά και της περιοχής της Περίθειας και της βόρειας Κέρκυρας γενικότερα.  Κάτι μου έλεγε επίσης ότι η παρουσία των δύο (ωσάν "δίδυμων" και πάλι) αγίων προσώπων που συνόδευαν την αγία Κορκύρα, ίσως να μην είναι τυχαία, συμβολικά, και δεν μπόρεσα να μην επισημάνω, νοερά, την παρουσία της κατατρεγμένης Ελένης του αρχαίου μύθου μέσα σε μια παραλιακή σπηλιά στην Αίγυπτο,, όπως μας παραδίδει ο Ευριπίδης στο δράμα "Ελένη".  Ο μύθος της αγια-Κερκύρας ενίσχυε έτσι και την υποψία μου για το τι κρυβόταν κάτω από τους τοίχους της «ουουουου, είναι πολύ παλιά…»,  «Αγιαλένης» (για την αγία Κέρκυρα, τις αναλογίες  του βιογραφικού μύθου της με αυτόν της Αντιγόνης  όσο και  για τον εκχριστιανισμό της Κέρκυρας, βλ. Σ. Ν. Ασωνίτης,  "Από τις πολιτισμικές σταθερές: συλλογική ταυτότητα και κείμενο",   Τεκμήριον 4 (2004) σ. 111-135, ευχαριστώ τον Κερκυραίο υποψήφιο διδάκτορα  Δημήτριο Μάμαλο για την παραπομπή σε αυτό το  άρθρο).
Ο γέροντας με πληροφόρησε ακόμα πως ο ελαιώνας και το ελαιοτριβείο που είχα δει ανήκουν επίσης στην «Αγιαλένη», «όλη αυτή η περιοχή ονομάζεται Αγιαλένη», πρόσθεσε, «δωρεά της οικογένειας Συριώτη σε αυτήν, όπως συνηθιζόταν επί Ενετοκρατίας [για ευνόητους λόγους, σκέφτηκα] σε όλη την Κέρκυρα». Η πληροφορία δικαίωνε και τις υποθέσεις μου ότι η «Αγιαλένη» είναι κάτι περισσότερο από αυτό που φαίνεται εκ πρώτης όψεως, και από οικονομική-παραγωγική άποψη.
[Τον Μάρτιο του 2015, έλαβα τηλεφώνημα από την κ. Σαλβάνου, η οποία δραστηριοποιείται επαγγελματικά και περιβαλλοντικά στην περιοχή της λιμνοθάλασσας Αντινιώτη, στην Περίθεια, μαζί με τον σύζυγό της Σπύρο Σαλβάνο (βλ. τις σχετικές ιστοσελίδες στο διαδίκτυο). Έχοντας διαβάσει στο διαδίκτυο την παρούσα ανάρτηση η κ. Σαλβάνου, είχε την καλοσύνη να μου τηλεφωνήσει προκειμένου να επιβεβαιώσει τα όσα γράφω εδώ για την "Αγιαλένη" και να ενισχύσει τις ερευνητικές υποθέσεις μου με την πληροφορία ότι η περιοχή κοντά στην "Αγιαλένη" και στη λίμνη Αντινιώτη, ονομάζεται "Λάμια". Την ευχαριστώ θερμά και από εδώ].

Λούτσες
Ξεκίνησα για τις Λούτσες, όπου η έδρα της οικογένειας Συριώτη, κατά τον γέροντα, προς αναζήτηση του κλειδιού και, αν ήμουν πάλι τυχερή, περισσότερων σχετικών με την «Αγιαλένη» πληροφοριών. Το χωριό, σε ψηλότερο επίπεδο από την Κάτω Περίθεια, δεν φαινόταν τόσο νέο όσο η τελευταία, όσο έκρινα από τα  πέτρινα σπίτια του. Επίσης φαινόταν περισσότερο έρημο. Μια μοναχική γριούλα έπλεκε δαντέλα με βελονάκι μέσα από ένα ανοιχτό παράθυρο πάνω στον κεντρικό, έρημο δρόμο. Της έπιασα κουβέντα σχετικά και με  παρέπεμψε στο σπίτι των Συριώτηδων για το κλειδί αλλά ατύχησα. Το σπίτι, διώροφο πέτρινο αρχοντικό με κήπο,  ήταν κλειστό και σιωπηλό.
Πήγα στο καφενείο-ψησταριά, προς το τέλος του κεντρικού δρόμου.  Ένας από τους θαμώνες δεν ήξερε μεν κάτι για το κλειδί αλλά με βεβαίωσε ότι η αφιερωματική εικόνα στην εκκλησία της «Αγιαλένης» απεικονίζει και τους δύο αγίους, Κωνσταντίνο και Ελένη  μαζί, στη γνωστή  αναπαράσταση με το Σταυρό. Μάλλον λόγω της ιδιότητάς μου, ένας άλλος θαμώνας, συνταξιούχος μαέστρος, όπως δήλωσε (στη μουσικόφιλη Κέρκυρα βρισκόμουν άλλωστε) που περνάει τα καλοκαίρια του εκεί στο χωριό του, θεώρησε σκόπιμο να μου κάνει επιτόπου μακροσκελή διάλεξη περί ελληνικής κλασικής μουσικής και των σύγχρονων μουσικών τάσεων και συμβάντων, υπέρ της πρώτης, φυσικά.
Δεν φαινόταν ελπίδα να βρω το κλειδί, γιατί έμαθα εν τέλει πως τα μέλη της οικογένειας Συριώτη που μένουν στο χωριό έλειπαν και πως ο παπάς μένει σε άλλο, σχετικά μακρινό χωριό.  Αλλά και οι πληροφορίες για την «Αγιαλένη» είχαν στερέψει, στις παρούσες συνθήκες. Έτσι, κατόπιν και της έντονης παραίνεσης των συνομιλητών μου στο καφενείο, ξεκίνησα να επισκεφθώ την Παλιά Περίθεια, στο βουνό του Παντοκράτορα.

Παλιά Περίθεια


Κέρκυρα. Ο ελαιώνας της  "Αγιαλένης"  και η βόρεια ακτή του νησιού από  το δρόμο προς την Παλαιά Περίθεια.Στο βάθος διακρίνεται και η λιμνοθάλασσα Αντινιώτη, 22/7/2005
 (βλ. και χάρτη του Δήμου Θιναλίων, παραπάνω,)

Όσο ανέβαινα στη ΒΔ πλευρά του βουνού του Παντοκράτορα,  τόσο η θέα γινόταν πανοραμική, περιλαμβάνοντας τη βόρεια παραλία του νησιού και όλο τον απέραντο ελαιώνα μέσα στον οποίο είναι κρυμμένη η «Αγιαλένη». Σταμάτησα σε ένα πλάτωμα για να απολαύσω το τοπίο αλλά και μήπως εντοπίσω την «Αγιαλένη» μέσα στη σκούρα πράσινη θάλασσα των λιόδεντρων, που συναγωνίζεται την πραγματική θάλασσα. Τελικά την εντόπισα, προς τα ΒΑ, υπολογίζοντας από εκεί ψηλά τις γεωγραφικές συντεταγμένες  του ελαιώνα σε σχέση με τα χωριά και, ζουμάροντας με τον τηλεφακό της φωτογραφικής  μηχανής, να διακρίνω τη σκεπή της μέσα στα πυκνά λιόδεντρα. Αφαιρώντας νοερά τα τελευταία από το χώρο γύρω της, αναπαριστώντας δηλαδή φανταστικά το χώρο όπως ίσως θα ήταν προ Ενετών, μπόρεσα να αξιολογήσω καλύτερα  και τη στρατηγική θέση της περιοχής της. Θέση περίβλεπτη πάνω στο λόφο, με ορατότητα προς τα «Διαπόντια νησιά» (δύο από τα οποία αχνοφαίνονταν στα ΒΔ μέσα στην αχνούρα της ζέστης στο βάθος του ορίζοντα), την Αδριατική, την Αλβανία. Θέση που μου θύμισε και την «Αγιαλένη» της Παλικής, στα Δαμουλιανάτα της  Κεφαλονιάς. Από εκεί ψηλά φαινόταν και η Λιμνοθάλασσα "Αντινιώτη" (βλ. χάρτη του δήμου Θιναλίων,  παραπάνω), γειτονική στην "Αγιαλένη", γεωμορφολογία που μου έφερε επίσης στο νου την "Αγιαλένη" στον Αχέροντα όσο και στη Σαγιάδα, που γειτονεύουν επίσης με υγρότοπους αλλά δεν είναι και  μακριά από την Κέρκυρα, αμφότερες.


Όσο ανέβαινα, τα λιόδεντρα έμεναν χαμηλά και το βουνό γινόταν όλο και πιο γυμνό και πετρώδες, η θέα της θάλασσας όλο και πιο πλατιά. Από ένα σημείο και μετά, οι ημικατεστραμμένες πέτρινες πεζούλες που ζώνουν την πλαγιά, δηλώνουν την παλιά καλλιέργεια δημητριακών και με ειδοποιούσαν ότι πλησιάζω στο χωριό. Σκέφτηκα μήπως η παρουσία της «Αγιαλένης» κάτω, στη βάση του βουνού, αφορά και αυτές εδώ τις σιταροπεζούλες. Μετά από μια κλειστή, ανηφορική στροφή-φουρκέτα, και ενώ σχεδόν πάνω από το κεφάλι μου, στα ΝΑ, πρόβαλε πανύψηλη η κορυφή του βουνού στεφανωμένη με το μοναστήρι του Παντοκράτορα και με τηλεοπτικές και τηλεφωνικές κεραίες, φάνηκε η Παλιά Περίθεια. 



  
Κέρκυρα, Παλιά Περίθεια (22/7/2005)

Κρυμμένη μέσα σ’ ένα βαθούλωμα του βουνού και περιτριγυρισμένη από χαμηλότερες κορυφές, είναι αθέατη από τη θάλασσα, προφανώς για λόγους ασφάλειας τον καιρό των πειρατών και των θαλάσσιων εισβολών. Τα ερειπωμένα πέτρινα μικρά σπίτια της, όσα έχουν γλυτώσει από την κατάρρευση, γίνονται ένα με την πέτρα του βουνού που τα περιβάλλει. Χωρίς ν΄ απουσιάζει παντελώς η πρασινάδα, η εικόνα ήταν εντελώς διαφορετική από αυτή που μου είχε δώσει έως τώρα η Κέρκυρα με την οργιώδη βλάστηση και τα ζωηρά χρωματισμένα, στην πλειονότητά τους, σπίτια. 

  
Κέρκυρα, Παλιά Περίθεια, ναός του αγίου Αθανασίου (22/7/2005)

Στην είσοδο του χωριού σε υποδέχεται ο αη-Θανάσης με το νεκροταφείο και με το υπέροχο καμπαναριό του, που είναι ταυτόχρονα και πύλη του περίβολου της εκκλησίας. Όπως με είχαν ήδη πληροφορήσει, από αυτή την εκκλησία ξεκινάει και εδώ καταλήγει η λιτανεία που την τελευταία Κυριακή του Ιούλη περιφέρει την εικόνα της Παναγίας και στα τρία χωριά που συν-αποτελούν σήμερα την «Περίθεια»: στην Κάτω Περίθεια, στις Λούτσες, στην Παλιά Περίθεια. Ο ενοριακός ναός είναι αφιερωμένος στην Ζωοδόχο Πηγή αλλά πανηγυρίζει το 15Αύγουστο, πιθανόν  γιατί είναι δύσκολη η πρόσβαση στο χωριό την εβδομάδα του Πάσχα εδώ ψηλά, όπως συμβαίνει και αλλού, εκτός βέβαια και αν υπάρχει κάποια άλλη ιστορία σχετικά.


  Κέρκυρα, Παλιά Περίθεια (22/7/2005)

   
Κέρκυρα, Παλιά Περίθεια, ναός Ζωοδόχου Πηγής (22/7/2005)

Κάποιοι από τους  απόγονους των παλαιών κατοίκων έχουν αναστηλώσει τα σπίτια της οικογένειας με τη βοήθεια ευρωπαϊκών προγραμμάτων και τα έχουν μετατρέψει σε μικρούς ξενώνες και εστιατόρια. Έφαγα σε ένα από αυτά που ήταν ευτυχώς ανοιχτό. Το φαγητό ήταν υπέροχο και οι νεαροί οικοδεσπότες πολύ περιποιητικοί. Μου δάνεισαν μάλιστα για λίγο και ένα βιβλίο κάποιου τοπικού λόγιου για το χωριό και την περιοχή, από το οποίο άντλησα μερικά στοιχεία.

Στρυνίλος 


Κέρκυρα. Ανεβαίνοντας προς τον Παντοκράτορα .Στο βάθος οι ακτές της νότιας  Αλβανίας (22/7/2005)

Στο βιβλίο του Καππάδοχου είχα διαβάσει ότι στο χωριό Στρυνίλος υπάρχει κι άλλη «Αγιαλένη». Κατά το χάρτη, το χωριό κανονικά έχει πρόσβαση από τον κεντρικό, παραλιακό δρόμο στα ανατολικά, προς την πλευρά της Κορακιάνας και σκόπευα να το επισκεφθώ άλλη μέρα. Μελετώντας όμως μετά το φαγητό το χάρτη έβλεπα ότι είναι εκεί κοντά και μάλιστα να σημειώνεται κάποιος δρόμος που τον συνδέει με την Παλιά Περίθεια. Ξεκίνησα λοιπόν για εκεί, ακολουθώντας την κατεύθυνση που μου υπέδειξαν οι εστιάτορες, ειδοποιώντας με πως ο δρόμος είναι άσχημος.  Αλλά εγώ είχα αψηφήσει για χρόνια τέτοιους δρόμους με το μικρό οτομπιάνκι, τώρα με το τζιπ θα δίσταζα; Σταμάτησα για λίγο και στην εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής  που είναι επίσης νεκροταφείο, μέσα στην οποία ένας εργάτης έφτιαχνε το πλακόστρωτο δάπεδο.
Ο δρόμος είναι όντως πετρώδης και κακοτράχαλος, όλο επικίνδυνες στροφές, καθώς περνάει σύρριζα στη βάση της κορυφής του Παντοκράτορα και οδηγεί στα χωριά της ΝΑ πλευράς του βουνού, όπου κάνουν πάλι την εμφάνισή τους οι πυκνοί ελαιώνες. Στον Στρυνίλο κάθισα σε ένα καφενείο στη σκιά μιας τεράστιας φλαμουριάς (;). Ο ιδιοκτήτης, που μου δήλωσε ότι είναι περήφανος πως γνωρίζει σπιθαμή-προς-σπιθαμή τον τόπο του γιατί είναι και κυνηγός (αλλά και όλοι όσοι ρωτήσαμε εκεί), δεν είχαν ακουστά για «Αγιαλένη» στο χωριό, ούτε ως εκκλησάκι, ούτε ως τοπωνύμιο. Να ήταν τόσο παλιά που είχε πλέον ξεχαστεί; Η ενετική απογραφή του 1753 ωστόσο στην οποία αναφέρεται ο Καππάδοχος, την αναφέρει, και απ’ όσο γνώριζα από τις υπόλοιπες, και μάλιστα από τη χρονολογημένη «Αγιαλένη» της  Κάτω Κορακιάνας που  προκύπτει  πολύ παλιότερη, δεν χάνεται η μνήμη τους. Μήπως είχαν μπερδευτεί οι Ενετοί; Δεν μπορούσα να γνωρίζω τι συνέβαινε εδώ, ούτε αν θα έπρεπε να την αποκλείσω από το σύνολο του αριθμού των ιερών της «Αγιαλένης» που θα εύρισκα, γιατί, όπως γνώριζα ήδη,  η Κέρκυρα έκρυβε πολλές εκπλήξεις.  
«Δρόμο παίρνω, δρόμ’ αφήνω...», που λένε και τα παραμύθια, ξαναπήρα το δρόμο, τώρα για την κορυφή του Παντοκράτορα.

Παντοκράτορας



Κέρκυρα. Μονή Παντοκράτορα, το καθολικό (22/7/2005)

 Ο ανηφορικός δρόμος τώρα πιο άνετος, ασφαλτοστρωμένος, οδηγεί κατευθείαν στην πύλη του μοναστηριού. Λίγα αυτοκίνητα επισκεπτών ήταν σταθμευμένα εκεί, δίπλα στην άβυσσο της κρημνώδους πλαγιάς! Καθώς η κορυφή του βουνού πάνω στην οποία είναι χτισμένο το μοναστήρι είναι το ψηλότερο σημείο του νησιού (917μ.), η θέα είναι πανοραμική, σαν να πετάς με αεροπλάνο, προς όλο το νησί, κυρίως όμως προς  τη βόρεια (φαίνεται από εκεί η Παλιά Περίθεια και όλο το ΒΑ ακρωτήριο του νησιού) και ανατολική πλευρά (φαίνεται μέχρι και η πόλη της Κέρκυρας) και προς την Αλβανία και την Ήπειρο, με τη θάλασσα σαν στενό κανάλι ανάμεσά τους. Η κορυφή ωστόσο «πληγώνεται» αισθητικά από τις αναπόφευκτες, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, κεραίες. Μπήκα στον πέτρινο περίβολο της μονής του «Παντοκράτορα» που είναι αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Την προσωνυμία του Χριστού  «Παντοκράτορας» τη  συναντάμε σε ναούς και μονές στο ηπειρωτικό και το νησιωτικό βόρειο Ιόνιο, ιδιαίτερα δε στην Κέρκυρα. Ωστόσο ο «Παντοκράτορας» δεν συναντάται στην ηπειρωτική χώρα ως ονομασία  για ναούς, ξωκλήσια ή μονές που είναι αφιερωμένα στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος.  Ίσως εδώ καθιερωμένο άνωθεν, αφού συνήθως η λαϊκή ονομασία τα ονοματίζει ως «αγια-Σωτήρω», ή και σκέτο «Σωτήρω» ή «Σωτηρούλα», πιθανόν απομονώνοντας τη λέξη Σωτήρος, που εκλαμβάνεται από τα λαϊκά στρώματα ως «της Σωτήρως» δηλαδή γενική πτώση του θηλυκού ονόματος Σωτήρω, αν δεν υπάρχουν και άλλοι, συμβολικής σημασίας, λόγοι. Τιμούν  λοιπόν εκεί τη μνήμη  της Μεταμόρφωσης  ωσάν να πρόκειται για κάποια γυναίκα αγία, την αγια- Σωτήρω ή Σωτηρούλα, παρόλο που βλέπουν στη σχετική εικόνα που προσκυνάνε να παριστάνονται τρεις ανδρικές μορφές.


 

Κέρκυρα. Μονή Παντοκράτορα, το καθολικό , εσωτερικό (22/7/2005)

Ο υπό διαμόρφωση περίβολος, όπως φαινόταν από κάποιες οικοδομικές εργασίες που γινόντουσαν εκεί, έχει και ουσιαστικά προφυλακτική σημασία εδώ, αφού προστατεύει από τις κρημνώδεις πλαγιές που ξεκινούν σύρριζα σε αυτόν. Μια σειρά από πρόσφατα κτισμένα κελιά κλείνουν τη μια πλευρά του, ενώ μια τεράστια κεραία ακουμπάει εδώ τα σιδερένια πόδια της και ένα κακόγουστο σιντριβάνι, χωρίς νερό εκείνη τη στιγμή, επιχειρεί μάταια να «στολίσει» το χώρο.  Στο κέντρο το πετρόκτιστο καθολικό είναι  τρίκλιτη βασιλική, με υπερυψωμένο εξωτερικά το μεσαίο κλίτος. Από τις καθαρές, απαστράπτουσες μέσα στο άπλετο φως πέτρες του, έδειχνε πρόσφατα ανακαινισμένο, σαν καινούριο. 
Έτσι μου φάνηκε μεγαλύτερη η αντίθεση του σκοτεινού εσωτερικού του, με τη μαυρισμένη από την υγρασία καμαρωτή οροφή και τη σκούρα ξύλινη επένδυση στο κάτω μέρος των τοίχων. Φαίνεται πολύ μικρότερος εσωτερικά, γιατί ως κυρίως ναός χρησιμοποιείται το μεσαίο κλίτος. Το τέμπλο μαρμάρινο, του γνωστού μου ήδη από τις άλλες κεφαλονίτικες εκκλησίες τύπου. Όμως εδώ όλες οι δεσποτικές εικόνες, ακόμα και το βημόθυρο της ωραίας πύλης, καθώς και οι δύο προσκυνηματικές ένθεν και ένθεν του τέμπλου, είναι ντυμένες με ασήμι που άστραφτε καλογυαλισμένο μέσα στο μισοσκόταδο.


Κέρκυρα. Μονή Παντοκράτορα, το καθολικό, η αγία Κερκύρα (δεύτερη από αριστερά  (22/7/2005)


Κέρκυρα. Μονή Παντοκράτορα, το καθολικό. Οι άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη ανάμεσα στους αγίους Θεοδώρους και τους αγίους Αναργύρους (23/7/2005)

 Κατά μήκος των δύο μακριών πλευρών, λίγο κάτω από την οροφή και πάνω από την ξύλινη επένδυση με τα στασίδια, είναι τοιχογραφημένες από τρεις ζώνες ιστόρησης. Η πάνω με σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, η δεύτερη με μετάλλια με πρόσωπα αγίων, η κάτω με τους αγίους κατά τα τρία τέταρτα του σώματός τους. Άλλες μορφές συντηρημένες ή καλοδιατηρημένες, άλλες πολύ φθαρμένες, ιδιαίτερα αυτές κοντά στην οροφή. Στην κάτω σειρά του νότιου τοίχου εικονίζονται μεταξύ άλλων και οι άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη (με το σταυρό ανάμεσά τους) ανάμεσα σε δύο ζεύγη «δίδυμων» αγίων, Αναργύρων και Θεοδώρων, αν έβλεπα καλά, καθώς και η αγία Κερκύρα στο βόρειο τοίχο. Το δυτικό άκρο του ναού χωρίζεται με δύο κολώνες από το υπόλοιπο, ίσως γυναικωνίτης κάποτε.


Κέρκυρα, μονή Παντοκράτορα. Προετοιμασίες για τη γιορτή του Σωτήρος στον περίβολο (22/7/2005)


Κέρκυρα, μονή Παντοκράτορα. Πηγάδι στον νότιο περίβολο (22/7/2005)

Καθώς πλησίαζε η γιορτή του Σωτήρος (6 Αυγούστου), που πανηγυρίζει το μοναστήρι και δέχεται μεγάλο πλήθος προσκυνητών και μάλιστα μέρες πριν, συμπέρανα οργασμό καθαριότητας στο ναό, που ήταν μεν έρημος αλλά ήταν όλα λαμπερά, ενώ μπαινόβγαινε με σπουδή ένας ρασοφόρος βοηθούμενος από δύο αγόρια που μετέφεραν μέσα στο ιερό διάφορα καλογυαλισμένα ιερά σκεύη. Άκουγα ζωηρές φωνές, ανδρικές και γυναικείες, πίσω από το νότιο τοίχο  και πήγα προς τα εκεί. Βγήκα σε ένα στεγασμένο με καμάρες χώρο στη νότια πλευρά του ναού. Δύο πηγάδια με παμπάλαια πέτρινα φιλιατρά βρίσκονται εκεί, σκεπασμένα με κλειδωμένα,  σιδερένια καπάκια. Αναρωτήθηκα πώς βρέθηκε νερό εκεί επάνω και πόσο βάθος να είχαν αυτά τα πηγάδια, για μένα σαν ένα θαύμα ομορφιάς και (προ-βιομηχανικής) τεχνολογίας  μέσα στον ιερό χώρο. Αλλά φαίνεται δεν τους ήταν αρκετά και είχαν φτιάξει και το τόσο αταίριαστο σιντριβάνι που είχα δει! Λίγο πιο ‘κεί, έξω από τη στοά, 2-3 γυναίκες βοηθούσαν τον ρασοφόρο να γυαλίσει κάτι μπρούτζινα μανουάλια και άλλα μεταλλικά λειτουργικά αντικείμενα του ναού, ενώ έκαναν και μπουγάδα σε κάτι μεγάλα καζάνια. Από εκεί που τους έβλεπα, καθώς το πεζούλι του περίβολου είναι αρκετά χαμηλό, φαινόντουσαν σαν να αιωρούνται ανάμεσα ουρανού και γης, στο χάος. 


Κέρκυρα, μονή Παντοκράτορα. Θέα προς την πόλη της Κέρκυρας , που αχνοφαίνεται στο βάθος (22/7/2005)

Πήρα σιγά-σιγά το δρόμο του γυρισμού προς την πόλη της Κέρκυρας. Η διαδρομή, κατηφορική τώρα και με πολλές κλειστές στροφές με θέα στη θάλασσα και στις Αλβανικές ακτές, περνάει μέσα από το χωριό Σπαρτίλος που είχα εντοπίσει χθες από την Κάτω Κορακιάνα ψηλά, μέσα στον ελαιώνα. Το όνομά του ωστόσο προδίδει την καλλιέργεια δημητριακών, παραγωγική δραστηριότητα που φαίνεται, κατά την έρευνά μου,  να συνδέεται συμβολικά με την κατά τόπους παρουσία των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης ομού ή της «Αγιαλένης» μόνης. Ήταν σούρουπο όταν πέρασα από το στενό καντούνι που είναι ο κεντρικός δρόμος του χωριού, ενός χωριού μεγάλου και με όμορφα πέτρινα σπίτια, που στα πόδια του απλώνονται ελαιώνες ως κάτω στη θάλασσα. Κάποιοι από αυτούς φαίνεται ότι έχουν πλέον καλύψει τα παλιά σπαρτά, που θα δικαιολογούσαν άλλοτε το όνομα του χωριού.
Παρόλη  την κούρασή μου, «ξεπέζεψα» για λίγο στο ξενοδοχείο και ανηφόρισα  πεζή προς την παλιά πόλη, για φαγητό  και βόλτα.

Κανταδόροι
Στο κέντρο της πόλης έπεσα πάνω στη χαρακτηριστική τουριστική ατραξιόν της πόλης,  τους κανταδόρους. Άνδρες και γυναίκες με τα ψάθινα καπέλα και κιθάρες στα χέρια που τραγουδούν (αφιλοκερδώς, απ΄ όσο μπόρεσα να δω) χορωδιακά «καντάδες», περιφερόμενοι στα κεντρικά καντούνια και τις πλατείες.  Λόγω και καταγωγής από τη Δυτική Ελλάδα, αυτές οι μελωδίες και τα τραγούδια μου είναι γνωστά και προσφιλή. Παρόλη την κάπως στυλιζαρισμένη για τους τουρίστες επιτέλεση, και το στριμωξίδι μέσα στο πλήθος των τουριστών που είχε προσελκύσει και το άκουσμά της,  οι κανταδόροι το «γλεντούσαν». Επιτελώντας την καντάδα και για δική τους ευχαρίστηση, όσο και για το «καλό» του νησιού αφού συνέβαλαν στην διασκέδαση των τουριστών, τραγουδούσαν όμορφα, σε ψηλό επίπεδο συντονισμού και με κέφι. Ταυτόχρονα επικοινωνούσαν με νοήματα, αστεία και καλησπερίσματα με τους μαγαζάτορες, τους ντόπιους περιπατητές αλλά και με τους τουρίστες, μερικοί μάλιστα έμπαιναν για λίγο στην ομάδα προσπαθώντας να τραγουδήσουν τις καντάδες μαζί με τους χορωδούς. Λυπήθηκα που δεν είχα πάρει μαζί μου την κάμερα να τους καταγράψω, όπως έκανε πλήθος τουριστών.


Σάββατο, 23/7/2005

Νυμφές



Κέρκυρα, Νυμφές (23/7/2005)

Το βουνό του Παντοκράτορα με καλούσε και πάλι. Τούτη τη φορά προς τις ΒΔ παρυφές του, στον ίδιο Δήμο Θιναλίων, όπου και η Κάτω Περίθεια, στα ΒΑ. Σήμερα προς το χωριό Νυμφές, όπου υπάρχει ενοριακός ναός του «αγίου Κωνσταντίνου» (και Ελένης), χτισμένος πάνω σε αρχαίο ναό του Απόλλωνα, κατά τον ιερέα συγγραφέα του σχετικού βιβλίου που είχα διαβάσει. Αποφάσισα να μεταβώ ακολουθώντας τη μεσογειακή διαδρομή, που μέσω  Καστελλάνων οδηγεί στη Ρόδα, πάνω στη βόρεια παραλία του νησιού. Αφού μπερδεύτηκα αρκετά στους επαρχιακούς δρόμους, έφτασα στις Νυμφές μέσω του χωριού Πλάτωνας. Λίγα χιλιόμετρα  μέσα από την παραλία οι Νυμφές, είναι χτισμένες αμφιθεατρικά στην ανατολική πλαγιά μιας κατάφυτης και υδατοβριθούς κοιλάδας, που την διασχίζει ένα μικρό ποτάμι. Η άκρη ενός καμπαναριού που προεξέχει ψηλά, πάνω από τα σπίτια, καθώς και η τριγωνική κορυφή ενός τοίχου δίπλα του, με έκανε να μαντέψω τη θέση της ζητούμενης εκκλησίας. Προσπέρασα την εκκλησία και το νεκροταφείο του αγίου Νικολάου και, ρωτώντας, έφτασα στην κεντρική πλατεία. Θόρυβος τρεχούμενου νερού με παρέπεμψε στην περίφημη  «εννεάκρουνη» πηγή για την οποία είχα διαβάσει στο σχετικό  με τις Νυμφές βιβλίο, αθέατη από το σημείο που βρισκόμουν. Ωστόσο έδωσα προτεραιότητα στην επίσκεψη στον «άγιο Κωνσταντίνο» και προχώρησα στον ανηφορικό δρόμο που είναι κάτι σαν περιμετρικός του χωριού και οδηγεί εκεί. 


Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης), νότια όψη (23/7/2005)



Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης), είσοδος (πάνω) και δυτική  όψη (23/7/2005)

Η εκκλησία, χτισμένη στο ψηλότερο σημείο του χωριού στο κέντρο ενός λίθινου περίβολου, φαντάζει μεγαλοπρεπής με τον όγκο της, το χαρακτηριστικό σκούρο ροδί χρώμα της και το ψηλό καμπαναριό.  Στα νοτιοδυτικά αρχίζουν να κατεβαίνουν κλιμακωτά τα σπίτια του  χωριού ενώ στα βορειοανατολικά το βλέμμα φτάνει ως την Αδριατική θάλασσα,  πάνω από χωράφια και περιβόλια .
Η μαύρη σιδερένια πόρτα του περίβολου ήταν κλεισμένη μόνο με ένα σύρτη, χωρίς λουκέτο, οπότε τον τράβηξα και μπήκα και ανεβαίνοντας μια πέτρινη εσωτερική σκάλα, έφτασα στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας. Λίγοι τάφοι, κάποιοι ενεπίγραφοι μαρμάρινοι σταυροί ακουμπημένοι στον τοίχο του περίβολου και πολλά τετράπλευρα ανασκάμματα,  ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα του χώρου του περίβολου, δήλωναν ότι εδώ ήταν νεκροταφείο που μάλλον μεταφέρθηκε  σχετικά πρόσφατα σε κάποιο άλλο μέρος.


Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης), το πρώην νεκροταφείο (23/7/2005)


Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης), βορειοανατολική πλευρά (23/7/2005)


Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης), θέα προς βορρά από τον περίβολο (23/7/2005)

  Περιπλανήθηκα ώρα πολλή  στον όμορφο και περίοπτο  χώρο του περίβολου μήπως βρω κάποια αρχιτεκτονικά μέλη του αρχαίου ναού που αποδίδεται στο Απόλλωνα αλλά μάταια. Κάποιες μεγάλες πέτρες κοντά στον ανατολικό τοίχο της εκκλησίας  έχουν πολύ ακανόνιστο σχήμα για να είναι κατάλοιπα από οικοδόμημα, ενώ έδειχναν και να είναι ριζιμιές.  Όπως είναι γνωστό, οι εκκλησίες που χτίζονται  πάνω σε θέσεις αρχαίων ναών συνήθως αφιερώνονται σε αγίους που τους αποδόθηκαν μέσω της διαχρονικής λαϊκής πίστης (ή και σκόπιμα από την Εκκλησία, προκειμένου να γίνει πιο εύκολα ο θρησκευτικός συγκρητισμός της παλιάς με τη νέα θρησκεία) συμβολικά χαρακτηριστικά σχετικά με αυτά της παγανιστικής θεότητας που «κατοικούσε» τον ιερό χώρο, όπως υπέθεσα παραπάνω ότι συνέβη και με την εκκλησία των αγίων Θεοδώρων, δίπλα στο ναό της Γοργούς. 



Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης), νότια (πάνω) και βόρεια όψη (23/7/2005)

Η ανέγερση εδώ πάνω στη θέση του ναού του Απόλλωνα μιας χριστιανικής εκκλησίας αφιερωμένης στον άγιο Κωνσταντίνο (και την Ελένη πάντοτε), πέρα από τους χριστιανικούς λόγους τιμής στον αυτοκράτορα και ισαπόστολο θα μπορούσε να οφείλεται και στη συμβολική σχέση του  με τον Απόλλωνα,  μια  που ο Κωνσταντίνος τιμήθηκε και ως θεός-Ήλιος. Είναι όμως  γνωστό επίσης πως ο Απόλλωνας στους Δελφούς (και με ανασκαφική τεκμηρίωση) «σφετερίστηκε» τη χθόνια λατρεία της πρωταρχικής μάντισσας Γαίας-Μητέρας. Μήπως λοιπόν και εδώ  (όπως και σε τόσες άλλες περιπτώσεις στην έρευνά μου) η χριστιανική εκκλησία ιδρύθηκε εδώ γιατί της αποδόθηκε μεγαλύτερη συμβολική σχέση με την μητέρα Ελένη και όχι με τον γιο της Κωνσταντίνο ή και με τους δύο, ως ιερό «ζεύγος»; Αναρωτιόμουν, δεδομένης και της έντονης παρουσίας της «Αγιαλένης» στην Κέρκυρα, την πιθανή σχέση της με την Γοργώ και όλα όσα με έχουν προβληματίσει ήδη εδώ. Το δασωμένο, υδατοβριθές φυσικό περιβάλλον, οι θρύλοι για νεράιδες και νύμφες (απ’ όπου και το όνομα του χωριού), στηρίζουν αυτή την υπόθεση.  Μη έχοντας όμως κάποια περισσότερα στοιχεία για να την τεκμηριώσω, ανέβηκα τη φαρδιά τσιμεντένια σκάλα που πλαισιωμένη από ολάνθιστους μπαξέδες και κυπαρίσσια οδηγεί στη δυτική, κύρια είσοδο της εκκλησίας.  Φυσικά η πόρτα ήταν κλειδωμένη, ενώ το παράθυρο που παραδόξως υπάρχει δεξιά της πόρτας δεν ήταν δυνατόν, λόγω της κατωφέρειας, να το φτάσω ώστε να κοιτάξω μέσα, οπότε έφυγα και κατηφόρισα προς το χωριό προς αναζήτηση του κλειδιού.
Λίγο μετά  την εκκλησία μια ηλικιωμένη γυναίκα που έφτιαχνε πλεξούδες με δεσμίδες ξερών κρεμμυδιών στο κατώι ενός σπιτιού, με πληροφόρησε με την τραγουδιστή, κερκυραϊκή της προφορά πως ο παπάς κατοικεί στην πόλη της Κέρκυρας και πως θα ερχόταν γύρω στις 7.00-7.30 το απόγευμα για τον εσπερινό, μια που ήταν Σάββατο. Ήταν ακόμα 12 η ώρα, μεσημέρι, και την ρώτησα μήπως τυχόν γνώριζε κάποιον άλλο αρμόδιο που θα μπορούσε να μου ανοίξει την εκκλησία. Με παρέπεμψε σε κάποια Βούλα, νεωκόρα, που το σπίτι της δεν είναι μακριά από το δικό της. Εκεί μια γειτόνισσα με  πληροφόρησε ότι η νεωκόρα έλειπε στην παραλία, όπου έχουν σπίτι τα παιδιά της. 


Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ξεναγός μου παπα- Μενέλαος Μωραϊτης, συγγραφέας και βιβλίου για τις Νυμφές (23/7/2005)


Κέρκυρα, Νυμφές. Η πολύκρουνη βρύση στην πλατεία (23/7/2005)

Επέστρεψα στην κρεμμυδοπλέχτρα, μήπως με παρέπεμπε κάπου αλλού και πιάσαμε κουβέντα. Καθώς λοιπόν της εξηγούσα όσο μπορούσα καλύτερα ποια είμαι και τι ζητάω εκεί, μου λέει «α, εδώ δίπλα μένει ο παλιός παπάς μας, που έχει γράψει και βιβλίο για το χωριό, αυτός θα ξέρει να σου πει πολλά!». Με μεγάλη μου χαρά κατάλαβα πως είχα πέσει πάνω στον συγγραφέα του βιβλίου για τις Νυμφές, τον Μενέλαο Μωραΐτη, το σπίτι του οποίου μου υπέδειξε η συνομιλήτριά μου (Ηθη, έθιμα και παραδόσεις της βόρειας ορεινής Κέρκυρας, του ιερέως Μενέλαου Μωραϊτη, Κέρκυρα 1997).
Μου άνοιξε ένας κοτσονάτος γέροντας παπάς, 80 χρονών (όπως έμαθα κατόπιν) που ήταν όντως ο συγγραφέας και ο οποίος ενθουσιάστηκε με την επίσκεψή μου, όταν του εξήγησα πώς και τι. Θεώρησε, όπως είπε, μεγάλη ευτυχία να μου προσφέρει και δια ζώσης τις γνώσεις του για τον τόπο και να με ξεναγήσει στο χωριό και στους γύρω χώρους. Περάσαμε (ένας Μενέλαος με μιαν Ελένη!) τις επόμενες 5-6 ώρες συντροφιά, κουβεντιάζοντας. Μου αφηγήθηκε ό, τι  έχει γράψει αλλά και ό, τι δεν έχει γράψει στο βιβλίο του, και παρά τις αντιρρήσεις μου για να μην κουραστεί στην ηλικία του, περιηγηθήκαμε πεζή ή με το αυτοκίνητο όλο το χωριό αλλά και  τα φυσικά και δομημένα εξαιρετικά τοπία και κτίσματα που υπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή του. 




Κέρκυρα, Νυμφές. Από πάνω προς τα κάτω: όψεις του κτίριου όπου στεγαζόταν η Ενετική Διοίκηση  (23/7/2005)




Κέρκυρα, Νυμφές. Από πάνω προς τα κάτω: η πίσω και η πρόσθια όψη  παλαιού σπιτιού  (23/7/2005)

Στα ενετικά διοικητικά και άλλα κτίρια του χωριού, στην πλατεία όπου λάβαινε χώρα «ο χορός των Γερόντων» την Αποκριά, στα στενά καντούνια με τα παλιά πέτρινα σπίτια, στην περίφημη «εννεάκρουνη» πηγή στην κάτω πλατεία. Στη διαδρομή μια γελαστή γερόντισσα ντυμένη με την τοπική, καθημερινή παραδοσιακή ενδυμασία που καθόταν στη σκιερή ανθισμένη αυλή της, έπιασε κουβέντα στον παπα-Μενέλαο, περίεργη για το ποια είμαι και τι θέλω στο χωριό. 
Πήγαμε και σε ξωκλήσια,  στη σκήτη του μοναχού Παΐσιου, στο ¨ασκηταριό"  στην τοπική  μονή του Παντοκράτορα μέσα σε ένα δασωμένο και υδροχαρές, πανέμορφο τοπίο. Αναρωτιόμουν αν υπάρχουν ίχνη και κάποιου αρχαίου ιερού επιτόπου, δεδομένης της ιερότητας του συγκεκριμένου τοπίου. Στην εκεί ερημωμένη γεωπονική σχολή, που πάνω στην τριγωνική απόληξη του τοίχου της πρόσοψης είναι τοποθετημένα σαν ακρωτήριο ένα πέτρινο κουκουνάρι, δύο αποτρεπτικοί οφθαλμοί και ένα κεφάλι φιδιού, διατηρείται επιτόπου το παλιό λιοτρίβι, σε αχρησία τώρα. Είναι να θρηνεί κανείς βλέποντας αυτά τα κτίρια αλλά και την παλιότερη χρήση τους σε τέτοια εγκατάλειψη.



Κέρκυρα, Νυμφές. Μονή Παντοκράτορα (23/7/2005)



Κέρκυρα, Νυμφές, Μονή Παντοκράτορα. Η παλιά γεωπονική σχολή (23/7/2005)






Κέρκυρα, Νυμφές, Μονή Παντοκράτορα. Η παλιά γεωπονική σχολή, λιοτρίβι (23/7/2005)

 Επίσης επισκεφθήκαμε τα περιβόλια με τα κουμ-κουάτ που αποτελούν βασική πηγή προσόδου για το χωριό και τα άλλα οπωροφόρα. Στην  κοίτη του ποταμιού στο γειτονικό χωριό Πλάτωνας, συνοικία των Νυμφών, μου έδειξε τα κατάλοιπα του ναού της θεάς Κάλης, όπως είπε,  που έχει ο ίδιος ανακαλύψει. Δεν γνώριζα προσωπικά να υπάρχει η ινδική αυτή  θεά  στον ελληνικό χώρο ή αν πρόκειται για κάποια άλλη θεά,  αλλά και μόνο η παρουσία θηλυκής θεότητας με ιερό σε αυτό το χώρο, έδινε κάποια βάση στις παραπάνω εικασίες μου.  Άλλωστε η πληροφορία του παπα-Μενέλαου ότι η εκκλησία του «αγίου Κωνσταντίνου» είναι αφιερωμένη και στην Παναγία «την Βλαχέρενα», επωνυμία της Παναγίας συχνή στην Κέρκυρα, που υποστηρίζω ότι σχετίζεται ετυμολογικά όχι με τους πατριαρχικούς «βλάχους» κτηνοτρόφους αλλά με τη ρίζα Fωλ―  του ονόματος της Ελένης (Fωλένης>Βόλενας>Βολ-αχέρενας>Βλαχέρενας), ενίσχυε για μένα την παρουσία της «Αγιαλένης» εδώ. Εξάλλου δεν απέχει  και πολύ η «Αγιαλένη» της Κάτω Περίθειας.  


Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του "Εσταυρωμένου" (23/7/2005)

Τελευταίο επισκεφθήκαμε τον «περίεργο» αρχιτεκτονικά, πολυγωνικό, με τους τοίχους  του να καταλήγουν κλιμακωτά σε τρούλο,  ναό του «Εσταυρωμένου». Βρίσκεται πάνω στη διασταύρωση του περιμετρικού δρόμου των Νυμφών με τον επαρχιακό που τις συνδέει με το χωριό Πλάτωνας, εκατό μέτρα περίπου από την εκκλησία «του αγίου Κωνσταντίνου».  Κατά τον παπα-Μενέλαο,  το «περίεργο» του κτίσματος οφείλεται στο ότι τον έχει χτίσει κάποιος ντόπιος που έζησε εξόριστος στην Αρμενία και είναι επηρεασμένο από την εκεί εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. Το γεγονός ότι τον πανηγυρίζουν στις 14 Σεπτεμβρίου, στη γιορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού από την αγία Ελένη, τον έφερνε για μένα και σε συμβολική, πέραν από την τοπική, σύνδεση με την εκκλησία του «αγίου Κωνσταντίνου». Ο πανηγυρισμός στη  γιορτή του Σταυρού  ―γιορτή που εκτός από την αγία Ελένη σχετίζεται και με την ευλογία των σπόρων των δημητριακών στους ναούς―, όσο   και η γειτνίαση με την εκκλησία του «αγίου Κωνσταντίνου» ενίσχυε διαλεκτικά τους συλλογισμούς μου  για  τη  συμβολική παρουσία της «Αγιαλένης»  στις Νυμφές. Μήπως άραγε και η παρουσία του «Εσταυρωμένου» όσο και της μονής (αλλά και του βουνού) του «Παντοκράτορα», επίσης του «αγίου Κωνσταντίνου»,  ήθελε ακριβώς κάτι να αφηγηθεί προς αυτή την κατεύθυνση;  Ότι δηλαδή ιδρύθηκαν άνωθεν, ίσως για να τονίσουν και να εδραιώσουν εδώ την επικράτηση του «Παντοκράτορα»  χριστιανικού θεού (με την αυτοκρατορική αρωγή του Μεγάλου Κωνσταντίνου)  πάνω στην αρχαία λατρεία της Μητέρας-Γοργούς-Κόρκυρας-«Αγιαλένης»;
Ο παπα-Μενέλαος επέμεινε να με  φιλοξενήσει και για «μεσημεριανό» (τα εισαγωγικά γιατί μέχρι να τελειώσει η ξενάγηση είχε πάει σχεδόν απόγευμα)  φαγητό στο σπίτι  του. Δεν ήθελα να υποβάλω σε κόπο την συμπαθέστατη αλλά υπέρβαρη και εξαιρετικά δυσκίνητη παπαδιά αλλά ήταν και η δική της επιμονή μεγάλη, ενώ είχε ήδη ετοιμάσει το γεύμα όσο λείπαμε με τον παπά, οπότε θα ήταν προσβολή να μη δεχτώ. Μετά το φαγητό επέμενε να μου προσφέρει και κρεβάτι για ξεκούραση και ξάπλωσα λίγο, αφού θα περίμενα την άφιξη του ιερέα του αγίου Κωνσταντίνου για να δω και την εκκλησία εσωτερικά, πριν φύγω.  Τους  αποχαιρέτισα  με χίλιες ευχαριστίες για την τόσο θερμή φιλοξενία,  χωρίς ωστόσο να μπορώ να αποφύγω και ένα μελαγχολικό σφίξιμο  στην καρδιά για τη ζωή τους που τελείωνε, τη φθορά του νοικοκυριού τους, την ανημπόρια της παπαδιάς.
Περιμένοντας την άφιξη του ιερέα από την Κέρκυρα για τον εσπερινό, κάθισα σε ένα καφενείο της πλατείας και έπιασα κουβέντα με την νεαρή κόρη του ιδιοκτήτη και κάποιους, νεαρούς επίσης, θαμώνες. Με εντυπωσίασε ο ενθουσιώδης τρόπος με τον οποίο μίλησαν για την εκκλησία του  «άγιου Κωνσταντίνου». Μάλιστα οι ίδιοι σχολίαζαν και απορούσαν ορθολογικά, ως νεολαίοι, γιατί να θεωρούν τόσο σπουδαία μια εκκλησία αφιερωμένη σε έναν άγιο που δεν είναι και τόσο «άγιος» στην πραγματικότητα, τη στιγμή που υπάρχουν στο χωριό εκκλησίες αφιερωμένες στην Παναγία, στον άγιο Νικόλαο, και μάλιστα και στον πολιούχο της Κέρκυρας, τον  άγιο Σπυρίδωνα! Γνώριζαν  μάλιστα και το ότι η εκκλησία του αγίου Κωνσταντίνου είναι αφιερωμένη και στην παναγία την Βλαχέρνα,  κάτι που για αυτούς καθιστούσε ακόμα πιο περίεργο το γεγονός ότι υπερισχύει της Παναγίας η αφιέρωση στον άγιο Κωνσταντίνο!  Η άφιξη του ιερέα δεν επέτρεψε  να τους πω τη δική μου άποψη γι’ αυτό, αν και δεν είμαι σίγουρη ότι θα μπορούσα να εξηγήσω και να καταλάβαιναν στο λίγο έτσι κι αλλιώς χρόνο που είχαμε στη διάθεσή μας  το όλο ζήτημα. 


Κέρκυρα, Νυμφές. Γερόντισσα με την τοπική φορεσιά (23/7/2005)



Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου, ο νάρθηκας και η είσοδος στο ναό από δυτικά (πάνω) και ανατολικά (23/7/2005)

Πήγα μαζί με τον ιερέα στην εκκλησία. Στον περίβολο μερικές γυναίκες, νέες και  ηλικιωμένες, η μια με την τοπική κερκυραϊκή φορεσιά που είχα συναντήσει και το πρωί, πότιζαν κεφάτες τα λουλούδια και υποδέχτηκαν με καλησπερίσματα τον ιερέα αλλά και μένα. Μπήκαν μαζί μας στο ναό και, προκομμένες, άρχισαν να βοηθούν τον ιερέα στην προετοιμασία του Εσπερινού. 

 

Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου, κεντρικό κλίτος, το τέμπλο (23/7/2005)

Στο εσωτερικό η εκκλησία είναι τρίκλιτη βασιλική, με τοξωτά χωρίσματα που στηρίζονται στις πέτρινες κολώνες που  χωρίζουν τα πλαϊνά στενότερα κλίτη από το φαρδύ μεσαίο, κάτι που ως τώρα δεν είχα συναντήσει στις εκκλησίες που είχα δει. Η αφιερωματική εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, μεγαλοπρεπής και σε ανάγλυφο χρυσοποίκιλτο πλαίσιο,  βρίσκεται στη ΒΑ γωνία του ναού, δίπλα στο πέτρινο τέμπλο. Δίπλα της, πάνω στο νότιο άκρο του τέμπλου, βρίσκεται η εικόνα της δεύτερης αφιέρωσης του ναού, αυτή της Παναγίας «της Βλαχέρενας», που εικονικά δεν διαφέρει από τις εικόνες της Βρεφοκρατούσας Παναγίας. 

 

Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου. Η προσκυνηματική εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και αριστερά  η  εικόνα της Παναγίας πάνω στο τέμπλο (23/7/2005) 

Μόνο που εδώ η εικόνα δεν είναι φορητή αλλά επιζωγραφημένη πάνω στο τέμπλο. Το ασημένιο κάλυμμα που φαίνεται ότι την καλύπτει, είχε αφαιρεθεί για συντήρηση της εικόνας που είχε εμφανείς φθορές και ήταν τοποθετημένο δίπλα της, στο δάπεδο. Η σύνθεση των δύο εικόνων (της Παναγίας Βλαχέρνας  και των Κωνσταντίνου και Ελένης) του τέμπλου, επαναλαμβάνεται και πάνω σε μια από τις κολώνες του βόρειου κλίτους. Μόνο που εδώ αναδεικνύεται περισσότερο η εικόνα της Παναγίας μέσα σε πολυτελές ξυλόγλυπτο στασίδι, ενώ η (μεγάλη επίσης) εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης είναι στο δάπεδο, απλά ακουμπημένη πάνω στην κολώνα.

 

Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου. Οι προσκυνηματικές εικόνες των αγίων Κωνσταντίθνου και Ελένης και της Βλαχέρνας, δίπλα-δίπλα (23/7/2005)

Ωστόσο ένα μπουκέτο λουλούδια και ένα μόνο τεράστιο μανουάλι με λαμπάδες και λευκές κορδέλες στολίζουν μόνο την πλευρά της αγίας Ελένης (ενώ σε όλες τις προσκυνηματικές μεγάλες εικόνες που είχα δει υπάρχουν δύο, ένθεν και ένθεν της εικόνας). Αν και η διάκριση αυτή με προκάλεσε, δεν θέλησα να συμπεράνω κάτι παραπάνω από αυτά που είχα σκεφτεί ως τότε σχετικά με την αγία Ελένη/«Αγιαλένη». Καθώς ο ιερέας δεν ήταν σε θέση να μου λύσει την απορία (με κοίταζε σαν να μην είχε προσέξει ούτε να θεωρούσε πως είχε κάποια σημασία αυτή η διάκριση για αυτόν), ούτε να πιάσει κουβέντα μαζί μου, αφού ήταν απασχολημένος  γιατί θα άρχιζε ο Εσπερινός. και καθώς και  εγώ είχα αρκετό δρόμο για την επιστροφή μου στην Κέρκυρα, καληνύχτισα και έφυγα. Βγαίνοντας φωτογράφισα και το ξυλόγλυπτο τοξωτό χώρισμα,  με δίφυλλη πόρτα και με  καφασωτά παράθυρα, που διακρίνει  τον πρόναο  από τον κυρίως ναό. 


Κέρκυρα, Νυμφές. Ο ναός του αγίου Κωνσταντίνου: προσφορά φροντίδας από πιστή (23/7/2005)

Ξεκίνησα βράδυ σχεδόν για την Κέρκυρα, καταπονημένη σωματικά αλλά ευχαριστημένη από την φιλοξενία και την ανταπόκριση των Κερκυραίων, πλήρης από νέες εμπειρίες και ανακαλύψεις σχετικά με την έρευνά μου, που ενίσχυαν την παρουσία της μεγάλης «Μητέρας»-Ελένης στην Κέρκυρα, διαλεκτικά και με τα ευρήματα των προηγούμενων ημερών.
Την επόμενη μέρα είχαν σειρά οι «Αγιαλένες» της  νότιας Κέρκυρας και έπεσα για ύπνο αναλογιζόμενη τι θα με περίμενε άραγε εκεί. Στο βιβλίο του Καππάδοχου αναφέρονται τρεις ακόμα «Αγιαλένες» στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού: στη Μεσογγή και στη Μπούκαρη παραλιακά και στο Παλιοχώρι της Λευκίμης, λίγο πιο μεσόγεια, κοντά στο νότιο άκρο της Κέρκυρας, όπως εντόπισα στο χάρτη. Το όνομα του πρώτου χωριού, «Μεσογγή»,  έχοντας δεύτερο συνθετικό τη λέξη –γη, αν και τοπικός προσδιορισμός,  ωστόσο μου έδινε ένα στίγμα αναφορικά με την μητέρα-γη και την «Αγιαλένη», ενώ σημειώνεται εκεί και κάτι σαν υγρότοπος. Μπούκα ποταμιού και υγρότοπο με έκανε να υποψιάζομαι και το δεύτερο, το «Μπούκαρη», φέρνοντάς μου στο νου την υδροχαρή παρουσία της στον Αχέροντα, στη Σαγιάδα και  στα Κανάλια.  Το όνομα του τρίτου χωριού,  «Παλαιοχώρι», δήλωνε κάποια  διάρκεια σε βάθος χρόνου, αναμενόμενη για την παρουσία της «Αγιαλένης» εκεί. Ο εντοπισμός μάλιστα στο χάρτη γειτονικού χωριού με όνομα «Σπαρτερά», που δηλώνει εκτεταμένη καλλιέργεια δημητριακών,  τεκμηρίωνε ακόμα περισσότερο την παρουσία της.

Κυριακή, 24/7/2005

Μεσογγή
Οδεύοντας προς τη Λευκίμμη, πήρα τον ανατολικό παραλιακό δρόμο και προσπερνώντας το Αχίλλειο και της Μπενίτσες  (η ξακουστή παραλία μου θύμισε ότι θα έφευγα από την Κέρκυρα και δεν θα είχα βρει χρόνο  να κάνω ούτε ένα μπάνιο στα νερά της, αλλά χαλάλι της, της «Αγιαλένης», σκέφτηκα) έφτασα στη Μεσογγή, η οποία, «όνομα και πράγμα», βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο του μήκους της ανατολικής ακτής του νησιού, νότια της  πόλης της Κέρκυρας. Στο σημείο αυτό  ο κύριος δρόμος αφήνει την παραλία και στρίβει δυτικά, κατευθυνόμενος μεσόγεια προς τη Λευκίμμη. Θα έκανα λοιπόν εδώ την πρώτη στάση. 


Κέρκυρα, Μεσογγή. Η "Αγιαλένη" (24/7/2005)

Μια γυναίκα που σκούπιζε έξω από κάποια παραλιακή καφετέρια, μου έδωσε σαφείς οδηγίες για να βρω την «Αγιαλένη», όταν την ρώτησα, ενημερώνοντάς με ταυτόχρονα πως είναι ιδιωτική. Ακριβώς πάνω στη  στροφή, στην άκρη του δρόμου,  είδα μια μικρή σχετικά εκκλησία φρεσκοβαμμένη ροζ. Ένας λευκός περίβολος από κολωνάκια περιβάλλει την εκκλησία, το καμπαναριό, ένα μικρό νεκροταφείο και ένα  δασύλλιο με κυπαρίσσια και άλλα δέντρα.  Αυτή πρέπει να  ήταν η «Αγιαλένη»!  Για  να βεβαιωθώ, σταμάτησα και πέρασα πεζή στην απέναντι πλευρά του πολυσύχναστου αυτού δρόμου, όπου έβλεπα έναν άνδρα καθισμένο στη βεράντα ενός πολυτελούς σπιτιού, με κήπο. Μέσα από τα κάγκελα του μαντρότοιχου το ρώτησα αν ο ναός είναι αφιερωμένος στον άγιο Κωνσταντίνο, επίτηδες, να δω τι θα μου απαντήσει. «Ναι, αλλά τον λέμε Αγιαλένη», μου απάντησε, προς μεγάλη μου χαρά! Μου είπε επίσης πως οι ιδιοκτήτες μένουν στην Αθήνα και πως δεν έχει κανείς άλλος το  κλειδί. Φωτογράφισα λοιπόν εξωτερικά και συνέχισα το δρόμο μου προς τη  Λευκίμμη, αφού είχα ήδη αφήσει τον παραλιακό δρόμο. Την «Αγιαλένη» στη Μπούκαρη, πάνω στην παραλία, νότια της  Μεσογγής, την άφησα για τον γυρισμό.

Λευκίμμη
Καθώς προχωρούσα όλο και πιο  νότια, μου φαινόταν πως το νότιο αυτό τμήμα του νησιού έχει αισθητή διαφορά από το βόρειο, ως προς το φυσικό αλλά και το δομημένο περιβάλλον. Η γνωστή διαφορά βορρά-νότου μέσα στον σχετικά περιορισμένο χώρο του νησιού, γινόταν πιο αισθητή. Η βλάστηση και οι ελαιώνες εμφανώς λιγότερα, τα σπίτια παλιά και κάπως πιο φτωχικά, ας πούμε. Ο δρόμος περνάει μέσα από τα χωριά. Σε μερικά μάλιστα το  κεντρικό  καντούνι της αγοράς, όντας στενό, δεν χωράει να διασταυρωθούν τα  αυτοκίνητα  και έχουν τοποθετηθεί φωτεινοί σηματοδότες ώστε να περνάνε εκ περιτροπής.
Σύντομα είχα περάσει και το όμορφο χωριό Αργυράδες και έφτασα σε ένα νέο κόμβο που διακλαδίζεται και προς τη Λευκίμμη και οδήγησα προς τα εκεί. Ομολογώ πως η θέα της κωμόπολης με απογοήτευσε κατά ένα τρόπο, γιατί, άγνωστο για ποιο λόγο, την είχα φανταστεί ως ορεινό χωριό (παρόλο που ο χάρτης την τοποθετεί κοντά στη θάλασσα) με παλιά πέτρινα σπίτια. Αντί αυτού έβλεπα μια Λευκίμμη εντελώς πεδινή, με πολλά από τα σπίτια της σε κάπως νεοκλασικό στυλ. Έπρεπε να το περιμένω ωστόσο, αφού είχα διαβάσει πως έχει κατοικηθεί με πληθυσμούς από την Ηπειρωτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο.  Ήταν η ώρα που σχολούσε η εκκλησία και κυκλοφορούσαν πολλοί, με τα κυριακάτικά ρούχα τους, οι γυναίκες πιο βιαστικές, μάλλον πηγαίνοντας στο σπίτι να ετοιμάσουν το κυριακάτικο τραπέζι, οι άντρες πιο χαλαροί, οδεύοντας μάλλον προς τα καφενεία. Σταμάτησα σε μια πλατεία και ρώτησα έναν μεσήλικα άνδρα πώς να πάω στο Παλαιοχώρι. «Από εκεί είμαι ‘γώ», μου απάντησε, «ποιον ζητάς;» Του είπα λοιπόν, περιχαρής βέβαια για την τύχη να πέσω πάνω σε Παλαιοχωρίτη (!), πως  αναζητώ την «Αγιαλένη». «Και πού την ξέρεις εσύ την Αγιαλένη;» ρώτησε έκπληκτος. «Δεν είναι εκκλησία», συνέχισε, «αλλά έτσι, ένα μέρος που το ονομάζουμε Αγιαλένη, δίπλα στο δρόμο είναι, θα το δεις»!  Η χαρά μου μεγάλωσε φυσικά μετά από αυτή την πληροφορία, όσο και από τον τρόπο που διατυπώθηκε. Επιβεβαιωνόταν πως δεν είχα άδικο να θεωρήσω  το «Παλαιοχώρι», τοπωνύμιο που προδίδει κάποιο ιστορικό βάθος,   τόπο πρόσφορο για  μιαν «Αγιαλένη». Πολύ περισσότερο μάλιστα που το χωριό «Σπαρτερά», γειτονικό στο Παλαιοχώρι, πρόδινε και την έντονη παρουσία δημητριακών στην ευρύτερη περιοχή. «Ακολούθησέ με» συνέχισε ο συνομιλητής μου, «θα σε οδηγήσω εγώ, γιατί πάω στο χωριό». Ακολούθησα το αυτοκίνητό του με ανυπομονησία για το τι θα έβλεπα, ποια «σημάδια» μου φύλαγε και αυτός ο τόπος της «Αγιαλένης». Όμως όταν φτάσαμε στο χωριό Κρητικά,  μου έκανε σήμα να σταματήσω. Είχε θυμηθεί πως είχε κάποια επείγουσα  δουλειά εκεί, και έπρεπε να με αφήσει μόνη να συνεχίσω. Ωστόσο μου έδωσε λεπτομερείς οδηγίες για να βρω την «Αγιαλένη».
Συνέχισα μόνη μου, αναλογιζόμενη για μιαν ακόμα φορά αν όντως είχε δουλειά ή δεύτερες σκέψεις για το ποια είμαι (αν και του είχα βέβαια εξηγήσει) και το πώς ήξερα κάτι τόσο «τοπικό», εγώ μια άγνωστη ξένη, και τι να ζητούσα εκεί. Μη θέλοντας ίσως να μπλέξει, θεώρησε σκόπιμο να μη με συνοδεύσει. Λογικό, από μια άποψη, και τον ευγνωμονούσα που μου είχε υποδείξει έστω το μέρος. Ακολούθησα τις οδηγίες του και κατευθύνθηκα προς το Παλιοχώρι. Ένας εκτεταμένος, καλλιεργούμενος κάμπος απλωνόταν γύρω μου. Από τα γεφύρια που διάβαινε το αυτοκίνητο κάθε τόσο, συμπέρανα ότι τον διατρέχουν πολλά ρέματα ή και ποτάμι και μου ήρθε  στο νου  ο υγρότοπος της «Αγιαλένης» στα Κανάλια αλλά και στον Αχέροντα.

Παλιόχωρα
Πλησιάζοντας το χωριό, η θέα στην αριστερή πλευρά του δρόμου ενός κατάλευκου, καινούριου εικονοστασιού μπροστά από ένα χαμηλό και κατάφυτο με δέντρα και θάμνους λοφίσκο, με έκανε να σταματήσω. Κατέβηκα από το αυτοκίνητο και πλησίασα να δω από την εικόνα που είχε μέσα σε ποιον άγιο είναι αφιερωμένο, αν και υποψιαζόμουν πως γνωρίζω. 




 Κέρκυρα, Παλιόχωρα Λευκίμμης. Από πάνω προς τα κάτω: Η  τοποθεσία "Αγιαλένη" και το εικονοστάσι
 με την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (24/7/2005) 

Η εικόνα ήταν όντως  των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Άρα, κατά πάσα πιθανότητα,  βρισκόμουν στην «Αγιαλένη».  Η θέα αυτού του μοναχικού μέσα στη μεγάλη πεδιάδα λοφίσκου, λίγο έξω από το χωριό, πυκνοφυτεμένου με κυπαρίσσια, μυρτιές, βαγιές, σπάρτα, έτσι που να μη μένει ούτε μέτρο ακάλυπτο, με τάραξε. Το ολοκαίνουριο, όπως έδειχνε, και περίτεχνο εικονοστάσι ορίζει την ιερότητα του τόπου, συνδυαστικά και 
με τον κατάφυτο λοφίσκο, πολλά από τα φυτά του οποίου έχουν «ιερή» σημασιοδότηση, αναδεικνύοντας από κοινού την επιφάνεια της «Αγιαλένης» και εδώ.  Όσες φορές και αν συναντήσω αυτή τη συμβολική «επιφάνεια» της Ελένης-«Αγιαλένης» ―και είναι ήδη πολλές―  δεν μπορώ να μη νιώσω κάποιο δέος. 





Κέρκυρα, Παλιόχωρα Λευκίμμης. Από πάνω προς τα κάτω: όψεις της   τοποθεσίας "Αγιαλένη" (24/7/2005)

Παρατήρησα με προσοχή το λοφίσκο, όσο μπορούσα από τη βάση του, γιατί η η βλάστηση πάνω του είναι τόσο πυκνή, που δεν επιτρέπει να τον περπατήσει κανείς. Διέκρινα κάποια ίχνη παλιού τοίχου χαμηλά, ωστόσο δεν ήμουν σίγουρη.  Όπως βέβαια, παρ’ όλα τα «σημάδια» και τη διαίσθησή μου, δεν ήμουν και απολύτως σίγουρη ότι βρισκόμουν στο σωστό μέρος, αν δεν το επιβεβαίωνε και κάποιος από τους ντόπιους. Ένα δρομάκι σύριζα στη βόρεια πλευρά του λόφου οδηγεί σε ένα νεόχτιστο σπίτι με μεγάλο, μαντρωμένο περιβόλι γύρω του, απ’ όπου και ακουγόντουσαν κουβέντες. Αν ήμουν τυχερή, οι ένοικοι θα ήξεραν κάτι να μου πουν, αφού μένουν τόσο κοντά στην «Αγιαλένη». Πλησίασα τη μεγάλη καγκελόπορτα και φώναξα. Βγήκε μια μεσόκοπη γυναίκα και πλησίασε στην αυλόπορτα.  Της εξήγησα ποια είμαι και τα σχετικά και την ρώτησα για την «Αγιαλένη». Χωρίς να μου πει να περάσω μέσα και με έκπληξη πώς είχα φτάσει ως εκεί  ειδικά για την «Αγιαλένη», μου αφηγήθηκε με προθυμία επιτόπου, μέσα από τα κάγκελα, ότι όντως ήμουν στην «Αγιαλένη» και πως ούτε η ίδια, ούτε καν η γιαγιά της είχαν δει να υπάρχει κάποιο εκκλησάκι που να λειτουργείται πάνω στο λοφίσκο ή στη συγκεκριμένη περιοχή. «Παρόλ’ αυτά, το σεβόμαστε πολύ αυτό το μέρος που το λέμε «Αγιαλένη» και δεν τολμάει κανείς να το καταπατήσει», πρόσθεσε με έμφαση. Συμπλήρωσε ότι «ως την Κατοχή  σωζόταν ως κάποιο ύψος ένας τοίχος αλλά στο βομβαρδισμό της Κέρκυρας από τους Γερμανούς έπεσε μια βόμβα και τον γκρέμισε». Είπε επίσης ότι όλη η περιοχή του κάμπου ανήκε κάποτε σε μεγαλοκτηματίες της Λευκίμμης και υπέθετε ότι σε αυτούς θα ανήκε και η «Αγιαλένη». Την  ρώτησα σχετικά και με το εικονοστάσι. Με πληροφόρησε ότι το είχε χτίσει πρόσφατα ένα παλικάρι από το χωριό, περίπου τριάντα χρονών, ο οποίος μένει τώρα μόνιμα στην Αθήνα. Πως είχε αρρωστήσει βαριά και είδε στον ύπνο του την αγία Ελένη και του είπε πως θα τον κάνει καλά. Όπως και έγινε, και γι’ αυτό έχτισε μόνος του το εκκλησάκι και έβαλε σε αυτό την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Συμπλήρωσε ότι μια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης που λέγεται ότι ήταν στο εκκλησάκι της Αγιαλένης, όταν αυτό  υπήρχε,  φυλάσσεται στο εκκλησάκι του άη-Γόρδη, σε μια παραλία εκεί κοντά. Μου διευκρίνισε όμως ότι είναι ιδιωτικό και πως οι ιδιοκτήτες του μένουν στην Αθήνα.
Ήμουν πανευτυχής με τις πληροφορίες της γειτόνισσας της «Αγιαλένης»! Άλλη μια περίπτωση σαν την «Αγιαλένη» της Λυκόσουρας στην Αρκαδία, των Πλατανιών στη Μεσσηνία και τόσων άλλων, μόνο που εδώ, όπως και αλλού, αντί για εκκλησάκι χτίστηκε ένα απλό εικονοστάσι. Το ότι ένας τόσο  νέος άνθρωπος που ωστόσο έχει σχέση εντοπιότητας με το χωριό ονειρεύτηκε την «Αγιαλένη» και πιστεύει ότι τον έκανε καλά, φανερώνει πόσο ζωντανή και έντονη είναι η πολιτισμική μνήμη που την αφορά, έστω και αν την ταυτίζουν με την ιστορική αγία Ελένη. Η Κέρκυρα αναδεικνυόταν ως ο κατεξοχήν «Ελενότοπος»!
Καθώς ήταν πια μεσημέρι και φαινόταν ότι την είχα διακόψει από τις δουλειές της (είχαν εντωμεταξύ εμφανιστεί και τα εγγόνια της, που την καλούσαν να πάνε στο σπίτι),  την ευχαρίστησα θερμά και επέστρεψα στην «Αγιαλένη». Φωτογράφισα όσο πιο λεπτομερειακά έκρινα το χώρο και το εικονοστάσι και κατευθύνθηκα, ταραγμένη και συλλογισμένη ακόμα, προς το χωριό, μήπως βρω και άλλες πληροφορίες. Το χωριό και τα καφενεία ήταν έρημα, λόγω μεσημεριανού φαγητού αλλά και της ζέστης και εγκατέλειψα την προσπάθεια. 
Πήρα το δρόμο πίσω για τη Λευκίμμη. Σταμάτησα εκεί σε μια σκιά για να συμβουλευτώ το χάρτη πώς θα πάω στο χωριό Ποταμός,  όπου είχα πληροφορία από το βιβλίο του Καππάδοχου ότι  υπάρχει ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης). Στο χάρτη είδα ωστόσο κι άλλα «σημάδια» της Ελένης-Αγιαλένης στην ευρύτερη περιοχή, δηλαδή στο νοτιότατο άκρο της Κέρκυρας: ναό αγίας Άννας που παραπέμπει σε ιερή μάνα-και-κόρη καθώς και μονή «της Κυράς», της Παναγίας δηλαδή, που παραπέμπει και στη «δική μου» Κυρά, ενώ το χωριό Άγιοι Θεόδωροι μέσα στο επιτόπιο αφηγηματικό και ιερό συμφραζόμενο, με παρέπεμψε και πάλι στους «Δίδυμους».

Ποταμός 


Κέρκυρα, Λευκίμμη. Ποταμός (24/7/2005)

Τα συνεχόμενα χωριά Άγιοι Θεόδωροι και Ποταμός μου φάνηκε σαν να είναι  προέκταση της Λευκίμμης, κατά ένα τρόπο.  Στο χωριό Άγιοι Θεόδωροι, ο ομώνυμος ναός, τοποθετημένος πάνω σ’ ένα μικρό ύψωμα στον κεντρικό δρόμο, στολίζει τον τόπο με το όμορφο καμπαναριό του. Τον Ποταμό χωρίζει στη μέση ένα κανάλι θαλασσινού νερού, το οποίο φαίνεται ονοματίζει το χωριό και κάνει χρέη μαρίνας όπου αγκυροβολούν ψαρόβαρκες και άλλα μικρά σκάφη, κάτι που μου έφερε στο νου και πάλι τα Κανάλια. Τις δύο πλευρές  του χωριού ενώνουν γέφυρες  κατά διαστήματα. Αυτές οι  χωροταξικές ιδιαιτερότητες  κάνουν το χωριό γραφικό και φαίνεται να αναπτύσσεται τουριστικά, όσο μπορούσα να κρίνω από τις πολλές καινούριες καφετέριες που εκτείνονται και στις δύο όχθες του «ποταμού», τα περιποιημένα κάγκελα κατά μήκος τους και το λιθόστρωτο οδόστρωμα, με ελάχιστους ωστόσο θαμώνες εκείνη την ώρα.
 


Κέρκυρα, Ποταμός Λευκίμμης. Το ξωκλήσι του άγιου Κωνσταντίνου και λεπτομέρεια του καμπαναριού του (24/7/2005)

Ρωτώντας, εντόπισα το ξωκλήσι του άγιου Κωνσταντίνου (και Ελένης) κοντά στη δυτική όχθη του «ποταμού», στην άκρη ενός ελαιώνα, που ίσως παλιότερα να φιλοξενούσε σιτάρια, όπως μπορεί να δηλώνει η παρουσία του «άγιου Κωνσταντίνου» εδώ. Ορίζεται ως «μονή»  και όντως έχει ένα κελί προσκτισμένο στο βόρειο τοίχο του, σημάδια που το καθιστούν κάτι παραπάνω από ένα απλό ξωκλήσι. Ένας πέτρινος γλυπτός κιονίσκος στο δίλοβο καμπαναριό, εμφανής, παρόλο που είναι ολόκληρο το εκκλησάκι σοβατισμένο και φρεσκοβαμμένο, και κάποιες πέτρες στον περίβολο που ίσως κάποτε να ήταν δομημένες, μου έδιναν ίχνη ότι ίσως εδώ να προϋπήρχε κάποιο άλλο ιερό κτίσμα, χριστιανικό ή μη. Η «μονή» ήταν κατάκλειστη γι’ αυτό φωτογράφισα και πήρα πάλι το δρόμο για τη Λευκίμμη


 Κέρκυρα, Άγιοι Θεόδωροι Λευκίμμης (24/7/2005) 


 Κέρκυρα, Άγιοι Θεόδωροι Λευκίμμης: γυναίκα με τοπική φορεσιά 24/7/2005)

Στο δρόμο είδα δυο-τρεις γερόντισσες  ντυμένες με  την τοπική παραδοσιακή φορεσιά, διαφορετική από αυτήν που είχα δει να φοράει η γερόντισσα στις Νυμφές: το ύφασμα υφαντό, του αργαλειού, κάπως σαν σκληρός αλατζάς με γαλάζια και σκούρα μπλε καρό στην ύφανση. Η φούστα με πιέτες, πουκάμισο από το ίδιο ύφασμα και λευκό μαντήλι. Οδηγούσα βέβαια, και πριν προλάβω να σταματήσω για να βγάλω φωτογραφία, έστριψαν σε ένα στενό δρομάκι και μόλις που πρόλαβα να τις απαθανατίσω, πισώπλατα.



 .
 Από πάνω προς τα κάτω: περίβολος, καθολικό, παλιές πέτρες (24/7/2005)

Μια ταμπέλα δείχνει προς τη «Μονή της Κυράς» και ακολούθησα αυτή την κατεύθυνση, υποψιαζόμενη πως αν και αφορά μοναστήρι της Παναγίας, πιθανόν να έχει σχέση και με την «Κυρά» που αναζητώ, μέσα στο τοπικό λατρευτικό, συμβολικό και αφηγηματικό συμφραζόμενο. Έφτασα σύντομα στη μονή, η οποία περιβάλλεται από έναν ψηλό μαντρότοιχο. Είναι γυναικεία, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Παναγίας και ήταν ανοιχτή. Το καθολικό, η εκκλησία της Κοίμησης, περιποιημένο, βαμμένο με το «επτανησιακό» ροζ χρώμα εξωτερικά, εσωτερικά έχει  λευκούς τοίχους, σε αντίθεση με τους περισσότερους κερκυραϊκούς ναούς που είχα δει, που είναι βαμμένοι με τρόπο που να δείχνει ωσάν βαρύτιμη ταπετσαρία, όπως με είχε πληροφορήσει η παπαδιά στην Κορακιάνα. Η αφιερωματική και προσκυνηματική εικόνα της Κοίμησης, στη ΝΑ γωνία του ναού, ανάμεσα στις κολώνες ενός εντοιχισμένου, χτιστού «στασιδιού», στολίζεται στο κάτω μέρος με υφασμάτινη, κεντημένη «ποδιά» και πλαισιώνεται από πολλές μικρότερες εικόνες, με διάφορες χριστιανικές αναπαραστάσεις. 




  Κέρκυρα, Λευκίμμη. Μονή "της Κυράς". Από πάνω προς τα κάτω:  ναός της Παναγίας, εσωτερικό (24/7/2005)

Στο κέντρο της εκκλησίας, πάνω σε προσκυνηματικό στασίδι, ήταν τοποθετημένη μια μεγάλη εικόνα της «τριάδας» «δίδυμων» αγίων συν μιας κόρης ανάμεσά τους: οι Μυτηληνιοί «νέο-άγιοι» Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη, η εικόνα των οποίων γνωρίζω εκ πείρας ότι έχει πλέον λάβει περίοπτη θέση μέσα σε όλους τους ναούς, στο πανελλήνιο. Τοποθετημένη πολύ συχνά σε σχέση με την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και συνδυαστικά με όσα υποστηρίζω περί των «δίδυμων» αγίων, υποψιάζομαι ότι η λατρευτική συνήθεια των πιστών να δίνουν τόσο μεγάλη έμφαση στην εικόνα αυτών των νέο-αγίων, πέραν και της πίστης στις δικές τους ιαματικές θαυματουργές ιδιότητες, ίσως και κάποια άλλη «τριάδα» «δίδυμων»-και-κόρης να δομεί στο συλλογικό υποσυνείδητο, ως αρχετυπική συμβολική αναπαράσταση, αν λάβουμε υπόψη και  τη θέση που την τοποθετούν μέσα στους ναούς. Κάποια πέτρινα αρχιτεκτονικά μέλη στον περίβολο με υποψίασαν για την ύπαρξη  παλιότερου ίσως κτίσματος, χριστιανικού ή όχι, σημάδι που μπορεί και να δικαιώνει ίσως την υποψία μου, όταν το ψάξω και βιβλιογραφικά.

Μπούκαρη
Έφυγα και συνέχισα το δρόμο μου βόρεια, προς αναζήτηση της «Αγιαλένης» στη Μπούκαρη. Ωστόσο πλησιάζοντας στο Παλιοχώρι, δεν κατάφερα ν’ αντισταθώ στο να επισκεφθώ και τον παραλιακό άη-Γόρδη, όπου με είχε πληροφορήσει η συνομιλήτριά μου στην Παλιόχωρα ότι φυλάσσεται η εικόνα που λέγεται ότι ήταν κάποτε στην εκεί  «Αγιαλένη». Αν και μου είχε πει ότι είναι ιδιωτικός και κλειδωμένος, σκέφτηκα ότι δεν ήταν απίθανο να υπάρχει κάποιο διαφανές ή σπασμένο τζάμι, κάποια χαραμάδα ή κάποιο λίγο μεγάλο άνοιγμα στην κλειδαριά, ώστε να μπορέσω να δω εσωτερικά το ξωκλήσι. Επί πλέον ίσως έβρισκα και κάτι να φάω εκεί, αφού η παραλία του άη-Γόρδη σημειώνεται στο χάρτη ως πλαζ. Η νοτιοδυτική αυτή ακτή  είναι πανέμορφη, με αμμώδη παραλία που κλείνεται από λοφίσκους στα δυτικά. 

Κέρκυρα, Λευκίμμη. Άη-Γόρδης (24/7/2005)

Το κατάλευκο εκκλησάκι του άη-Γόρδη βιγλίζει τη θάλασσα του Ιόνιου από  ψηλά,  πάνω από  έναν αμμόλοφο.  Οι ιδιοκτήτες του ξωκλησιού, «δυστυχώς» για μένα, το έχουν πολύ φροντισμένο και  εφτασφράγιστο, έτσι δε μπόρεσα να το δω εσωτερικά. Η πλαζ ήταν σχεδόν έρημη εκείνη την ώρα, παρόλο που ήταν Κυριακή και σε εποχή τουριστικής αιχμής. Η τεράστια παραθαλάσσια καφετέρια δεν σέρβιρε φαγητό, έτσι πήρα νηστική το μεσογειακό δρόμο προς την πόλη της Κέρκυρας.
Στους Αργυράδες  έστριψα ανατολικά, προς την παραλιακή Μπούκαρη. Ένα ηλικιωμένο ζευγάρι ντόπιων που συνάντησα όταν έφτασα, με πληροφόρησε ότι δεν υπάρχει «Αγιαλένη» στη Μπούκαρη και πως οι ίδιοι γνώριζαν μόνο ένα «μοναστήρι» του «άγιου Κωνσταντίνου» (και Ελένης) προς τα ΒΔ, ανάμεσα στα χωριά Άγιος Νικόλαος και Μαραθιά. «Θα το δεις δίπλα στο δρόμο», μου διευκρίνισαν, «δεξιά, πάνω σε ένα βουνό, είναι εύκολο», με βάση βέβαια τη δική τους, βιωμένη γνώση του τοπίου, ενώ για μένα μπορεί και να μην  ήταν τόσο απλά τα πράγματα.
Πεινούσα,  καθώς είχε προχωρήσει πια το μεσημέρι,  και κάθισα σε ένα από τα εστιατόρια που είναι εκεί. Εδώ υπήρχαν αρκετοί λουόμενοι, ντόπιοι και παραθεριστές, όπως έκρινα, που γευμάτιζαν ψάρια στα παραλιακά εστιατόρια, δίπλα στο κύμα. Η ζέστη ήταν αφόρητη και λαχτάρησα να βουτήξω στα κρυστάλλινα νερά. Όμως, αν και είχα τα απαραίτητα στο αυτοκίνητο, βαρέθηκα τα αλάτια, τους άμμους, τις πετσέτες, τις αλλαγές ρούχων, τα βρεμένα μαλλιά και κυρίως το ότι η κούραση του μπάνιου και το αναπόφευκτο φαγητό ίσως  με απέτρεπαν μετά  να ψάξω για τον άγιο Κωνσταντίνο. Αποφάσισα λοιπόν να γευματίσω, παράγγειλα τα φρέσκα, λαχταριστά ψαράκια (απ’ ό, τι έβλεπα να τρώνε οι υπόλοιποι), απόλαυσα το φαγητό μου με την ησυχία μου και αναχώρησα.
Στο χωριό άγιος Νικόλαος συνάντησα να κάθεται σε μια σκιασμένη, δροσερή αυλή έναν παπά. Τον ρώτησα (μετά τα σχετικά περί του ποια είμαι κ.λπ.) για το πού και πώς θα μπορούσα να βρω το «μοναστήρι» του άγιου Κωνσταντίνου. Ο ιερέας ωστόσο, και με το δίκιο του,  απορούσε και ρωτούσε μεταξύ των άλλων για το τι με έκανε να έχω τόσο μεγάλη επιμονή να βρω αυτό το ξωκλήσι και τις «Αγιαλένες (γιατί τον είχα ρωτήσει σχετικά, αφού η πληροφορία που είχα  ανέφερε για «Αγιαλένη» στην περιοχή).  Κουρασμένη πλέον και από τις τόσες επαναλαμβανόμενες επεξηγήσεις, αντί να κάθομαι να εξηγώ, και μάλιστα σε έναν ιερέα, όλη την ερευνητική μου υπόθεση, ξεμπέρδεψα γρήγορα ―και πειστικά για αυτόν― με το να του πω ότι λόγω του ότι φέρω το όνομα Ελένη, έχω «τάμα» να βλέπω αυτές τις εκκλησίες, κάτι που κακώς ίσως, πλην «κατά συνθήκη» πράττω και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις,  χωρίς όμως και να ψεύδομαι, αφού η δικαιολογία μου δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, εντέλει.



Κέρκυρα, Μαραθιά. Ξωκλήσι άγ. Κωνσταντίνου  (24/7/2005)

Ακολουθώντας τις οδηγίες του ιερέα, ο οποίος επιπλέον με διαβεβαίωσε ότι θα έβρισκα την εκκλησία ξεκλείδωτη, οπότε δεν χρειαζόταν να με συνοδεύσει για να μου ανοίξει, κατευθύνθηκα προς τη Μαραθιά. Ο επαρχιακός δρόμος διασχίζει εδώ μια πανέμορφη κοιλάδα, «κρυμμένη» θα έλεγα, αθέατη από τον κεντρικό δρόμο προς την πόλη της Κέρκυρας όσο και από τα παραλιακά χωριά. Δάσος από πανύψηλα δέντρα και ελαιώνες σκιάζουν όλη τη φιδωτή, όλο στροφές, διαδρομή. Οδηγώντας, είχα τεταμένη την προσοχή μου και στο να διακρίνω το «μοναστήρι», όπως το είχαν αποκαλέσει οι συνομιλητές μου, μέσα σε αυτή την πυκνή βλάστηση. Γνώριζα πλέον εκ πείρας ότι ο χαρακτηρισμός ως «βουνό» της θέσης του άγιου Κωνσταντίνου, το πιο πιθανό θα ήταν να παρέπεμπε σε κάποιο λόφο-σιταρότοπο  με το «μοναστήρι»  στην κορυφή. Κάποιες χτιστές πεζούλες ανάμεσα στις ελιές που πρόδιναν ίσως παλαιότερη καλλιέργεια δημητριακών, άρχισαν να μου δίνουν τα «σημάδια» ότι πλησιάζω. Και όντως, σε λίγο φάνηκε το εκκλησάκι στην κορυφή ενός λόφου, στην άκρη του ελαιώνα. Ένα στενό, ανηφορικό δρομάκι, ανοιγμένο ανάμεσα στην πυκνή σε εκείνο το σημείο βλάστηση από μυρτιές και βαγιές, με οδήγησε σε ένα πλάτωμα στην ανατολική πλευρά του ξωκλησιού, πίσω από την κόγχη του ιερού.  Πρώην αλώνι; Αναρωτήθηκα, αλλά εκτός από το σχήμα του (περίπου κυκλικό) δεν έβλεπα άλλα δεδομένα που να στηρίζουν αυτή την υπόθεση. Ανατολικά απλώνεται μια πλαγιά γεμάτη αμπέλια. Με το που κατέβηκα από το αυτοκίνητο, μια ασβεστωμένη πέτρα που κείτονταν μονάχη πάνω στο χώμα στη βάση της κόγχης του ιερού, μου έδωσε κι άλλο «σημάδι», γιατί έδειχνε πολύ παλιά και πελεκημένη, σαν να ανήκε σε κάποιο παλιότερο οικοδόμημα εδώ. 




Κέρκυρα, Μαραθιά. Ξωκλήσι άγ. Κωνσταντίνου, το τέμπλο (24/7/2005)
 


Κέρκυρα, Μαραθιά. Ξωκλήσι άγ. Κωνσταντίνου, εσωτερικό. Η ΝΑγωνία του ναού με την προσκυνηματική εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης συνδυασμένη με  τους "δίδυμους" Ταξιάρχες , στολισμένη ακόμα με τα λουλούδια της γιορτής τους (24/7/2005)

Ακολουθώντας το βόρειο τοίχο της εκκλησίας, βρέθηκα στη δυτική πλευρά της, σε έναν μικρό  προαύλιο χώρο, αφού εδώ βρίσκεται και η είσοδος του ναΐσκου. Ο νότιος τοίχος ακουμπάει πάνω στην πετρώδη, με κοκκινοκάστανο χρώμα, πλαγιά του λόφου. Αυτή η θέση του ξωκλησιού μοιάζει σαν να έκοψαν  το βράχο σε εκείνο το σημείο για να «ακουμπήσει» ο νότιος τοίχος του και να διαμορφωθεί ο χώρος για την εκκλησία και το προαύλιο. Ανάμεσα μάλιστα στην πέτρα του «βουνού» και στο νότιο τοίχο, υπάρχει ένας πετροχτισμένος, χοντρός τοίχος, ίσως για προστασία του ναΐσκου από υγρασία ή κατολισθήσεις. Ένας μαρμάρινος σταυρός σε μια διαμορφωμένη εσοχή  του βράχου στη ΝΔ γωνία του ναΐσκου, προδίδει την ύπαρξη τάφου, ίσως κάποιου μοναχού, αν και δεν έβλεπα κελιά ή κάποιο άλλο κτίσμα που να δικαιολογεί την ονομασία «μοναστήρι». Όμως, «όσα ξέρει ο νοικοκύρης δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος», και σε λίγο αναγνώρισα τα ασβεστωμένα κατάλοιπα  παλιών πέτρινων τοίχων γύρω στο ναΐσκο και στη βάση της βραχώδους πλαγιάς να  υποδηλώνουν ότι οι ντόπιοι πληροφορητές ήξεραν τι έλεγαν. Με προβλημάτισε επίσης το γεγονός ότι ενώ όλο το εκκλησάκι είναι επιμελώς σοβατισμένο και ασπρισμένο, ένα κομμάτι στη ΒΔ γωνία του, άγνωστο γιατί σε μένα,  είναι επίτηδες ακάλυπτο,  ώστε να φαίνεται η λιθοδομή, που δείχνει πολύ παλιά. Στη βάση του μια ασβεστωμένη μεγάλη πέτρα έδειχνε πελεκημένη, όμοια με αυτήν που είχα δει στην ανατολική πλευρά,  σαν από άλλη χρήση, επίσης. Η πόρτα, στολισμένη ακόμα με μια αποξηραμένη πλέον άνθινη γιρλάντα  που έχει ξεμείνει προφανώς από το στολισμό του ναΐσκου για το πανηγύρι των δύο Αγίων στις 21 Μαΐου, ήταν όντως ξεκλείδωτη και μπήκα μέσα. Πρόκειται για ένα απέριττο εκκλησάκι με ασβεστωμένους τοίχους και μερικές απλές εικόνες, του εμπορίου,  κρεμασμένες πάνω τους. Το τέμπλο είναι χτιστό και η λευκή του επιφάνεια χωρίζεται με βαμμένες καφετιές σανίδες σε τετράγωνα πλαίσια, μεγάλα και μικρότερα, μέσα  στα οποία είναι τοποθετημένες οι δεσποτικές και άλλες εικόνες, μερικές από τις οποίες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Η μεγάλη, προσκυνηματική εικόνα των δύο τιμώμενων εδώ Αγίων βρίσκεται στη ΝΑ γωνία  του ναΐσκου, δίπλα στο τέμπλο, στολισμένη ακόμα (όπως και πολλές άλλες εικόνες) με τα ξερά πια λουλούδια της γιορτής τους. Το δάπεδο επίσης ήταν ακόμα καλυμμένο με διάσπαρτα, ξεραμένα φύλλα πικροδάφνης και πέταλα τριαντάφυλλων.  Φωτογράφισα μέσα και έξω από το «μοναστήρι» και έφυγα, αναρωτώμενη μήπως ήταν όντως η «Αγιαλένη» (κατά τη γραπτή πληροφορία που είχα) τούτο το εκκλησάκι, όνομα που ίσως αντικαταστάθηκε από τους νεότερους με τον πιο «επίσημο» άγιο Κωνσταντίνο, όπως φαίνεται να έχει συμβεί γενικότερα σε τέτοια ξωκλήσια.



  Κέρκυρα, Μαραθιά. Ξωκλήσι άγ. Κωνσταντίνου, ίχνη από τοίχους  (πάνω)  και πελεκημένη πέτρα (κάτω) στο προάυλιο (24/7/2005)
 
Πέρασα έξω από τη Μαραθιά και μετά από λίγο, έχοντας κάνει ένα κύκλο στο ανατολικό τμήμα της νότιας Κέρκυρας, βρέθηκα πάλι στους Αργυράδες και συνέχισα  με προορισμό την πόλη της Κέρκυρας. Όμως, καθώς ήταν ακόμα τέσσερις και κάτι η ώρα, μετά από λίγο αποφάσισα να επισκεφθώ το τελευταίο χωριό του νησιού που είχα πληροφορία ότι έχει ενοριακό ναό αφιερωμένο στον άγιο Κωνσταντίνο, το Κοκκίνι. Ο χάρτης το τοποθετεί στο κέντρο περίπου του μήκους του νησιού, προς τη δυτική παραλία.

Κοκκίνι
Στο χωριό Χρησιίδα έστριψα λοιπόν αριστερά και μετά από πολύ μεγάλη περιπλάνηση, αφού οι πινακίδες στις διακλαδώσεις των δρόμων δεν αναγράφουν το χωριό πριν φτάσεις εκεί,  βρήκα επιτέλους το Κοκκίνι.  Χτισμένο πάνω σ’ ένα ψηλό λόφο κοντά στην παραλία του Έρμωνα, είναι λίγο έξω από τον κεντρικό και πολυσύχναστο δρόμο Κέρκυρας-Παλαιοκαστρίτσας. Ανηφόρισα προς την κατά κορυφή πλατεία του χωριού, όπου ο (κατάκλειστος βεβαίως εκείνη την ώρα) ναός του αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης).
Ένας ηλικιωμένος άνδρας που κατά τα φαινόμενα μόλις είχε ξυπνήσει από τον μεσημεριανό ύπνο του, κατέβαινε μια σκάλα με το φανελάκι. Τον ρώτησα σχετικά με την εκκλησία του αγίου Κωνσταντίνου και με πληροφόρησε ότι παλαιά ήταν ιδιωτική  και ότι  ανήκε σε μια Ενετική οικογένεια, της οποίας τα σπίτια ήταν εκεί, επάνω στην πλατεία. Πως αυτή  η οικογένεια όριζε όλο τον κάμπο που εκτείνεται κάτω από το λόφο και πως είχε τους κατοίκους του χωριού εργάτες, στη δούλεψή της. Με πληροφόρησε επίσης ότι ο παπάς μένει σε άλλο χωριό, αλλά μου υπέδειξε το σπίτι ενός Επίτροπου της εκκλησίας, που είχε κλειδί. 


Κέρκυρα, Κοκκίνι. Η είσοδος  του ναού του αγίου Κωνσταντίνου-"Αγιαλένη" (24/7/2005)

Πήγα και τον βρήκα να πίνει τον απογευματινό καφέ του σε ένα χαμηλό μπαλκονάκι, πάνω σχεδόν στην πλατεία. Όταν του εξήγησα ποια είμαι και τι τον θέλω, μου είπε, με  κάπως θιγμένο ύφος, ότι ακριβώς εκείνη την ημέρα του είχαν αφαιρέσει τα κλειδιά, γιατί είχε οριστεί νέος Επίτροπος!  Με παρέπεμψε ωστόσο στο σπίτι του νέου αυτού Επίτροπου.
Κατηφόρισα μέσα στη φοβερή απογευματινή ζέστη του Ιούλη ένα κλιμακωτό στενό καντούνι, όπου συνάντησα μια νεαρή κοπέλα να ανηφορίζει. Τη ρώτησα σχετικά και προθυμοποιήθηκε  να με πάει η ίδια ως το ποθητό σπίτι!  Εκεί, μάθαμε πως το κλειδί το έχει άλλος, του οποίου το σπίτι γνώριζε η κοπέλα, και επέστρεψα μαζί της στην πλατεία. Εκεί άρχισε να φωνάζει ένα όνομα εμπρός από την κλειστή αυλόπορτα ενός σπιτιού αλλά δεν απαντούσε κανείς. Τότε  στη σκάλα του απέναντι σπιτιού βγήκε μια μεσόκοπη, καλοβαλμένη γυναίκα με το κοντό νυχτικό της (προφανώς την είχαμε ξυπνήσει!) και, αν και δεν μας άξιζε,  μας πληροφόρησε όλο ευγένεια  ότι οι κάτοικοι του σπιτιού δεν πρόκειται να απαντήσουν γιατί θα κοιμούνται ως αργά, επειδή τους είχε τραπέζι η ίδια το μεσημέρι και είχαν αργήσει να ξαπλώσουν! 




 Κέρκυρα, Κοκκίνι. Από πάνω προς τα κάτω: όψεις του ενοριακού ναού του αγίου κωνσταντίνου-"Αγιαλένη" και η θέα από το ναό (24/7/2005)

Η κοπελιά ελευθερώθηκε και συνέχισε το δρόμο της, αφού την ευχαρίστησα. Εξήγησα, ζητώντας και συγγνώμη για την αναστάτωση, στην απορημένη γυναίκα τι ήθελα και έκανα να φύγω. «Μη φεύγεις!», μου είπε, «έχεις πέσει στον κατάλληλο άνθρωπο»!, εννοώντας τον Επίτροπο. Ότι δηλαδή όχι μόνο γιατί είχε το κλειδί αλλά και γιατί  γνωρίζει πολύ καλά την ιστορία του τόπου. Με κάλεσε να ανέβω στο σπίτι της μέχρι να ξυπνήσει ο Επίτροπος. Καθίσαμε σε ένα μικρό μπαλκόνι στο πίσω μέρος του διώροφου σπιτιού, με υπέροχη θέα στον κάμπο και σχετική δροσιά. Με κέρασε κρύο νερό και δροσερό πεπόνι, μέχρι και φάρμακο στο πρησμένο από  το τσίμπημα κάποιου εντόμου πόδι μου, που δεν διέφυγε της προσοχής της, μου έβαλε! Πιάσαμε κουβέντα και έμαθα πως είναι Αθηναία, ότι είχε χηρέψει και πως η αδελφή της που ήταν παντρεμένη εκεί στο Κοκκίνι, της είχε προξενέψει έναν χήρο επίσης, τον οποίο και παντρεύτηκε πρόσφατα και μένει τώρα εκεί, στο σπίτι του.  Ο σύζυγός της δεν εμφανίστηκε.

 
 Κέρκυρα, Κοκκίνι. Ναός του αγίου Κωνσταντίνου, εσωτερικό (24/7/2005)

Για την εκκλησία του αγίου Κωνσταντίνου που την ρώτησα, με διόρθωσε, λέγοντάς μου ότι δεν έχει ακούσει τους ντόπιους να την αποκαλούν «άγιο Κωνσταντίνο» αλλά αγία Ελένη.  Τη ρώτησα αν είναι σίγουρη και επέμεινε αλλά δεν ήξερε κάτι άλλο σχετικά.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, πέρασε η ώρα. Ξύπνησαν κάποια στιγμή και οι απέναντι, όπως αντιλήφθηκε η συνομιλήτριά μου, που είχε το νου της σχετικά. Τους ενημέρωσε για μένα και μετά από λίγο περάσαμε στη σκιερή αυλή τους. Πιάσαμε κουβέντα  (την οποία μαγνητοφωνούσα εν γνώσει τους) με τον Επίτροπο (Κώστας Ασωνίτης, πρώην διευθυντής ΟΤΕ) και αποδείχτηκε παντογνώστης ιστοριοδίφης. Επιβεβαίωσε και αυτός ότι στο Κοκκίνι αποκαλούν την ενοριακή εκκλησία «Αγιαλένη». Ήθελε βέβαια να μάθει γιατί επιμένω τόσο πολύ στην «Αγιαλένη» και όχι στον άγιο Κωνσταντίνο, και μια που ήταν έξυπνος και διαβασμένος, προσπάθησα να του εξηγήσω την ερευνητική μου υπόθεση. Ωστόσο εκτός από ιστοριοδίφης ήταν και πιστός Χριστιανός και βέβαια δεν δεχόταν καμιά αμφισβήτηση της χριστιανικής «αγιότητας» του αγίου Κωνσταντίνου, πόσο μάλλον της αγίας Ελένης. Εν τέλει μου είπε ότι θα βρει και θα διαβάσει το βιβλίο μου όταν εκδοθεί («Μαυρηγή» και Ελένη….) και πως αν δεν τον πείσει, θα μου ασκήσει δημόσια αυστηρή κριτική. Τον ευχαρίστησα για την κουβέντα μας και ιδιαίτερα για τις αντιρρήσεις του, που θα με βοηθούσαν να τεκμηριώσω όσο μπορούσα καλύτερα την ερευνητική υπόθεσή μου, όσο και για την αναμενόμενη στο μέλλον κριτική του.


 Κέρκυρα, Κοκκίνι, ναός αγίου Κωνσταντίνου (και Ελένης) . Η προσκυνηματική εικόνα  των δύο Αγίων, συνδυασμένη (αριστερά) με ¨δίδυμους" καβαλάρηδες Αγίους (24/7/2005)

 Ξεκινήσαμε όλοι μαζί για την εκκλησία (ο Επίτροπος, η γυναίκα του, η νιόπαντρη χήρα και εγώ). Όπως είχα ήδη υποψιαστεί, έξω από την εκκλησία, όπου ή σημερινή πλατεία, ήταν πριν νεκροταφείο, όπως επιβεβαίωσε ο κυρ-Κώστας, το οποίο  έχει μεταφερθεί στον κάμπο (όπως είδα να συμβαίνει και στον άγιο Κωνσταντίνο, στις Νυμφές). Ο κυρ-Κώστας με είχε ήδη πληροφορήσει (και έχει καταγραφεί με τα υπόλοιπα στην κασέτα, όπως και οι άλλες συνομιλίες μου στο νησί) πως την εκκλησία την είχε χτίσει ένας Ενετός stratioti,  μισθοφόρος ιππότης, ο οποίος της είχε και αφιερώσει μεγάλες εκτάσεις για να γλυτώνει τη φορολόγηση  των Ενετών (κάτι που είχα πληροφορηθεί ότι συνέβαινε και με την «Αγιαλένη» στην Κάτω Περίθεια). Του είχα πει ότι εγώ υποψιαζόμουν πως ο εν λόγω Stratioti  πρέπει να έχτισε το σημερινό ναό μάλλον πάνω σε κάποιο εκκλησάκι που θα προϋπήρχε σε αυτή την περίοπτη  θέση,  αλλά εκείνος δεν συμφωνούσε. Λόγω όμως της ονομασίας του ναού από τους ντόπιους ως «Αγιαλένη» και της περίοπτης θέσης του, εγώ κράτησα τις  υποψίες μου, επιφυλασσόμενη να ερευνήσω βιβλιογραφικά  και τι αρχαιολογικά ευρήματα έχουμε τυχόν εδώ. 


Κέρκυρα, Κοκκίνι. Θραύσματα κολώνας στο προαύλιο του ναού του αγίου Κωνσταντίνου (24/7/2005)

Ο ναός εσωτερικά είναι απλός, σχετικά με άλλους που είχα δει, μονόχωρη βασιλική με λευκούς τοίχους και γαλάζιο ταβάνι. Το τέμπλο μαρμάρινο, με γλυπτή τριγωνική απόληξη, φέρει μόνο τις βασικές δεσποτικές εικόνες (του Χριστού, της Παναγίας, του Ιωάννη του Πρόδρομου) και μια με τον καβαλάρη άγιο Δημήτριο στη νότια άκρη  του, δεξιά. Σε γωνία με αυτήν, πάνω στο νότιο τοίχο, είναι τοποθετημένη η αφιερωματική και προσκυνηματική εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, μέσα στο τυπικά κερκυραϊκό, απ’ όσο είχα δει, εντοιχισμένο μεγάλο «στασίδι» με τις  επίχρυσες,  γύψινες κολώνες.  Εδώ όμως, στη βάση της μεγάλης εικόνας του αγίου Δημητρίου, κάποιος ή κάποια  έχει τοποθετήσει και μια δεύτερη, αρκετά μεγάλη, όμοια  εικόνα του  ίδιου καβαλάρη αγίου, έτσι που να έχουμε ένα είδος «δίδυμων» καβαλάρηδων, δίπλα-δίπλα με την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Αυτός ο εικονικός συνδυασμός ενίσχυσε τις υποψίες μου για το ότι κάποιο παλιότερο, χριστιανικό ή μη,  ιερό της «Αγιαλένης» πρέπει να προϋπήρχε σε αυτή τη θέση, ενώ πρόσθεσε άλλη μια περίπτωση στις τόσο συχνά επαναλαμβανόμενες εμφανίσεις του συνδυασμού αυτού μέσα στους ναούς, ώστε να έχει καταστεί σχεδόν τυπικός για μένα.
Αφού ολοκληρώθηκε η ξενάγηση και η φωτογράφιση στο ναό, τους αποχαιρέτισα πια με μύριες ευχαριστίες για το χρόνο και τις πληροφορίες που μου είχαν χαρίσει, υποσχόμενη μάλιστα να στείλω στον κυρ-Κώστα το βιβλίο μου, όταν εκδοθεί.

Παλαιοκαστρίτσα
Είχε σουρουπώσει για τα καλά όταν έφυγα από το Κοκκίνι, μετά τις εννέα, καθώς αργεί να νυχτώσει τέτοια εποχή. Παρόλ’ αυτά, αποφάσισα να επισκεφθώ την περίφημη Παλαιοκαστρίτσα, αφού είναι τόσο κοντά στο Κοκκίνι, να μη φύγω χωρίς να της ρίξω έστω μια βραδινή ματιά,  μια που οι μέρες μου στην Κέρκυρα τελείωναν. Έφτασα γρήγορα εκεί αλλά όσο πλησίαζα, το κυκλοφοριακό κομφούζιο από το πλήθος των επισκεπτών και των παραθεριστών, Κυριακή βράδυ μάλιστα, ήταν απίστευτο, σαν να ήμουν στην πλατεία Ομονοίας στην Αθήνα, σε ώρα αιχμής. Έτσι δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από το δρόμο ούτε στιγμή, ώστε να παρατηρήσω το υπέροχο τοπίο αλλά ούτε και να προσεγγίσω με το αυτοκίνητο την κατάμεστη με κόσμο παραλία. Οι κλεφτές ματιές που κατάφερα να ρίξω, μέσα στην προϊούσα πλέον νύχτα,  μου έδειξαν ένα πανέμορφο τόπο με κλειστούς  κολπίσκους, ξεπουλημένο όμως εντελώς στον τουρισμό και στην τουριστική «ανάπτυξη».  Πισωγύρισα, όπως μπόρεσα, σε μια διασταύρωση και επέστρεψα πολύ αργά στο ξενοδοχείο, στην Κέρκυρα.

Δευτέρα, 25/7/2005

Μετά και την περιήγηση της προηγούμενης ημέρας, ο κύριος σκοπός της «λαογραφικής αποστολής» μου στην Κέρκυρα, να εντοπίσω δηλαδή την «Αγιαλένη» και όσα τυχόν σχετίζονταν με αυτήν, είχε σχεδόν ολοκληρωθεί, οπότε σκόπευα ν’ αναχωρήσω τη μεθεπομένη, την Τρίτη το πρωί.
Η στοχευμένη ερευνητικά «σοδειά» ήταν ευτυχής και πλούσια. Είχα μέσα σε έξι ημέρες  εντοπίσει (εκτός και από την «Αγιαλένη» στον Αχέροντα)  από προφορικές μαρτυρίες και από γραπτές πηγές δέκα συνολικά «Αγιαλένες» (ξέχωρα από τους τέσσερις «αγίους Κωνσταντίνους») στην Κέρκυρα, αριθμό που δεν μπορούσα ούτε καν να υποψιαστώ πριν την επιτόπια έρευνα:  Κανάλια, Μεσογγή, πόλη της Κέρκυρας, Κάτω Κορακιάνα, Παλιοχώρι, Κάτω Περίθεια, Κοκκίνι, Στρινύλας, Άγιος Αθανάσιος, Σγουράδες και δεν ήμουν σίγουρη ότι δεν μου είχαν ξεφύγει ίσως και άλλες.  Είχα επισκεφθεί τις επτά πρώτες και είχα πιστοποιήσει από τους ντόπιους την ύπαρξή τους. Στο Στρυνίλο δεν την είχα βρει, παρόλο που την αναφέρουν οι γραπτές πηγές, ούτε στη Μπούκαρη, όπου όμως ―σε μικρή σχετικά απόσταση― είχα εντοπίσει το «μοναστήρι» του «άγιου Κωνσταντίνου». Στο Κοκκίνι, αντίθετα, αντί του «άγιου Κωνσταντίνου» είχα πιστοποιήσει μιαν ακόμα «Αγιαλένη». Έμενε να επισκεφθώ τις δύο τελευταίες, κατά τις πληροφορίες, αυτές στον Άγιο Αθανάσιο και στους Σγουράδες.  Σκόπευα να το κάνω αυτή την ημέρα, αφού όμως προηγουμένως επισκεπτόμουν την «Μεγαλομάτα» στη Γαρίτσα, που πολύ την είχα αφήσει να περιμένει.

Βλαχέρνα, Μεγαλομάτα
Ξεκίνησα από το «Κανόνι». Δεν ήταν βέβαια δυνατόν να φύγω από την Κέρκυρα χωρίς να αγναντέψω από εκεί το «Ποντικονήσι», όπως κάθε επισκέπτης του νησιού που σέβεται τον εαυτό του. Μου είχε μείνει εξάλλου απωθημένο από τα γυμνασιακά μου χρόνια: όταν εγώ είχα αφήσει, στην έκτη του τότε γυμνασίου, το Γυμνάσιο Λεχαινών για να γίνω μαζί με όλη την οικογένειά μου εσωτερική μετανάστρια στην Αθήνα, οι πρώην συμμαθητές και αγαπημένοι φίλοι μου στην ογδόη τάξη είχαν πάει εκδρομή στην Κέρκυρα, από όπου μου είχαν στείλει στην Αθήνα φωτογραφίες με φόντο το Ποντικονήσι και είχα σκάσει από το κακό μου που δεν ήμουν και ‘γώ  μαζί τους.


Κέρκυρα, ¨Κανόνι". το νησάκι με τη μονή της Βλαχέρνας  και αριστερά το Ποντικονήσι (25/7/2005)

Στον τοπογραφικό χάρτη της Παλαιόπολης, το νησάκι της Βλαχέρνας μοιάζει με σταγόνα νερού που τρεμουλιάζει να πέσει από την  άκρη τού, ωσάν σουβλερός σταλακτίτης, ακρωτήριου «Κανόνι». Εγώ το είδα δια ζώσης λουσμένο στο πρωινό φως του ήλιου, να λάμπει κατάλευκο μέσα στη μπλε θάλασσα με φόντο το καταπράσινο  Ποντικονήσι. Η λευκότητά του οφείλεται στο ασβεστωμένο, μικρό  μοναστήρι  της Βλαχέρνας, που το καλύπτει σχεδόν ολόκληρο.  Διέσχισα τη γέφυρα που συνδέει το νησάκι με το Κανόνι και καθ’ οδόν παρακάλεσα μια τουρίστρια που συνάντησα να με απαθανατίσει φωτογραφικά με φόντο και το Ποντικονήσι, παίρνοντας  επιτέλους  τη ρεβάνς  (μετά από πενήντα χρόνια!) για κείνη την παλιά εκδρομική φωτογραφία  των φίλων μου. Ταυτόχρονα αυτή η φωτογραφία που μου έβγαλε η πρόθυμη τουρίστρια, είναι και το μοναδικό ντοκουμέντο ότι βρέθηκα αυτοπροσώπως στην Κέρκυρα, παρ’ όλες τις εκατοντάδες φωτογραφίες που τράβηξα εγώ η ίδια εκεί.  



 Κέρκυρα, Κανόνι.  Η γράφουσα έξω από τη μονή της Βλαχέρνας (25/7/2005)

Η είσοδος στον περίβολο ήταν ακόμα στολισμένη με την ξεραμένη πλέον λουλουδένια γιρλάντα από το πανηγύρι της μονής, που γιορτάζει στις 2 Ιουλίου. Μπήκα μέσα. Στο κελί αριστερά της εισόδου που τώρα χρησιμεύει σαν πωλητήριο θρησκευτικών και τουριστικών αναμνηστικών από την Κέρκυρα, ρώτησα την μεσόκοπη ντόπια γυναίκα που πουλούσε αυτά  τα είδη, γιατί γιορτάζει τότε. «Α, αυτή είναι ιδιαίτερη, δική μας  Παναγία», μου απάντησε, «και έχει δικό της πανηγύρι, στις 2 Ιουλίου, αυτή εδώ και η Βλαχέρνα η “Μεγάλη”, στη Γαρίτσα, γιορτάζουν τότε»

 Κέρκυρα, Κανόνι. Η είσοδος της μονής της Βλαχέρνας (25/7/2005) 

Η απάντησή της με έκανε να συλλογιστώ ότι οι δύο «Βλαχέρνες» που ορίζουν από βορρά και νότο τη χερσόνησο του Κανονιού, όπου η Αρχαία Κέρκυρα και η Γοργώ (και παραδίπλα η «Μεγαλομάτα»-«Αγιαλένη») είναι «ιδιαίτερες», «δικές» τους «Παναγίες» που γιορτάζουν μαζί, σε άλλη γιορτή από τις «κανονικές» Παναγίες! Μου ήρθε στο νου ο συνδυασμός  των αγ. Κωνσταντίνου και Ελένης με την Βλαχέρνα στις Νυμφές αλλά και η "δική μας" κυρά-Βλαχέρενα, στην Κυλλήνη. Μήπως λοιπόν στεριώνει καλύτερα εδώ  η υποψία μου ότι το «Βλαχέρνα» δεν σχετίζεται με «βλάχους», κτηνοτρόφους ή  άλλους, αλλά  ότι ίσως να έχει ετυμολογική σχέση με τη ρίζα Fωλ  Fορ Γορτου ονόματος Ελένη (δηλαδή Βλαχέρνα=Ελενίστρα, κατά ένα τρόπο, «ο τόπος της Ελένης» όπως η Παναγία στην Κορώνη) και του προσηγορικού Fορθία (από το Άρτεμις Ορθία), που σκέφτηκα  σχετικά και με τη σχέση Γοργούς –Ελένης-Αρτέμιδος ;  Και κατ’ επέκταση ότι πίσω από όλες αυτές τις γυναικείες ιερές μορφές (Γοργώ, Άρτεμις, Ελένη, Αγιαλένη, Μεγαλομάτα, Παναγία Βλαχέρνα) κρύβεται εδώ μια και η αυτή, η θεά-Μητέρα-Ελένη; Πρέπει να δω και τα περί της μονής Βλαχερνών, στην Πόλη, σκέφτηκα. Στην "πόλη του Κωνσταντίνου" την Κωνσταντινούπολη, παραδίνεται ιστορικά πως έδρασε η αγία Ελένη, άλλωστε, ενώ η αγία Σοφία, που έχτισε ο Κωνσταντίνος  εκεί, αν και υποτίθεται ότι είναι αφιερωμένη σε αφηρημένη έννοια, την Σοφία του θεού, απεικονίζεται στους ναούς ως μάνα με τρεις κόρες, αναδεικνύοντας μητρο-θυγατρική σχέση.  Κσθώς αυτές οι σκέψεις με πήγαιναν πολύ μακριά και σε αυθαίρετες ίσως υποθέσεις, επικεντρώθηκα στην παρατήρηση της εκκλησίας της Βλαχέρνας που είχα μπροστά μου.




 Κέρκυρα, Κανόνι. Εσωτερικό του ναού της Βλαχέρνας. Το τέμπλο (25/7/2005)

Μπήκα με αυτές τις σκέψεις στο μικρό καθολικό της μονής. Η προσκυνηματική εικόνα της Παναγίας με τη μορφή της σκούρα, σχεδόν «μαύρη», βρίσκεται πάνω στο τυπικό στην Κέρκυρα χρυσοποίκιλτο στασίδι στη ΝΑ γωνία του ναού, δίπλα στο τέμπλο και είναι φορτωμένη τάματα, κρεμασμένα από μια κατακόκκινη κορδέλα, ενώ την πλαισιώνουν δύο βάζα με φρέσκα λουλούδια. Πάνω από τον  αριστερό ώμο  της Παναγίας, αρκετά χαμηλότερα  από το πρώτο σκέλος της  τυπικής  συντομογραφίας «ΜΡ  ΘΟΥ» (Μήτηρ Θεού) που αναγράφεται ένθεν και ένθεν της κεφαλής της  Παναγίας (δηλαδή εδώ κάτω από το Μ[ήτη]Ρ), γράφει: «Η  Κυρία Η Βλαχέρνα». 




  Κέρκυρα, Κανόνι. Η προσκυνηματική εικόνα  της Παναγίας της "κυρά-Βλαχέρνας" (25/7/2005)

Η επιγραφή αυτή, με τον τρόπο και τη θέση που είναι γραμμένη, είναι ωσάν να αφορά και μια άλλη, πλην ταυτόσημη,  μητρική ιερή μορφή, μαζί με την  Παναγία! Σαν απάντηση σε αυτές τις σκέψεις, πάνω στο νότιο αυτό τοίχο, λίγο παρακάτω  (δηλαδή αν αφαιρέσουμε την προεξοχή μιας αψίδας σε κείνο το σημείο, δίπλα από την εικόνα «της Κυρίας της Βλαχέρνας»), είδα τοποθετημένη ψηλά, πάνω από το ξύλινο πλαίσιο των καθισμάτων, μια μικρή εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, δίπλα της έναν καβαλάρη άγιο που δεν ξεχώριζα ποιος είναι  και λίγο παρακάτω και δεύτερο  καβαλάρη άγιο!  Άραγε κάποιο γυναικείο (πιθανότατα) χέρι που «ξέρει» (χωρίς όμως να το «γνωρίζει» συνειδητά) ότι όλες αυτές οι ιερές μορφές «πάνε μαζί», να τοποθέτησε έτσι τις εικόνες; Ίσως όλ’ αυτά να είναι τυχαία βέβαια, αλλά κρίνω ότι είναι συνδυαστικά πάρα πολλά για να μη μας προβληματίσουν. Το γεγονός μάλιστα ότι η μικρή αυτή εκκλησία δεν έχει τόσες πολλές εικόνες που να καλύπτουν όλα τα δογματικά θέματα και τους πλέον σημαντικούς άγιους, έδινε για μένα μια ιδιαίτερη σημασία στο ότι οι πιστοί επέλεξαν να τοποθετήσουν την εικόνα των  αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης εκεί και στη συνέχεια τους δύο καβαλάρηδες αγίους (που μάλιστα. απ' όσο μπορούσα να δω, δεν είναι οι Γεώργιος και Δημήτριος). 



Κέρκυρα, Κανόνι. Εσωτερικό του ναού της Βλαχέρνας. Η εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (πάνω) και δύο καβαλάρηδων αγίων (25/7/2005)

Έφυγα συγκινημένη και από τούτη τη σημαδιακή «επιφάνεια» και κατευθύνθηκα προς τη Γαρίτσα, να συναντήσω πρώτα την Βλαχέρνα και μετά την «Μεγαλομάτα». Βρήκα αμέσως την πρώτη, αφού είναι πάνω στον κεντρικό δρόμο που οδηγεί από την παραλία της Γαρίτσας προς  το αεροδρόμιο και είχα περάσει ήδη εμπρός της πολλές φορές, χωρίς να τραβήξει την προσοχή μου, αφού δεν γνώριζα την ύπαρξή της αλλά και γιατί σε κείνο το σημείο, λόγω της εισόδου του αεροδρόμιου, η κίνηση είναι πυκνή και απαιτεί προσοχή στην οδήγηση. 


Κέρκυρα. Ο ναός της "μεγάλης" Βλαχέρνας  στη Γαρίτσα (25/7/2005)

Πρόκειται για μονή, μέσα σε ένα χαμηλό περίβολο, κατάφυτο από λουλούδια. Ο ναός περιποιημένος, φρεσκοβαμμένος καθώς επίσης και ένα διπλανό οίκημα που φαινόταν να του ανήκει. Όμως ήταν κατάκλειστος, όπως και το διπλανό οίκημα, όπου, όπως με πληροφόρησαν κάτι περαστικές γειτόνισσες,  μένει ο παπάς. Οι ίδιες γυναίκες μου είπαν ότι οι Κερκυραίοι σέβονται πολύ τη μονή και ότι το πανηγύρι της στις 2 Ιουλίου, είναι από τα πιο μεγάλα σε όλη την  Κέρκυρα. Αυτές οι πληροφορίες ενίσχυσαν τις υποθέσεις που είχα κάνει στην Βλαχέρνα, στο Κανόνι, πολύ περισσότερο που είχα επισημάνει στο χάρτη αρκετές «Βλαχέρνες» σε όλο το νησί. Αυτή μάλιστα στις Νυμφές να ταυτίζεται ναϊκά (και συμβολικά, επομένως) με τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη πάνω σε αρχαίο ναό! Η γειτνίαση δε αυτής εδώ με το ναό της Γοργούς-Αρτέμιδος, την «Μαυρομάτα» και την «Αγιαλένη» στα Κανάλια όσο και η σχέση ανάμεσα στις δύο τελευταίες,  ήταν το πιο ισχυρό κριτήριο για μένα ότι πρόκειται για αρχαίες και νεότερες συμβολικές όψεις της Μητέρας-Γης. 


Κέρκυρα. Κανάλια. Το ξωκλήσι της Παναγίας της "Μεγαλομάτας" (25/7/2005)

Ρώτησα κάποια από τις γυναίκες αν ήξερε πού ακριβώς είναι η «Μεγαλομάτα».  Της φάνηκε πολύ περίεργο που την ήξερα εγώ, μια ξένη. «Εδώ δεν την ξέρουμε καλά-καλά εμείς οι ντόπιοι», μου  απάντησε, «μόνο οι γυναίκες εδώ στη Γαρίτσα και στα Κανάλια,  εσύ πού την ξέρεις;» Αναλογίστηκα για μιαν ακόμα φορά, κάτι που συνεχώς μου διαφεύγει, καλώς ή κακώς,  μέσα στη διαδικασία και τη σπουδή της επιτόπιας έρευνας ωσάν να είναι αυτονόητο. Το πόσο δηλαδή «περίεργη» πρέπει να είμαι στα μάτια των συνομιλητών μου ως μια γυναίκα ξένη, που εμφανίζεται μπροστά τους από το πουθενά και ρωτάει απίθανα ή «περίεργα» πράγματα.  Και όμως δεν αργούν να ανταποκριθούν και μάλιστα να προσφέρουν συνήθως με προθυμία τις όποιες γνώσεις τους ή και να με φιλοξενήσουν ακόμα. Της είπα λοιπόν πού και πώς είχα ακούσει για την «Μεγαλομάτα» και εκείνη με ενημέρωσε ότι όντως, όπως και γνώριζα ήδη, πρόκειται για ένα μικρό εκκλησάκι απέναντι από την είσοδο του αεροδρόμιου και ότι θα το εύρισκα πολύ εύκολα, αφού φαινόταν κι από το δρόμο. Τις ευχαρίστησα όλες και ξεκίνησα προς αναζήτηση της «Μεγαλομάτας», αγχωμένη, καθώς εγώ βέβαια δεν είχα την ίδια εξοικείωση με το συγκεκριμένο χώρο που είχαν εκείνες και αμφέβαλα αν θα την βρω, δεδομένου ότι μέρες τώρα, όποτε περνούσα από εκεί προσπαθούσα να την εντοπίσω με το βλέμμα αλλά δεν τα είχα καταφέρει.  Οδηγούσα με τεταμένη προσοχή, δεδομένου ότι εκεί ακριβώς είναι ο κυκλοφοριακός κόμβος για το αεροδρόμιο, τη Γαρίτσα, την πόλη της Κέρκυρας τη βόρεια αλλά και τη νότια Κέρκυρα, με κύριο τουριστικό προορισμό τις Μπενίτσες και το Αχίλλειο, με πυκνή κίνηση προς  όλες αυτές τις κατευθύνσεις. Μου ήταν λοιπόν δύσκολο να κοιτάζω να εντοπίσω την «Μεγαλομάτα» αλλά και να βρω σε ποιο ακριβώς δρομάκι να στρίψω. Έστριψα τελικά σε λάθος δρόμο και βρέθηκα αλλού γι’ αλλού, σε έναν άλλο πολυσύχναστο δρόμο διπλής κατεύθυνσης. Στην προσπάθειά μου να γυρίσω πίσω, έστριψα σε μια μεγάλη εσοχή δίπλα στο δρόμο εμπρός από μια μεγάλη αυλόπορτα. Κάνοντας όπισθεν, η μία ρόδα του αυτοκινήτου βρέθηκε στον αέρα πάνω από ένα χαντάκι, καθώς η «εσοχή» όπου είχα στρίψει για να κάνω όπισθεν, ήταν ένα τσιμεντένιο γεφύρι που κάλυπτε το βαθύ, τσιμεντωμένο αυλάκι!  Το αυτοκίνητο είχε ακινητοποιηθεί με το μισό σχεδόν σώμα του πάνω στον δρόμο διπλής κατεύθυνσης, δημιουργώντας κομφούζιο στην πυκνή  κυκλοφορία. Πανικοβλήθηκα από το πρόβλημα  που είχα προκαλέσει, τα κορναρίσματα  και τις φωνές των οδηγών (και μάλιστα σε γυναίκα οδηγό),  αναλογιζόμενη επιπλέον και τι ζημιά μπορεί να είχε πάθει το αυτοκίνητο, πόσο θα μου στοίχιζε (δεν προβλέπεται αποζημίωση από την υπηρεσία σε ατυχήματα και δεν είχα μικτή ασφάλεια), αν θα μπορούσα να συνεχίσω τη δουλειά μου και πότε. Τηλεφώνησα στην οδική βοήθεια, όπου ευτυχώς είχα συνδρομή και έφτασαν σύντομα. Τράβηξαν το βαρύ αυτοκίνητό μου και όταν η ρόδα που είχε βγει έξω από το γεφύρι πάτησε στο τσιμέντο, το αυτοκίνητο κύλισε κανονικά πάνω στο δρόμο, χωρίς να έχει πάθει καμιά ζημιά, όπως με διαβεβαίωσαν οι άνθρωποι της οδικής βοήθειας που το δοκίμασαν εκεί, ενώ οι άλλοι οδηγοί κόρναραν  και φώναζαν ακόμα. 


Κέρκυρα. Κανάλια . Η Παναγία η "Μεγαλομάτα", δυτική όψη και το καμπαναριό (25/7/2005)


 Κέρκυρα. Κανάλια . Η Παναγία η "Μεγαλομάτα", ανατολική όψη (25/7/2005)

  
Κέρκυρα. Κανάλια . Το αεροδρόμιο και το δάσος της Παλαιόπολης και του "Μον Ρεπό", όπως φαίνονται από την Παναγία τη "Μεγαλομάτα" (25/7/2005)

Ο νεαρός οδηγός του φορτηγού  της οδικής βοήθειας, αφού τραβήξαμε τα αυτοκίνητα στην άκρη και αποκαταστάθηκε η κυκλοφορία,  με ρώτησε πώς βρέθηκα εκεί και την έπαθα έτσι. «Άσε, του είπα, ψάχνω μια εκκλησία εδώ γύρω, την Μεγαλομάτα, αλλά δεν ξέρω την περιοχή, αγχώθηκα και την πάτησα». «Την Μεγαλομάτα»; μου λέει εκείνος, «νάτη, πίσω σου είναι!» Όντως, πίσω από το σημείο όπου είχα πέσει, προεξείχε ένας μικρός λόφος με ένα εκκλησάκι επάνω. Την είχα ήδη προσπεράσει, χωρίς να τη δω! «Και εσύ πού την ξέρεις;»  τον ρώτησα απορημένη με τη σειρά μου, αφού οι γυναίκες μου είχαν πει ότι μόνο οι κοντινοί την γνωρίζουν. «Α, εγώ εδώ μένω», μου απάντησε, «εδώ δίπλα είναι το σπίτι μου, την ξέρω τη Μεγαλομάτα»! Τι να έλεγα; Ότι η Μεγαλομάτα έκανε το θαύμα της; 
Πλησίασα, απτόητη, παρά το πάθημά μου, το ύψωμα όπου  βρίσκεται η εκκλησία,  ανάμεσα στο δρόμο που οδηγεί στην είσοδο του αεροδρόμιου και σε μία εντελώς καινούρια λεωφόρο  που οδηγεί  στη νεόχτιστη, εργατική συνοικία «Κουλίνες». Σταμάτησα στη βάση του λόφου και  έπιασα κουβέντα με μια περαστική γερόντισσα.  Με πληροφόρησε ότι μέχρι πριν λίγο καιρό, ο λόφος με το εκκλησάκι ήταν πνιγμένος στα βάτα και ότι ο ναΐσκος  ήταν εγκαταλελειμμένος, κλειστός κι απεριποίητος,  αθέατος σχεδόν μέσα στα θεριεμένα βάτα και ότι οι μπουλντόζες που είχαν ανοίξει το νέο  δρόμο, είχαν  καθαρίσει και το λόφο της Μαυρομάτας. Με πληροφόρησε επίσης ότι στην καινούρια συνοικία «Κουλίνες» έχουν νεόδμητη εκκλησία που την αφιέρωσαν στην αγία Ελένη, επηρεασμένοι, υπέθεσα εγώ, από την κοντινή «Αγιαλένη» στα Κανάλια.  Της έκανε μεγάλη εντύπωση και αυτής και είχε συγκινηθεί μάλιστα από το γεγονός  ότι αναζητούσα το γνωστό μόνο στους γείτονες  και λησμονημένο εκκλησάκι. Μου έδωσε χίλιες ευχές να με προστατεύει η «Μεγαλομάτα», η οποία,  απ’ ό, τι κατάλαβα, χαίρει μεγάλου σεβασμού από τους γύρω κατοίκους. Μου είπε και αυτή  ότι η εκκλησία είναι ιδιωτική και ότι οι ιδιοκτήτες μένουν στην Αθήνα και έρχονται πολύ σπάνια.
Την ευχαρίστησα για όλα και ανηφόρισα προς το εκκλησάκι, που έδειχνε παλιό και απεριποίητο, ότι είχε χρόνια να βαφτεί σε αντίθεση με όλα τα φρεσκοβαμμένα εκκλησάκια που  είχα δει μέχρι τώρα στο νησί. Η μπουλντόζα που είχε καθαρίσει τα βάτα, είχε σκάψει και το έδαφος σύρριζα στον χαμηλό, χτιστό περίβολο και δυσκολεύτηκα να σκαρφαλώσω και να  μπω μέσα. Τελικά τα κατάφερα να ανέβω στο μικρό προαύλιο, αφού γέμισα χώματα τα ρούχα μου. Από  το ύψος του λόφου αγνάντευα το αεροδρόμιο και τη λιμνοθάλασσα που ήταν κάποτε το αρχαίο λιμάνι, το Κανόνι, τη δασωμένη Παλαιόπολη και το Δημοτικό Νεκροταφείο της πόλης της Κέρκυρας που πρέπει να συμπίπτει σχεδόν με το αρχαίο νεκροταφείο που ήταν σε εκείνο το σημείο, σύμφωνα με τον αρχαιολογικό οδηγό, έξω από τα βόρεια τείχη.  Και όλα αυτά κοντά στον αρχαίο ναό της Αρτέμιδος-Γοργούς,  στην Αγιαλενη στα Κανάλια (όπου βρίσκεται η «ευρεθείσα» εδώ, στην «Μεγαλομάτα», εικόνα της «Αγιαλένης» και από όπου την λιτανεύουν ως εδώ και πίσω), στην Βλαχέρνα της Γαρίτσας, στην «Κυρία Βλαχέρνα». Ένα πρόσκτισμα στο βόρειο τοίχο του ναού έδειχνε ότι έχει  και βοηθητικούς χώρους, ενώ το καμπαναριό στέκει εμπρός από τη δυτική πλευρά, όπου και η είσοδος. Δυστυχώς δεν μπορούσα να δω κάτι από το εσωτερικό και αφού φωτογράφισα απέξω το ναό και ό, τι φαίνεται από εκεί πάνω από τη γύρω περιοχή, έφυγα. Κατεβαίνοντας παρατήρησα προσεκτικά την τομή στο χώμα που έχει κάνει η μπουλντόζα, μήπως δω τίποτε παλιότερα οικοδομικά ίχνη. Εκτός από κάτι όστρακα κεραμιδιών που μπορεί να μην είναι και πολύ παλιά, δεν είδα κάτι άλλο.
 Εκείνη τη στιγμή ένας νεαρός άνδρας πάνω σε μηχανάκι σταμάτησε δίπλα μου, και κοιτώντας με ύποπτα, με ρώτησε παραξενεμένος αν ψάχνω για κάτι. Του εξήγησα όσο μπορούσα τα σχετικά και μου είπε ότι αυτός έχει ξυλουργείο εκεί δίπλα στην εκκλησία και ότι έχει κατά κάποιο τρόπο τη «Μεγαλομάτα» υπό την προστασία του. Ότι τη σέβεται πολύ και ότι συμμετέχει κάθε χρόνο στη λιτάνευση της εικόνας από και προς τα Κανάλια. Ωστόσο ούτε αυτός είχε κλειδί. Κατά τη γνώμη του, η εκκλησία δεν είναι πολύ παλιά και ότι χτίστηκε το 1929, στηρίζοντάς τη και στο γεγονός ότι δεν έχει κεραμοσκεπή αλλά στέγη από «ελενίτ», που θεωρεί ότι είναι και η αρχική σκεπή της. Τα κεραμίδια που είχα μόλις δει δεν μου επέτρεπαν να συμμεριστώ την άποψή του. Τον ευχαρίστησα και έφυγα, αφήνοντας τη «Μεγαλομάτα» κλειδωμένη στο ναό της, χωρίς να την αντικρίσω. 
Εντωμεταξύ είχε μεσημεριάσει πια και δεν γινόταν να ξεκινήσω για τις δύο «Αγιαλένες» που μου είχαν μείνει, όπως σκόπευα, γιατί μέχρι και να φτάσω εκεί δεν θα εύρισκα κανέναν μέσα στο μεσημέρι, οπότε ανέβαλα  την επίσκεψη για το απόγευμα. Τώρα που είχα τελειώσει με την «Μεγαλομάτα», μου βγήκε ξανά η ταραχή από το ατύχημα και ξαφνικά ένοιωσα πολύ κουρασμένη, δεδομένης και της κούρασης και της έντασης που είχα συσσωρεύσει όλες τις προηγούμενες  ημέρες, λόγω και της ηλικίας μου, βέβαια. «Η μοναξιά του δρομέα των μεγάλων αποστάσεων» ήρθε στο νου μου, καθώς δεν είχα και κάποιον εκεί να μοιραστώ την κούραση και τη στενοχώρια μου. Προτίμησα λοιπόν, για να χαλαρώσω, αντί να κλειστώ στο δωμάτιο του ξενοδοχείου για μεσημεριανό ύπνο, να αφιερώσω το μεσημέρι μου στην πανέμορφη πλατεία της Σπιανάδας όπου θα  γευμάτιζα  αλλά και να επισκεφθώ τα μουσεία που είναι εκεί, όσο και το παλιό Ενετικό φρούριο.


Ξεκίνησα από το τελευταίο και από  μια αίθουσα βυζαντινής χριστιανικής τέχνης που έχει εκεί.  Στο ψηφιδωτό δαπεδο που έχει διασωθεί από την παλαιοχριστιανική βασιλική που χτίστηκε στην Παλαιόπολη (την οποία και είχα δει κατά την εκεί επίσκεψή μου) και εκτίθεται στο μουσείο, παριστάνεται μεταξύ άλλων, ως κεντρικό αλληγορικό μοτίβο, ένας κόκορας να βατεύει μια κότα. Κατεξοχήν γονιμικό σύμβολο η εικονιζόμενη σκηνή, μου έφερε στο νου το συμβολικό ζευγάρι του «δυνατού» (από το λατινικό constans) Κωνσταντίνου-«Κότη» (κότης= υποκοριστικό του Κωνσταντίνος αλλά και κόκορας) και της  γεννημένης από αβγό Ελένης-«κότας»  (ως κόρης του κύκνου,  δηλαδή  ενός πτηνού, ενός  εξευγενισμένου κόκορα σε επίπεδο σημείου, εν τέλει) που εγώ, με τα δικά μου «ερευνητικά μάτια» έβλεπα τόσες ημέρες πίσω από την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στις εκκλησίες της «Αγιαλένης». Είδα επίσης υπέροχες συντηρημένες τοιχογραφίες από τους Ταξιάρχες της Κορακιάνας, όσο και από άλλους βυζαντινούς ναούς του νησιού. 



Ο ναός του αγίου Γεωργίου στο φρούριο ήταν κλειστός φυσικά και αφού αγόρασα από το εκεί πωλητήριο βιβλία αλλά  και μπόλικες κάρτες (κυρίως με το αέτωμα της Γοργούς) ως  αναμνηστικά δώρα από την Κέρκυρα για τις δύο κόρες μου, συγγενείς, φίλους και συναδέλφους, κάθισα στο δημοτικό αναψυκτήριο της Σπιανάδας για φαγητό. 
Άλλαξε η διάθεσή μου πάραυτα και ένοιωσα ευτυχής, καθώς το αναψυκτήριο είναι μέσα στον κήπο, δίπλα στο ενετικό «Παλάτι» και είχα θέα προς το φρούριο αλλά και προς το πανέμορφο Ιόνιο και το κανάλι που χωρίζει το φρούριο από την πόλη, μέσα στο οποίο περιδιάβαιναν και βάρκες με τουρίστες. Άμαξες επίσης με τουρίστες περιδιάβαιναν στην πλατεία, συνοδευόμενες  με το ρυθμικό ήχο των πέταλων των αλόγων πάνω στο πέτρινο οδόστρωμα. Χάζευα χαλαρωμένη μέσα στο υπέρλαμπρο μεσημεριανό φως και τη φοβερή ζέστη, που μετρίαζε κάπως η θαλασσινή αύρα και η σκιά της πέργκολας. Κάποια στιγμή,  πρόσεξα ότι η θορυβώδης  μεγάλη παρέα που γευμάτιζε σε κάποια από τα διπλανά τραπέζια, ήταν μέλη του  θίασου  των ηθοποιών που το ίδιο βράδυ θα έδιναν παράσταση αρχαίου δράματος με τον «Ορέστη» του Ευριπίδη, στο θέατρο του Μον-Ρεπό. Συνέτρωγε μάλιστα και η πρωταγωνίστρια που θα έπαιζε το ρόλο της Ηλέκτρας, η πασίγνωστη ηθοποιός Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, η παρουσία της οποίας με έκανε να καταλάβω και τα υπόλοιπα, καθώς έβλεπα όλες αυτές τις ημέρες και σχετικές διαφημιστικές αφίσες σε όλο το νησί. «Δεν γλυτώνω από την Ελένη, ό, τι και να κάνω», σκέφτηκα, δεδομένου του ένοχου ρόλου της «ωραίας Ελένης» στο εν λόγω δράμα αλλά και της τελικής της αποθέωσης! Αυτό θα πει επαγγελματική αρρώστια, σκέφτηκα,  αφού, άθελά μου, οι συλλογισμοί μου ξαναγύρισαν έτσι στην ερευνητική μου υπόθεση.
Η Κέρκυρα (και τα άλλα Επτάνησα), εξαιρείται από την Τουρκοκρατία και τον Μουσουλμανισμό ως επίσημη θρησκεία πάνω της και, αν και γνώρισε σκληρή κατοχή από Δυτικούς Χριστιανούς, έχει ερευνητικό ενδιαφέρον και ως προς τη «μακρά διάρκεια» των πολιτισμικών της φαινομένων  και από αυτή την άποψη. Μέσα στο πλέγμα των χριστιανικών και προ-χριστιανικών γυναικείων και ανδρικών ιερών μορφών, των τοπωνύμιων, των ιερών τοπίων, των ιερών κτισμάτων και των εικονικών αναπαραστάσεων, των μύθων και των εν γένει προφορικών αφηγήσεων και της τελετουργικής παράδοσης, έβλεπα τούτες τις ημέρες να αναδεικνύεται επίμονα, μέσα στο σύγχρονο πολιτισμό και στο χριστιανικό θρησκευτικό πλαίσιο, η διαχρονική παρουσία της θεάς -Μητέρας στο νησί.  Ήμουν συγκρατημένα ενθουσιασμένη όχι μόνον από το πλήθος  των ιερών τόπων  της «Αγιαλένης» εδώ αλλά και από τα σταθερά επαναλαμβανόμενα συμβολικά, αρχαιολογικά και παραγωγικά συμφραζόμενα της παρουσίας της.
Κατά τις πέντε πήρα το δρόμο με κατεύθυνση βόρεια, προς τα χωριά Σγουράδες και Άγιο Αθανάσιο όπου η ενετική απογραφή του 1723 κατέγραφε από μια «Αγιαλένη», αν και μετά την περίπτωση του Στρυνίλου και λόγω της έλλειψης και προφορικής, σύγχρονης μαρτυρίας για αυτές, αμφέβαλα  αν θα εύρισκα κάτι.
Είχα προχωρήσει αρκετά, όταν ένοιωσα μια δυσφορία στην αναπνοή, ένα πνίξιμο και συνακόλουθα μια έκρηξη βήχα, που προμήνυε κρίση του άσθματος από το οποίο υποφέρω και μ’  εμπόδιζε να οδηγήσω.  Παρά τη συνήθη τακτική μου, να αψηφώ τέτοιες προειδοποιήσεις, συμπεραίνοντας ότι δεν ήταν άσχετο και με την όλη κούρασή μου, την υγρασία του νησιού,  τη ζέστη και τα πρωινά συμβάντα, αποφάσισα να λάβω σοβαρά υπόψη τα συμπτώματα και να εγκαταλείψω την προσπάθεια να βρω και τις αμφίβολες τελευταίες «Αγιαλένες», πριν χειροτερέψουν τα πράγματα και δεν μπορώ να οδηγήσω. Το πρωινό δυσάρεστο συναίσθημα επανήλθε δριμύτερο και έδιωξε την ευφορία της μεσημεριανής ανάπαυλας, ενώ ένα δυσμενές προαίσθημα για κάτι κακό με κατέκλυσε. Έκανα τις απαραίτητες εισπνοές από το φάρμακο που  έχω πάντα μαζί μου και όταν ένοιωσα καλύτερα, επέστρεψα στο ξενοδοχείο. Τηλεφώνησα στην μητέρα μου για να βεβαιωθώ ότι είναι καλά, λόγω της έγνοιας που την είχα και του κακού προαισθήματος που με κατέκλυζε. Όταν βεβαιώθηκα ότι όλα ήταν εντάξει,  ετοιμάστηκα σιγά-σιγά με βαριά καρδιά για την αναχώρηση από το νησί (πάντα "όταν φεύγεις πεθαίνεις λιγάκι"), αφού την είχα ήδη  προγραμματίσει για την επομένη το πρωί.  Τότε συνειδητοποίησα ότι αυτό που κυρίως μου έφταιγε, ήταν μάλλον το γεγονός ότι είχε μόλις ολοκληρωθεί η τελευταία «εντεταλμένη λαογραφική αποστολή» μου και ότι μαζί της τέλειωνε και μια επαγγελματική πορεία τριανταπέντε χρόνων υπηρεσίας στην Ακαδημία Αθηνών, αφού τον Σεπτέμβρη θα υπέβαλα αίτηση για συνταξιοδότηση. Κουραστική, ενίοτε και εξοντωτική η επιτόπια έρευνα, αλλά τόσο δημιουργική και ανανεωτική επιστημονικά, υπήρξε πολύτιμο κομμάτι της ζωής μου όλα αυτά τα χρόνια. Μήπως λοιπόν η «κρίση άσθματος» οφειλόταν και στην υπαρξιακή κρίση που υπέβοσκε αυτές τις μέρες χωρίς να το συνειδητοποιώ;  Αντί να παίζω τον Φρόυντ, αποφάσισα να βγω για  αποχαιρετιστήρια βραδινή βόλτα και δείπνο στην  παλιά πόλη, βόλτα που  με αναζωογόνησε και σκόρπισε τις κακές σκέψεις. Συλλογιζόμουν ωστόσο  μήπως εκτός από  τις δύο "Αγιαλένες" που δεν είχα εντοπίσει την προηγούμενη ημέρα υπήρχαν και άλλες που δεν είχα τον  καιρό να ψάξω  σε αυτό τον αγώνα δρόμου.  Αμφέβαλλα και για το αν οι σκέψεις μου σχετικά με την "Αγιαλένη" έστεκαν  εν τέλει. Ωστόσο τα παραδείγματα είναι πολλά πλέον για να είναι τυχαία, σκέφτηκα,  και πήρα πάλι θάρρος.

 



Τρίτη, 26/7/2005

Πέρασα νωρίς το πρωί από τη Νομαρχία για να δηλώσω και τυπικά, υπηρεσιακά τη λήξη της τελευταίας «λαογραφικής αποστολής» μου. Αποχαιρέτισα με θερμές ευχαριστίες και την τόσο υποχρεωτική υπάλληλο Μαρία που με είχε βοηθήσει την πρώτη μέρα, η οποία  μου είπε ότι θα περιμένει την έκδοση του βιβλίου μου και υποσχέθηκα να της το στείλω.
Στο πλοίο της επιστροφής από την Κέρκυρα, συνταξίδευα με το θίασο που είχε δώσει αποβραδύς την παράσταση του «Ορέστη». Η «Ελένη» με ακολουθούσε κατά ένα τρόπο, λοιπόν και στο πλοίο. Είδα την παράσταση με τον ίδιο  θίασο το επόμενο Σαββατοκύριακο στο θέατρο της Αρχαίας Ήλιδας, αφού μετά τη λαογραφική αποστολή, έκανα τις διακοπές μου στην Ηλεία.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ


 Υποστηρίζω ότι τα εθνογραφικά δεδομένα για τα οποία "πολυλόησα" (από το πολυλογώ) παραπάνω με την  ημερολογιακή μου κατάθεση, τεκμηριώνουν  πειστικά ότι, παράλληλα με τη χριστιανική διδαχή και πίστη, η συλλογική μνήμη και η λαϊκή πίστη και λατρεία ακολουθούν παραδοσιακά και μια άλλη, λανθάνουσα συμβολική αφήγηση, την οποία  προβάλλουν στη λατρεία,  στις  χριστιανικές εικόνες και στους ναούς με τρόπους που δεν είναι άμεσα ορατοί ή ακόμα και αδιανόητοι, αν όχι και βέβηλοι από χριστιανική σκοπιά, σήμερα. Η λαϊκή πίστη όμως μέσω της λατρευτικής και της πολιτισμικής μνήμης φαίνεται ότι μεταφέρει ως "habitus" (ενσωματισμένη κοινωνική μνήμη, κατα τον ανθρωπολόγο Μπουρντιέ) πανάρχαια θρησκευτικά αφηγηματικά και συμβολικά στοιχεία όσο και ιερές εικονικές αναπαραστάσεις και, μη συνειδητά, να τα ενσωματώνει στη χριστιανική παράδοση με τρόπο που με «γυμνό μάτι» είναι αόρατα, αλλά που τελικά φαίνεται αυτή η μεταφορά να γίνεται με τρόπο πολύ συγκεκριμένο και αιτιολογημένο. Η επιστημονική έρευνα, όταν αποστασιοποιείται, ως οφείλει, από την ταύτισή της με τη χριστιανική (και κάθε άλλης θρησκείας) οπτική της ιστορίας της θρησκείας, μας αποκαλύπτει ότι ο συγκρητισμός της Αρχαίας Θρησκείας  με το Χριστιανισμό δεν έγινε «στιγμιαία», ούτε τόσο ενωρίς χρονικά, ούτε, πολύ περισσότερο, μαζικά και ριζικά ως προς τον τρόπο,  όσο τουλάχιστον οι χριστιανικές πηγές αφήνουν να εννοηθεί. Καθώς δεν είναι δυνατόν να είχε επέλθει ακαριαία λήθη της προηγηθείσας, μακραίωνης πολυσύνθετης θρησκευτικής και λατρευτικής παράδοσης στην Ανατολική Μεσόγειο, την εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού (όπως και άλλων μονοθεϊστικών θρησκειών) ακολούθησε  μια μακρά, αρχικά επώδυνη και τραυματική και για τις δύο πλευρές, διαδικασία που διήρκεσε πολλούς αιώνες και που, κατά ένα τρόπο, συνεχίζεται ως τις μέρες μας.









           











[1] 
[2] Οι μαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις και τα φίλμς των φωτογραφιών εναπόκεινται στο ΚΕΕΛ της Ακαδημίας Αθηνών. Μία «Αγιαλένη» εντόπισα στη Ζάκυνθο, ενώ στην  Κεφαλονιά έχω εντοπίσει ήδη μία και εκκρεμεί η επίσκεψή μου και στις υπόλοιπες, πανω από πέντε, κατά τις πληροφορίες του Μάκη Γαλανού, "Αγιαλένες" . Δεν έχω πραγματοποιήσει ακόμα σχετική έρευνα στα υπόλοιπα Επτάνησα. Ωστόσο στη Λευκάδα, η παλαιά ονομασία του νησιού «Αγία Μαύρα» (αγία με παρουσία και στη Ζάκυνθο, στα Επτάνησα εν γένει  αλλά και σε όλη τη δυτική ακτή του Ιονίου) δηλώνει κατά την κρίση μου έμμεση συμβολική σχέση  με την Ελένη-«Μαυρηγή», όπως προκύπτει και από  το όνομα και τις ιδιότητες της Αγίας, όσο και από τους θρύλους, τις  δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις που συνδέονται με  τη γιορτή της. Ως προς τα Κύθηρα, και μόνο  η  καταγραφή στο νησί ενός τραγουδιού που αναφέρει «το βουνό τσ’ αγιάς Ελένης» υποδηλώνει πιστεύω την παρουσία της και σε αυτό το νησί.Για τη μακρόχρονη έρευνά μου σχετικά με τη διαχρονική παρουσία της συμβολικής Ελένης στον ελληνικό χώρο, βλ. Ελένη Ψυχογιού, «Μαυρηγή» και Ελένη. Τελετουργίες θανάτου και αναγέννησης, Ακαδημία Αθηνών, Δημοσιεύματα Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, αρ. 24, Αθήνα 2008∙ βλ. και  της ίδιας, «Συνομιλώντας με τον Δημήτρη Λουκάτο στο λαογραφικό χώρο και χρόνο: το πανηγύρι του “άγιου Κωσταντίνου” [και Ελένης] στον Καραβάδο», στο  Ο Δημήτριος Σ. Λουκάτος και η Ελληνική Λαογραφία, Ακαδημία Αθηνών, Δημοσιεύματα του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, αρ. 27, Αθήνα 2008, σ. 197-244∙ της ίδιας, «Tο πανηγύρι της  Παναγίας της Λάμιας  στα Διλινάτα,  στο πλαίσιο της “μεγάλης αφήγησης” για την Mητέρα-Γη (εθνογραφικό ημερολόγιο επιτόπιας έρευνας)», Κυμοθόη 20 (2010), σ. 163-199∙ της ίδιας «Η εθνοτική ετερότητα ως δήλωση μεταφυσικής παρουσίας στα τελετουργικά τραγούδια: Ελμάζαγας και Ελένη», στο Θανάσης Φωτόπουλος (επιμ.), Arab and Islamic WorldHistoryCultureRelations with Hellenism (1st International Congress of Oriental and African Studies, Λάμπεια Ηλείας, 19-21 Σεπτ. 2003), Journal of Oriental and African Studies, vol. 13 (2004), σ 233-276∙ βλ. επίσης της ίδιας,  «Αναζητώντας τα ίχνη της Ελένης στη λαϊκή παράδοση της Άνω Μεσσηνίας», ανακοίνωση στο Συνέδριο της Εταιρείας Μεσσηνιακών Σπουδών,  «Άνω Μεσσηνία. Ιστορία και πολιτισμός» (19-21 Νοεμβρ. 2009), υπό έκδοση∙ της ίδιας, «Δέσποινα, Ελένη, Αγιαλένη: Θρησκειοϊστορική προσέγγιση ενός μαγιάτικου πανηγυριού στη Λυκόσουρα Αρκαδίας», ανακοίνωση στο Α΄ Διεθνές Συνέδριο για τον Ελληνικό Πολιτισμό, «Η πανήγυρις: μια διαχρονική ματιά στον κοινωνικό-οικονομικό και πολιτικό της ρόλο», (Σουφλί 16-20 Νοεμβρίου 2005), υπό έκδοση. Στις παραπάνω εργασίες υπάρχει και εκτενής σχετική βιβλιογραφία. Βλ. επίσης και το blog μου: fiestaperpetuablogspot.com.